Δέκα χρόνια μετά τον θάνατο του Μουάμαρ Καντάφι, έπειτα από μια εξέγερση εναντίον του καθεστώτος του που βύθισε τη Λιβύη στο χάος, η χώρα δυσκολεύεται να ολοκληρώσει τη μετάβασή της προς τη δημοκρατία, με τις διαφωνίες μεταξύ των αντίπαλων πλευρών να απειλούν να σαμποτάρουν τις προεδρικές εκλογές του Δεκεμβρίου.
Πριν δέκα χρόνια, στις 20 Οκτωβρίου 2011, ο Καντάφι εντοπίστηκε στο προπύργιό του στη Σύρτη όπου είχε καταφύγει, λιντσαρίστηκε από μαχητές και εκτελέστηκε την ίδια ημέρα. Το πτώμα του εκτέθηκε σε μία αγορά.
Έπειτα από 42 χρόνια αυταρχικής διακυβέρνησης ο «επικεφαλής της επανάστασης» που ανέτρεψε τη μοναρχία στη Λιβύη παρασύρθηκε από τον άνεμο της Αραβικής Άνοιξης. Η αμφιλεγόμενη διεθνής επέμβαση στη χώρα, που ξεκίνησε το 2011 υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ, συνέβαλε στην πτώση του Καντάφι.
Όμως αντί να φανεί αντάξια των προσδοκιών των διαδηλωτών, η επέμβαση αυτή βύθισε τη χώρα της βόρειας Αφρικής σε ένα σπιράλ βίας και εσωτερικών διχασμών, που τροφοδοτήθηκαν από τις ξένες παρεμβάσεις.
Έπειτα από χρόνια συγκρούσεων μεταξύ αντίπαλων πλευρών, τον Μάρτιο σχηματίστηκε, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, μια μεταβατική κυβέρνηση, η οποία θα οδηγήσει τη χώρα στις προεδρικές εκλογές που είναι προγραμματισμένες για τις 24 Δεκεμβρίου.
«Η κατάσταση έχει βελτιωθεί αισθητά. Η εκεχειρία που συμφωνήθηκε τον Οκτώβριο του 2020 εξακολουθεί να εφαρμόζεται και η κυβέρνηση εθνικής ενότητας είναι η μοναδική κυβέρνηση της Λιβύης», δηλώνει ο ερευνητής Χάμις Κίνεαρ του ινστιτούτου Verisk Maplecroft.
«Όμως η πολιτική σταθερότητα είναι ολοένα και πιο εύθραυστη. Οι έξι επόμενοι μήνες θα μας πουν αν η περίοδος ηρεμίας που ακολούθησε την εκεχειρία ήταν απλώς μια ευκαιρία για τις ένοπλες ομάδες να επουλώσουν τις πληγές τους ή αν πρόκειται για πραγματική πρόοδο προς μια πολιτική λύση», συνεχίζει ο ίδιος.
«Έλλειψη εμπειρίας»
Για τον Λίβυο πανεπιστημιακό Μαχμούντ Χαλφάλαχ οι εκλογές από μόνες τους «δεν αρκούν για να δοθεί μια οριστική λύση».
«Από τη χώρα λείπει πολιτική εμπειρία και ο δρόμος προς την αλλαγή είναι μακρύς», εκτιμά, ενώ αναφέρθηκε και σε άλλους παράγοντες που θα συμβάλλουν στην ειρήνευση στη Λιβύη: «ο τερματισμός των παρεμβάσεων, η ωριμότητα των ψηφοφόρων να επιλέγουν υποψηφίους ανεξάρτητα από την περιοχή από την οποία κατάγονται ή τη φυλή στην οποία ανήκουν, η αποδοχή των αποτελεσμάτων (των εκλογών) από όλους».
Και ο διχασμός συνεχίζεται. Χαρακτηριστική του κλίματος ήταν η πρόσφατη διαμάχη σχετικά με νομοσχέδιο το οποίο καταρτίστηκε προκειμένου να επιτραπεί στον ισχυρό άνδρα της ανατολικής Λιβύης Χαλίφα Χάφταρ να είναι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές.
