Σε μια σειρά συγκρούσεων στο Ανατολικό μέτωπο στην αρχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γερμανοί διαλύουν διαδοχικά δύο προελαύνουσες ρωσικές στρατιές.
Στην ξεκινήμα του πολέμου, η Γερμανία και η Αυστρία βρίσκονταν μεταξύ μεγάλων εχθρών τους: της Βρετανίας και της Γαλλίας στα δυτικά και της αχανούς Ρωσίας στα ανατολικά. Ακολουθώντας πιστά τα στρατηγικά διδάγματα του παρελθόντος, οι Γερμανοί στρατηγοί έκριναν ότι έπρεπε να αντιμετωπίσουν κάθε αντίπαλο ξεχωριστά και να μην επιτρέψουν στις δυνάμεις τους να διασπαστούν σε έναν διμέτωπο αγώνα.
Με αυτό το σκεπτικό, το γερμανικό αυτοκρατορικό επιτελείο είχε πριν τον πόλεμο καταστρώσει σχέδια μιας ταχείας προέλασης στη Γαλλία, ως επανάληψη του γαλλοπρωσσικού πολέμου του 1870, οπότε θα έκλεινε το Δυτικό Μέτωπο μέσα σε λίγους μήνες, πριν ο ρωσικός στρατός προλάβει να κινητοποιήσει τις εφεδρείες του. Στη συνέχεια, ο γερμανικός στρατός θα μπορούσε αναπόσπαστος να αφιερωθεί στην αντιμετώπιση της “ρωσικής αρκούδας”.
Ο ρωσικός στρατός του 1914 ήταν ευμεγέθης και καλά εξοπλισμένος αλλά το επίπεδο εκπαίδευσης των στρατιωτών και των αξιωματικών του υπολειπόταν πολύ των σύγχρονων στρατών. Παρά τις αξιόπιστες πληροφορίες των Γερμανών ότι η Ρωσία θα χρειαζόταν μήνες για να συγκεντρώσει όλες τις δυνάμεις της, υποφέροντας από ένα ελλιπές σιδηροδρομικό και οδικό δίκτυο, ο Ρώσος αρχιστράτηγος, πρίγκηπας Αλεξέι αποφάσισε ένα κεραυνοβόλο χτύπημα σε βάθος, με τη χρήση των διαθέσιμων ανδρών του. Στόχος του να εκμηδενίσει τις μικρές σχετικά γερμανικές δυνάμεις στην Ανατολική Πρωσσία και βαδίζοντας στο Βερολίνο να τελειώσει τον πόλεμο μέχρι τα Χριστούγεννα.
Η συνέχεια στο Military History