Το 2003 η Ελλάδα παρήγγειλε συνολικά 170 άρματα μάχης του τύπου Leopard-2A6 με βελτιώσεις ειδικά προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις του Ελληνικού Στρατού και με την υποχρέωση η κατασκευάστρια KMW, που είχε κερδίσει τον διεθνή διαγωνσιμό για το Νέο Άρμα, να οργανώσει την παραγωγή των οχημάτων και πολλών υποσυστημάτων τους στην Ελλάδα με αντιστάθμισμα την παραχώρηση 183 επιπλέον αρμάτων παλιότερης έκδοσης από τα αποθέματα του Γερμανικού Στρατού.
Η παραπάνω απόφαση αποτελούσε μια εξαιρετικά σημαντική επένδυση του ελληνικού υπουργείου Αμύνης που είχε το αντίστοιχο οικονομικό τίμημα. Πολλοί σύγχρονοι αλλά και κατοπινοί αναλυτές κατέκριναν εκείνη την απόφαση με βασικά επιχειρήματα πως ο Εληνικός Στρατός δεν αντιμετώπιζε αντίστοιχα οχήματα στην άλλη πλευρά του Έβρου, ότι η παραγγελία ενός παλιού -έστω αναβαθμισμένης έκδοσης- οχήματος που δεν ήταν πλέον σε παραγωγή επιβάρυνε οικονομικά επιπλέον την παραγγελία, ότι το τίμημα των 1.7 δισεκατομμυρίων Ευρώ ήταν δυσθεώρητα μεγάλο για τα δεδομένα της Ελλάδος και θα μπορούσε να αξιοποιηθεί καλύτερα με άλλες αγορές (π.χ. μαχητικά αεροσκάφη), όμως το πρόγραμμα είχε συνέχεια και τελικά, τα ελληνικά Leopard-2 έφεραν μια κοσμογονία στο όπλο του ιππικού.
Η επιμονή των Ελλήνων στρατιωτικών δεν ήταν ανυπόστατη. 10 χρόνια περίπου πριν, η αγορά των ελικοπτέρων Apache έφερε αντίστοιχαν μια μοναδική αναδιοργάνωση στην Αεροπορία Στρατού προσδίδοντάς της ικανότητες επίθεσης. Η προμήθεια ενός σύγχρονου άρματος μάχης, με πυροβόλο των 120 mm και σύγχρονα ηλεκτρονικά θα έκανε τις ελληνικές επιλαρχίες πρωτεύον όπλο κρούσης στο μέτωπο του Έβρου και σταδιακά θα συμπαρέσυρε τον εκσυγχρονισμό του συνοδού μηχανοκίνητου πεζικού με ένα νέο ΤΟΜΑ, του πυροβολικού με πυροβόλα με μεγαλύτερο βεληνεκές, του μηχανικού μετατρέποντάς του από μηχανικό κατασκευών σε πραγματικό μηχανικό μάχης κλπ. Το νέο άρμα θα αποτελούσε την πλατφόρμα που θα έσερνε τον Ελληνικό Στρατό από τη μιζέρια και τη συγκατάβαση της δεκαετίας του 1960 στον 21ο αιώνα και αυτό το έργο δικαιολογούσε απόλυτα την επένδυση, τα χρήματα, τη δουλειά και την εμπλοκή της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας που με το έργο των Leopard-2 είδε μια άσπρη μέρα.
Δυστυχώς, το μεγάλο βήμα του “ταξιδιού προς το μέλλον” έμεινε μετέωρο. Μετά την περικοπή των 246 αρμάτων σε 170 και την ανακατεύθυνση των κονδυλίων της ελληνικής οικονομίας σε νέες προτεραιότητες (η οικονομία ήταν ήδη σε βαθιά νερά) τα προγράμματα ανανέωσης των οχημάτων μάχης των άλλων όπλων αναβλήθηκαν επ’αόριστον και ενδιάμεσες λύσεις που θα προσέφεραν κάποια μικρή και προσωρινή λύση κρίθηκαν ακατάλληλες και εξαιρετικά κοστοβόρες για έναν προϋπολογισμό που λάμβανε στα επόμενα χρόνια διαδοχικές περικοπές τινάζοντας στον αέρα κάθε προσπάθεια προγραμματισμού.
