Με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο να μαίνεται και τη Σερβία να έχει εκμηδενιστεί υπό το βάρος του Αυστρουγγρικού Στρατού, η Βρετανία και η Γαλλία απαιτούν πλέον από την Ελλάδα να σπάσει την ουδετερότητά της, τασσόμενη με τη Συμμαχία τους, της Entente Cordiale. Η απαίτηση, πλέον, ερχόταν μετά από μήνες πιέσεων για να προσφέρει η χώρα μας λιμάνια στη νότια Βαλκανική χερσόνησο και μια δίοδο ανεφοδιασμού στη δοκιμαζόμενη Σερβία.
Ωστόσο, η Ελλάδα ήταν, το λιγότερο, διστακτική. Μετά από δύο σκληρούς Βαλκανικούς Πολέμους η οικονομία της είχε δοκιμαστεί σημαντικά και η κοινωνία θρήνησε πολλούς νεκρούς για τα εθνικά δίκαια. Έτσι μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν έβλεπε το λόγο να θρηνήσουν περισσότερους για τα συμφέροντα της Σερβίας και των Μεγάλων ευρωπαϊκών Δυνάμεων. Άλλοι πάλι θεωρούσαν πως η χώρα δεν είχε επιτύχει τους εθνικούς της στόχους και η ευκαιρία να ενταχθούν στο στρατόπεδο τριών ισχυρών (Βρετανίας, Γαλλίας, Ρωσίας) εναντίον όσων ήθελαν να αναθεωρήσουν τα νέα σύνορα -τη Βουλγαρία και την Οθωμανική Τουρκία συγκεκριμένα- ήταν όχι απλά η λογική αλλά η μόνη επιλογή.
Ο διχασμός μεταξύ οπαδών της ουδετερότητας και της “Ανταντικής” συμμαχίας ήταν φανερός και εκδηλώθηκε με τον χειρότερο τρόπο: όταν οι πρώτοι στρατολόγησαν στο μέρος τους το βασιλιά Κωνσταντίνο τον 1ο, που επιθυμούσε να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο στη χάραξη της εθνικής στρατηγικής στα εξωτερικά -επηρεασμένος από τον τρόπο διοίκησης του γυναικαδέλφου του, Γερμανού Κάιζερ Γουλιέλμου του ΙΙ. Ο Κωνσταντίνος, έχοντας συναίσθηση της στρατιωτικής ισχύος της Γερμανίας (είχε κι ο ίδιος φοιτήσει σε στρατιωτική ακαδημία της), ήταν υπέρ της ουδετερότητας, ώστε η Ελλάδα να αφομοιώσει τα εδάφη που μόλις είχε κερδίσει στους Βαλκανικούς.
Η συνέχεια στο Military History