Αν υπάρχουν κάποιοι θρύλοι στην Πολιτική Αεροπορία η Pan American Airways ήταν ίσως ο μεγαλύτερος στο χώρο των αερομεταφορέων. Στη δεκαετία του 1920, καθώς οι πτήσεις γίνονταν όλο και πιο ασφαλείς και δημοφιλείς, πολλές εταιρίες άρχισαν να δημιουργούνται για να μεταφέρουν τόσο το ταχυδρομείο (επωφελούμενες από τα συμβόλαια της κυβέρνησης των ΗΠΑ) όσο και επιβάτες που συνειδητοποιούσαν ότι το αεροσκάφος ήταν μια εξαιρετική λύση για μετακινήσεις σε μεγαλύτερες αποστάσεις.
Το άνοιγμα και το κλείσιμο των εταιριών ήταν ένα συνηθισμένο φαινόμενο, αλλά το Μάρτιο του 1927 ξεκίνησε τα δρομολόγια ένας νέος αερομεταφορέας που κατάφερε να γράψει ιστορία.
Ήταν η Pan Am Airways η οποία μετάφερε αρχικά ταχυδρομείο και αργότερα επιβάτες ανάμεσα στην Κούβα και στη Φλώριδα. Γρήγορα κατάφερε να αναπτύξει ένα μεγάλο δίκτυο συνδέοντας διάφορες χώρες του εξωτερικού με τις ΗΠΑ.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος δεν σταμάτησε την εξέλιξη της, αντίθετα τη βοήθησαν να βρει πληρώματα με εμπειρία σε πτήσεις μεγάλων αποστάσεων.
Το επόμενο μεγάλο βήμα της εταιρίας ήταν η απόκτηση της πρώτης γενιάς αεριωθουμένων κυρίως των 707 και 727. Με τα πρώτα εδραίωσε τη θέση της στις διηπειρωτικές πτήσεις από και προς τις ΗΠΑ που η ευμάρεια των πολιτών τους είχαν δημιουργήσει ζήτηση για ταξίδια στο εξωτερικό. Καθώς ο ανταγωνισμός είχε στο επίκεντρο την εξυπηρέτηση των επιβατών, και όχι τις τιμές -που ήταν ιδιαίτερα υψηλές- η εξυπηρέτηση των επιβατών ήταν απαράμιλλη με γεύματα και ποτά που ήταν εξαιρετικά προσεγμένα με ιπτάμενες συνοδούς που επιλέγονταν με βάση την εμφάνιση.
Η Pan Am εφάρμοσε νωρίς το μοντέλο των βάσεων σε άλλες χώρες καθώς διατηρούσε αεροσκάφη στη Γερμανία τόσο για εσωτερικές γερμανικές πτήσεις κυρίως προς και από το Δυτικό Βερολίνο, με το ιδιόρρυθμο καθεστώτος του, αλλά και για δρομολόγια από τη Γερμανία προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, η εταιρία κατέγραψε άλλη μια πρωτιά καθώς ήταν ο αρχικός πελάτης για το 747 αν και -σωστότερα- θα πρέπει να περιγραφεί ως η εταιρία που ζήτησε από την Boeing να φτιάξει το αεροσκάφος που ήθελε.
Για να ξεκινήσει την παραγωγή έθεσε μια αρχική παραγγελία 25 αεροσκαφών το 1966, ένας αριθμός που έφτασε τα 74 (στις εκδόσεις -100 & -200) μέχρι το κλείσιμο της το 1991.
Το νέο τότε μοντέλο είχε 2,5 φορές μεγαλύτερο μέγεθος από το προκάτοχό του, το 707, μειώνοντας έτσι το κόστος λειτουργίας κατά 30%. Στις 22 Ιανουαρίου 1970, η Pan Am ήταν η εταιρία που πραγματοποίησε την πρώτη εμπορική πτήση του τύπου ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο που ήταν και η πρώτη εμπορική πτήση με αεροσκάφος ευρείας ατράκτου.
Η Pan Am είχε ακόμα δυο πρωτιές λιγότερες γνωστές αλλά ίσως πιο ενδιαφέρουσες: η πρώτη ήταν η λειτουργία από το 1969 μέχρι το κλείσιμό της μιας λίστας αναμονής για εμπορικές επιβατικές πτήσεις προς τη Σελήνη στον απόηχο της πρώτης πρωσελήνωσης εκεί – η οποία λειτούργησε κυρίως ως εργαλείο marketing. Η δεύτερη ήταν πολύ πιο ουσιαστική καθώς ήταν από τις πρώτες εταιρίες στις ΗΠΑ που χρησιμοποίησαν τα Ευρωπαϊκά Airbus A300 και Α310 αποκτώντας 13 και 21 αντίστοιχα.
Δυστυχώς για την εταιρία η απελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς αερομεταφορών στις ΗΠΑ και λανθασμένες κινήσεις όπως συγχωνεύσεις με εταιρίες που ελάχιστα κοινά είχαν δημιούργησαν σημαντικά προβλήματα. Οι σπασμωδικές αντιδράσεις με πώληση δρομολογίων δε βοήθησαν την κατάσταση. Και αν το 1970 ένα 747-100 έβαλε την εταιρία στην ιστορία με θετικό τρόπο, στις 21 Δεκεμβρίου 1988 ένα άλλο όμοιο αεροσκάφος επιτάγχυνε το τέλος της.
Η έκρηξη πάνω από το Λόκερμπυ χειροτέρεψε την εικόνα της και λιγότερο από δυο χρόνια αργότερα (κι ενώ οι συνέπειες του πρώτου πολέμου στον Κόλπο ήταν ακόμα παρούσες) η τελευταία πτήση της εταιρίας ολοκλήρωνε τον κύκλο της. Και η επιλογή του είχε το συμβολισμό του: 64 χρόνια μετά ήταν το ίδιο δρομολόγιο που είχε ξεκινήσει την ιστορία της.
Τάσσος Αναστασιάδης