Ο Αμερικανικός Στρατός ακυρώνει το πρόγραμμα αντικατάστασης των Bradley
Αναφερόμαστε, ασφαλώς, πρώτα και κύρια στο πρόγραμμα ΤΟΜΑ (Τεθωρακισμένο Όχημα ΜΑχης) του πεζικού. Το πρόγραμμα ΤΟΜΑ προωθήθηκε ως πρώτης προτεραιότητας μετά το πρόγραμμα Νέου Άρματος. Όπως αναφέρθηκε και πριν, το νέο άρμα θα έφερνε νέα δεδομένα στον μηχανοκίνητο πόλεμο, στους τομείς της ταχύτητας, της κινητικότητας, της ισχύος πυρός και της διασύνδεσης σε ένα σύστημα συνδυασμένων όπλων, που τα οχήματα μάχης της δεκαετίας του 1960 (χρονολογία κατά προσέγγιση) απλά δεν είχαν καμία θέση και καμία πρακτική συνεισφορά. Και καθώς ένα άρμα μάχης δεν μπορεί να επιχειρήσει χωρίς υποστήριξη πεζικού, η άφιξη ενός νέας γενιάς άρματος όφειλε να συνοδεύεται από ένα όχημα μάχης πεζικού ανάλογων επιδόσεων. Αντιθέτως, ο Ελληνικός Στρατός έμεινε να παρουσιάζει το εξαμβλωματικό θέαμα να έχει το ισχυρότερο και πιο προηγμένο (το έτος 2006) άρμα μάχης Leopard-2A6Hel να συνοδεύεται στο πεδίο από τεθωρακισμένα πεζικού Μ-113Α1 χωρίς να έχουν υποστεί ούτε μία αναβάθμιση από το έτος παραλαβής τους 40 χρόνια πριν!
Η χρήση τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης (ΤΟΜΑ) άρχισε να καθιερώνεται από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και σήμερα αποτελεί συστατικό του μηχανοκίνητου πολέμου. Σε αντίθεση με το τεθωρακισμένο όχημα μεταφοράς προσωπικού (ΤΟΜΠ), που έχει σαν αποστολή να αποβιβάζει ομάδες πεζικού κοντά στο σημείο της μάχης χωρίς να εμπλέκεται, το ΤΟΜΑ αποτελεί ένα ακόμα όχημα στα χέρια του τακτικού διοικητή παρακολουθώντας στενά την κίνηση της ομάδας πεζικού και εμπλεκόμενο στον αγώνα μαζί της. Εξοπλισμένο με ταχυβόλο πυροβόλο των 20 mm ως 100 mm το ΤΟΜΑ προσφέρει ισχύ πυρός στην ομάδα των πεζών, εκκαθαρίζοντας τους στόχους που δεν μπορούν ή δεν αξίζει να εμπλέξουν τα άρματα μάχης με το ισχυρότερο πυροβόλο τους, αφήνοντάς τα απερίσπαστα στο έργο της εξουδετέρωσης των ισχυρότερων στόχων και διατήρησης της κρίσιμης μάζας που απαιτείται για την ενίσχυση της κρούσης που αντιπροσωπεύουν σε ένα συγκρότημα μάχης.
Η Ελλάδα θέλει την αμερικανική επιδότηση για ΤΟΜΑ Bradley ή θωρακισμένα οχήματα M1117 Guardian
Τα ΤΟΜΑ απέδειξαν την παραπάνω χρησιμότητά τους στα πεδία των μαχών από το 1990 και μετά δίνοντας μια πιο επιθετική και συστατική δομή στον σχηματισμό πεζικού και μετατρέποντάς τον -ακόμα μια φορά- σε ουσιαστικό στοιχείο του πολέμου ελιγμών, δίπλα στο άρμα μάχης. Αν και ακατάλληλα σε πεδίο εξαιρετικά διασπαστικό και ορεινό (όπως όλα τα μηχανικά μέσα) τα ΤΟΜΑ αποτελούν το απαραίτητο συμπλήρωμα ενός ισχυρού δυναμικού αρμάτων μάχης διεκδικώντας και κατέχοντας το πεδινό αλλά και το αστικό περιβάλλον μάχης. Ως εκ τούτου, η απουσία ΤΟΜΑ από το οπλοστάσιο του Ελληνικού Στρατού αφήνει το ισχυρό αρματικό δυναμικό του, που κάποτε παρέτασσε 1750 άρματα μάχης και σήμερα παραμένει ένα από τα ισχυρότερα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, χωλό και αδύναμο χωρίς την απαραίτητη υποστήριξη του μηαχνοκίνητου πεζού. Με απλά λόγια, σε τί βοηθά να έχεις το ισχυρότερο και ταχύτερο άρμα, αν δεν μπορείς να διανύσεις αποστάσεις μερικών χιλιομέτρων χωρίς να το εκθέσεις σε θανάσιμο κίνδυνο;
Σε επόμενη ανάρτηση θα αναφερθούμε στον ρόλο των ΤΟΜΑ στο παρελθόν και στο μέλλον του Ελληνικού Στρατού.