Η Ελλάδα κινείται «βάση ενός πολύ συγκεκριμένου σχεδίου με ιεράρχηση αναγκών, προτεραιότητες και προσαρμογή στην οικονομική δυνατότητα της χώρας, έτσι ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες και των τριών κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων», ανέφερε νωρίτερα σήμερα στην ΕΡΤ ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος
Μιλώντας στην εκπομπή «Από τις έξι», πιο συγκεκριμένα, ο κ. Παναγιωτόπουλος σημείωσε ότι «τα Επιτελεία Στρατού, Πολεμικού Ναυτικού και Πολεμικής Αεροπορίας εργάστηκαν πολύ σκληρά υπό τον συντονισμό του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Άμυνας. Αυτό το σχέδιο το συζητήσαμε και το παρουσιάσαμε στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος κατάλαβε αμέσως την ανάγκη να εξοπλιστούν καλύτερα οι Ένοπλες Δυνάμεις και να καλυφθεί χαμένο έδαφος. Ο ίδιος έδωσε το πράσινο φως για την αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα και ψηφίστηκε στον προϋπολογισμό. Τώρα, προχωράμε στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου». Παράλληλα όμως διευκρίνισε ότι «πρέπει να φροντίζουμε για την αναβάθμιση, την υποστήριξη και τον εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων συστημάτων, όχι μόνο καινούργιες αγορές».
Σχετικά με τα Rafale, ο ΥΕΘΑ είπε ότι «οι συνομιλίες ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο και πήγαμε πολύ γρήγορα γιατί έτσι έπρεπε να γίνει. Εργαστήκαμε σκληρά και βοήθησε και η γαλλική πλευρά… Οι Γάλλοι έδωσαν απαντήσεις στα ερωτήματα, έλυσαν τα επιμέρους ζητήματα, που ήταν πολλά καθώς έχουμε να κάνουμε με απόκτηση μεταχειρισμένων αεροσκαφών και η διαπραγμάτευση για την καλή κατάσταση αυτών των μαχητικών δεν ήταν απλή». Στόχος είναι τον Ιούλιο να αρχίσει η παραλαβή των Rafale, ώστε έως το τέλος του έτους να υπάρχουν έξι μαχητικά. Για τα Mirage 2000-5 ο κ. Παναγιωτόπουλος είπε ότι «πλέον, έχουν απρόσκοπτη ροή ανταλλακτικών και προστίθενται -γιατί πολλά ήταν καθηλωμένα λόγω ελλείψεως ανταλλακτικών- στη διαθεσιμότητα της Πολεμικής Αεροπορίας».
Επιπλέον, ο υπουργός επεσήμανε ότι «τρέχει το πρόγραμμα αναβάθμισης 84 αεροσκαφών F-16 στην εκδοχή Viper». «Φέτος, μπαίνουμε στην κρίσιμη φάση του προγράμματος, καθώς σε λίγες ημέρες το πρώτο Viper πάει στην Αμερική για να υποστεί κάποιες τελικές τεχνικές παρεμβάσεις και ακολούθως μπαίνουμε στη φάση παραγωγής 8 έως 12 αεροσκαφών κατ’ έτος από την ΕΑΒ». Τέλος, ο ίδιος υπογράμμισε ότι «σε λίγες ημέρες ξεκινούν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην ελληνική και την ισραηλινή πλευρά για τη μετατροπή της βάσης εκπαίδευσης Ικάρων στην Καλαμάτα σε διεθνές κέντρο εκπαίδευσης».
Αναφορικά με το Πολεμικό Ναυτικό, σύμφωνα με τον υπουργό, η επόμενη μεγάλη απόφαση είναι η απόκτηση 4 φρεγατών και ο εκσυγχρονισμός των 4 ΜΕΚΟ. «Αυτήν τη στιγμή, αξιολογούνται προτάσεις και έχουμε ένα ευχάριστο πρόβλημα. Δεν ξέρουμε τι να πρωτοδιαλέξουμε. Έχουμε στο τραπέζι αρκετές ενδιαφέρουσες προτάσεις -κάποιες δεν έχουν ολοκληρωθεί αλλά τις αναμένουμε σύντομα- από χώρες που θέλουν να αναλάβουν αυτό το πρόγραμμα. Ζητάμε συγκεκριμένα πράγματα. Όχι μόνο να αγοράσουμε τέσσερις φρεγάτες αλλά να εξασφαλίσουμε ότι κάποιες από αυτές θα ναυπηγηθούν στην Ελλάδα -επομένως θα δουλέψουν τα ελληνικά ναυπηγεία- και επίσης, έως ότου ναυπηγηθούν, ζητάμε κάποια έτοιμα πολεμικά πλοία προκειμένου να αποτελέσουν τη λεγόμενη “ενδιάμεση λύση”. Όλο αυτό το πακέτο θα τύχει μίας πολύ προσεκτικής αξιολόγησης από το Πολεμικό Ναυτικό, που θα μας υποδείξει την καλύτερη πρόταση για να προχωρήσουμε», ανέφερε ο κ. Παναγιωτόπουλος.
«Πρέπει να πάμε γρήγορα γιατί έχει χαθεί χρόνος. Πρέπει το Πολεμικό Ναυτικό να ενισχυθεί με νέες κύριες μονάδες κρούσης. Το Πολεμικό Ναυτικό έδειξε την αξία του και τη μαχητική του ικανότητα το καλοκαίρι στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ενισχυθεί με νέα πλοία», σημείωσε.
Τέλος, ο κ. Παναγιωτόπουλος έδωσε βαρύτητα στην προσπάθεια αύξησης του προσωπικού στον ΕΣ. «Ανακοινώσαμε την αύξηση της θητείας κατά τρεις μήνες προκειμένου να πετύχουμε υψηλότερο ποσοστό επάνδρωσης σε μονάδες κυρίως της παραμεθορίου. Η κύρια παρέμβαση όσον αφορά στο προσωπικό που θα έχει και προστιθέμενη αξία στην πληρότητα του προσωπικού είναι οι προσλήψεις μονίμων». Αυτή η προσπάθεια ξεκίνησε με την αύξηση των εισακτέων στις στρατιωτικές σχολές υπαξιωματικών και αξιωματικών, ενώ «σε βάθος πενταετίας αναμένουμε 15.000 νέα στελέχη από εισακτέους υπαξιωματικούς και αξιωματικούς, Επαγγελματίες Οπλίτες (ΕΠΟΠ) και Οπλίτες Βραχείας Ανακατάταξης (ΟΒΑ)», ο ίδιος κατέληξε.