Με την κατανίκηση της γαλλικής στρατιάς που εισέβαλε στην Πορτογαλία υπό τον στρατάρχη Μαρμόν το 1811, ο Βρετανός διοικητής της Αγγλο-Πορτογαλικής στρατιάς, στρατηγός Άρθουρ Γουέλσλεϋ (ο μετέπειτα δούκας του Γουέλλινγκτον) εξαπέλυσε μια επιθετική εκστρατεία φέρνοντας τον πόλεμο σε ισπανικό έδαφος. Κλειδί για την εισβολή στην Ισπανία ήταν δύο μικρές αλλά εξαιρετικά ισχυρά οχυρωμένες πόλεις που έπρεπε να καταληφθούν: η Κιουδάδ Ροντρίγκο και η Μπαταχόθ.
Οι Γαλλικές δυνάμεις ήταν πολυαριθμότερες αλλά ο Γουέλσλεϋ υπολόγιζε σωστά σε ένα μεγάλο παράγοντα. Την έλλειψη συνεννόησης και την καχυποψία μεταξύ των Γάλλων διοικητών. Βόρεια της θέσης του, βρισκόταν ο στρατάρχης Μαρμόν με τη στρατιά της Πορτογαλίας στη βορειοδυτική Ισπανία και νότια η στρατιά του Νότου υπό τον στρατάρχη Σούλτ. Η υπεράσπιση της Μπαταχόθ ήταν στη δικαιοδοσία του Σουλτ αλλά αυτός με τις δυνάμεις του βρισκόταν μακρυά για να επέμβει, ενώ ο Μαρμόν, που βρισκόταν κοντύτερα, μόλις είδε τους Βρετανούς να κινούνται νότια, διέταξε τις δυνάμεις του να αναπαυθούν θεωρώντας πως η αντιμετώπισή τους ήταν πρόβλημα του Σουλτ. Ο Γουέλσλεϋ επέλεξε να κινηθεί στα όρια των δύο εχθρικών στρατιών και κέρδισε. Κανείς δεν κινείτο εναντίον του.
Κοντά σε αυτά, ο Ναπολέων προετοιμαζόταν για την μεγάλη εκστρατεία του στη Ρωσία και δεν ήθελε να ασχολείται με μικρά ζητήματα ενώ διέταξε και επίλεκτες γαλλικές μονάδες από την Ισπανία να βαδίσουν στην ανατολική Ευρώπη για να ενωθούν με τη “Μεγάλη Στρατιά” του, που οργανωνόταν. Έτσι, στις 16 Μαρτίου 1812, ο Γουέλσλεϋ με 27.000 άνδρες και 52 κανόνια έφτασε στην οχυρή ισπανική πόλη Μπαταχόθ την οποία υπερασπιζόταν γαλλική φρουρά 4.750 ανδρών με 140 κανόνια κάθε διαμετρήματος.
Η άλωση μιας τόσο ισχυρής θέσης δεν μπορούσε να περιοριστεί σε τεχνάσματα. Διοικώντας τρεις μεραρχίες, την 3η, την 4η και την Ελαφρά Μεραρχία, ο Γουέλσλεϋ εξέτασε τις επιλογές του. Η πόλη είχε ισχυρά τείχη, βρισκόταν σε δεσπόζουσα θέση, περιβαλλόταν από δύο πλευρές από ποταμούς και οι θέσεις της είχαν ενισχυθεί με προμαχώνες και φρούρια περιμετρικά. Επιπλέον, ο βρετανικός στρατός δεν διέθετε εκπαιδευμένο σώμα Μηχανικού και εργαλεία για μια πολιορκία. Οι άνδρες του πεζικού θα έπρεπε να επιτεθούν στα τείχη μόνοι τους.
Η συνέχεια στο Military History