Έχουν πιλοτήριο και χειριστήρια που θυμίζουν αυτά ενός μεταγωγικού, σε full power βρυχώνται σαν turboprop και κινούνται σε έξι διευθύνσεις, σαν ελικόπτερο, απλώς το κάνουν ελάχιστα πάνω από τα κύματα. Τα πληρώματα που «πετούν» με τα αερόστρωμνα LCAC του Αμερικανικού Ναυτικού λατρεύουν τις γρήγορες «πτήσεις» με αυτό το «μαγικό χαλί» υψηλής τεχνολογίας αλλά δεν αφήνουν τον εαυτό τους να χαλαρώσει ούτε στιγμή. Η «πτήση» με ένα Landing Craft Air Cushion είναι κάτι που απαιτεί απόλυτη προσοχή.
Ο Craftmaster, ο πιλότος, χρησιμοποιεί ποδωστήρια για τον έλεγχο της κατεύθυνσης με πηδάλια και χειριστήρια που ελέγχουν την κίνηση των thrusters της πλώρης και ρυθμίζουν το βήμα των γιγαντιαίων ελίκων από fiberglass. Ο Επικελευστής Marcial, πρώην ναυτίλος της Naval Beach Unit 7 και εκπαιδευτής πληρωμάτων, λέει ότι τα LCAC κάνουν ό,τι και τα πλοία αλλά με μεγαλύτερη ταχύτητα. Γι’ αυτό και το στρες σε κάθε αποστολή είναι μεγάλο.
«Πρέπει να προσέχω κάθε στροφή και αλλαγή στην ταχύτητα την ώρα που χαράζω πορεία ανάμεσα στα άλλα πλοία. Οι ζωές ανθρώπων είναι στα χέρια σου και μια λάθος απόφαση μπορεί να προκαλέσει σοβαρές ζημιές στο σκάφος» λέει χαρακτηριστικά. Χρειάζονται μήνες για να μάθεις να «πετάς» αερόστρωμνο και το Ναυτικό περνά τα πληρώματα από αξιολόγηση ανά τρίμηνο συν μια φορά τον χρόνο, πέραν των συγκεκριμένων ωρών πτήσης που πρέπει να συμπληρώσουν.
Κάθε LCAC επιχειρεί με πενταμελές πλήρωμα: κυβερνήτη, μηχανικό, ναυτίλο, υπεύθυνο φορτίου (loadmaster) και μηχανικό καταστρώματος. Όλοι εκπαιδεύονται στο ίδιο τεχνικό σχολείο μαθαίνοντας να λειτουργούν σαν μονάδα, αν και η διάρκεια της εκπαίδευσης για τους loadmasters και του μηχανικούς καταστρώματος είναι μικρότερη από τους οκτώ μήνες που απαιτούν οι άλλες ειδικότητες.
Το Ναυτικό δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο «δέσιμο» ενός νέου πληρώματος. Η πολιτική που ακολουθείται είναι να τους αφήνει μαζί όσο το δυνατόν περισσότερο για να λειτουργούν αβίαστα, εξηγεί ο Αρχικελευστής McLain, ένας από τους κυβερνήτες της Naval Beach Unit 7 με βάση τον Ναύσταθμο Σασέμπο στην Ιαπωνία.
Η διαρκής επικοινωνία είναι απαραίτητη για τις ασφαλείς επιχειρήσεις αερόστρωμνων. Στα ακουστικά που φορούν τα μέλη του πληρώματος, από το ένα ακούν τους συναδέλφους τους και από το άλλο παρακολουθούν τις συνομιλίες των πλοίων πλησίον τους. Οι αναφορές που πρέπει να δίνει κάθε μέλος καθιστούν ακόμη πιο πολύπλοκα τα πράγματα. Έτσι, έχει καθιερωθεί να επικοινωνούν είτε μεταξύ τους είτε με τον Στόλο ενεργοποιώντας εκ περιτροπής το αντίστοιχο κανάλι.
Σημειωτέον ότι οι μονάδες αερόστρωμνων είναι το «τελευταίο οχυρό» των προερχομένων από τις τάξεις των ναυτών υπαξιωματικών καθώς όλοι οι χειριστές είναι NCO και αυτό αντανακλά στο πνεύμα μονάδας που επικρατεί. Η συναδελφικότητα και η σχέση χειριστών-σκάφους θυμίζουν έντονα Μοίρα μαχητικών τζετ.
«Το να πετάς αυτά τα σκάφη είναι η απόλυτη φάση» λένε τα πληρώματα. Πηγαίνοντας με 46 μίλια την ώρα (74,08 χλμ/ώρα) πάνω από τα κύματα για τον αιγιαλό αποβάσεως είναι κάτι που μόνο λίγοι έχουν το προνόμιο να απολαμβάνουν.
«No Beach Out Of Reach»
Ο ιπτάμενος μηχανικός παίρνει την θέση του πίσω αριστερά και το pre-flight checklist αρχίζει. Το LCAC ζωντανεύει με το βλέμμα του πληρώματος προσηλωμένο στις οθόνες μπροστά του, προσέχοντας για τις σωστές ενδείξεις. Ο Craftmaster κάνει έναν τελευταίο οπτικό έλεγχο, ο συγκυβερνήτης «παίζει» με μερικούς διακόπτες και ο ναυτίλος επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχουν εμπόδια εμπρός. All set, let’s fly the thing.
Το 105 τόννων τέρας (172-195 τ. πλήρες φορτίου) σηκώνεται σχεδόν 2 μέτρα ψηλά και γλιστρά μουγκρίζοντας στο νερό σηκώνοντας ένα σύννεφο από ψεκάδες καθώς οι φτερωτές στέλνουν αέρα στην «ποδιά» του σκάφους να για παραμείνει ιπτάμενο. Οι υαλοκαθαριστήρες δουλεύουν σαν τρελλοί ενώ η ταχύτητα αυξάνεται απίστευτα γρήγορα. Και ναι, αν έχει θάλασσα κουνάει! Όλοι είναι δεμένοι στις θέσεις τους, το ίδιο και 60 τόννοι φορτίου (έως 75 καθ’ υπέρβαση) πίσω στο κατάστρωμα. Τα LCAC μπορούν να μεταφέρουν διάφορα είδη φορτίων και οχημάτων, μέχρι άρματα μάχης M1A1 Abrams, ημέρα και νύχτα.
Ορμώντας προς την ακτή από τα μεγάλα αποβατικά πλοία στα ανοιχτά, τα αερόστρωμνα βγαίνουν στον αιγιαλό αποβάσεως μέσα σε ένα σύννεφο ψεκάδων και σκόνης και «ξεφουσκώνουν» επιτρέποντας την εκφόρτωση οχημάτων και υλικού από τον καταπέλτη. Κατόπιν, οι κινητήρες δίνουν την απαιτούμενη ώση για την ανύψωση του «καθισμένου» σκάφους και υπό το βλέμμα του Beach Master στρίβουν και ξεχύνονται στην θάλασσα με έναν διαβολεμένο θόρυβο…
Στην εκπαίδευση, τα LCAC περνούν με την επιστροφή τους στην βάση από ειδικό καταιωνιστήρα φρέσκου νερού για την απομάκρυνση όσο το δυνατόν περισσότερου θαλασσινού αλατιού από τις επιφάνειές τους. Ο χειριστής γέρνει το αερόστρωμνο από την μια πλευρά πάνω από έναν ξεχωριστό αγωγό απορροής ώστε να διασφαλισθεί πως δεν θα διαρρεύσουν χημικές ουσίες στο περιβάλλον και μετά από μια γρήγορη βόλτα στην πίστα για να… στεγνώσει, το LCAC ετοιμάζεται να παρκάρει.
Ο εκκωφαντικός θόρυβος των τεσσάρων TF-40 (δύο πρόωσης/δύο άντωσης) αλλάζει την ώρα που στο κόκπιτ το πλήρωμα προβαίνει στους προβλεπόμενους μετά πτήσεως ελέγχους του checklist. Shut-off! Με ένα τελευταίο φύσημα το θηρίο αναπαύεται πάνω στην πανάκριβη ελαστική «ποδιά» του –μέχρι την επόμενη αποστολή.
Η επιστροφή σε πλοίο αποβατικών επιχειρήσεων θέλει ακόμη περισσότερη προσοχή και εξαιρετικά λεπτούς χειρισμούς. Το 28 μέτρων αερόστρωμνο εισέρχεται αργά στο τεράστιο γκαράζ του πλοίου και «σβύνει» μέσα, κάτι που πρέπει να το δει κανείς για να καταλάβει το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης των ανθρώπων που επιχειρούν με αυτά. Γιατί το να πετάς ένα «ιπτάμενο χαλί» 41 εκατ. δολαρίων απαιτεί από τον πιλότο του ορισμένα «μαγικά».