Το νομοσχέδιο επικυρώθηκε από το κοινοβούλιο που έχει την έδρα του στο Τομπρούκ, όμως απορρίφθηκε από το Ανώτατο Συμβούλιο του Κράτους, το αντίστοιχο της Γερουσίας, με έδρα στην Τρίπολη. Το κοινοβούλιο επίσης ανακοίνωσε την αναβολή για ένα μήνα των βουλευτικών εκλογών, οι οποίες θα διεξαχθούν την ίδια ημέρα με τις προεδρικές.
Στην περιοχή της Τρίπολης υπάρχει μεγάλη εχθρότητα απέναντι στον Χάφταρ από τότε που εξαπέλυσε στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της λιβυκής πρωτεύουσας από τον Απρίλιο του 2019 ως τον Ιούνιο του 2020. Το πορτραίτο του, διαγραμμένο με έναν κόκκινο σταυρό, καλύπτει τις προσόψεις πολλών κυβερνητικών κτιρίων.
«Αν οι εκλογές διεξαχθούν με βάση τις προϋποθέσεις που περιγράφονται από τη Βουλή, χωρίς να υπάρχει ευρύτερη στήριξη από τις πολιτικές ομάδες στη Δύση, αυτό ενδέχεται να προκαλέσει νέο διχασμό στη Λιβύη, με δύο αντίπαλες κυβερνήσεις», προειδοποιεί ο Κίνεαρ.
«Ο κίνδυνος θα είναι αυξημένος αν ο Χαλίφα Χάφταρ κερδίσει τις προεδρικές εκλογές, διότι είναι μια τοξική προσωπικότητα για τις ένοπλες ομάδες που υπερασπίστηκαν την Τρίπολη στη διάρκεια της αποτυχημένης επιχείρησής του», συνεχίζει ο ίδιος.
«Μια καλύτερη ζωή»
Για τη διεθνή κοινότητα προτεραιότητα αποτελεί η διεξαγωγή εκλογών, παρά τα προβλήματα στην πολιτική διαδικασία.
«Έχουμε επίγνωση ότι υπήρξαν παρατυπίες, ή ακόμη και νοθεία, όμως εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η λύση βρίσκεται σε αυτές τις εκλογές», δήλωσε Ευρωπαίος διπλωμάτης από την Τρίπολη.
Οι Λίβυοι από την πλευρά τους ελπίζουν «σε μια καλύτερη ζωή και σταθερότητα μέσω των εκλογών αυτών», σύμφωνα με τον Λίβυο αναλυτή Άχμεντ ελ Ρασράχ.
Το καθεστώς Καντάφι σημαδεύτηκε κυρίως από την αμείλικτη καταστολή κάθε φωνής αντιπολίτευσης, όμως οι Λίβυοι γνώρισαν και κάποια ευημερία στη διάρκεια των ετών που κυβερνούσε τη χώρα χάρη στα μεγάλα αποθέματά της σε πετρέλαιο.
Το δεκαετία του 2000 το ΑΕΠ ανά κάτοικο ήταν το υψηλότερο στην Αφρική. Ο πόλεμος όμως άλλαξε τα δεδομένα: διακοπές στην ηλεκτροδότηση, ζημιές στις υποδομές, πληθωρισμός… Οι Λίβυοι επλήγησαν ιδιαίτερα από την αστάθεια.
Στην Τρίπολη μια δεκαετία χάους «επηρέασε τη ζωή των Λίβυων οικονομικά και ψυχολογικά», καταγγέλλει ο Ισάμ ελ Μέζρι, ένας επιχειρηματίας που επιθυμεί η μελλοντική κυβέρνηση «να αφοπλίσει» τις πολιτοφυλακές και «να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό».
«Βρισκόμαστε σε έναν φαύλο κύκλο εξαιτίας της αποτυχημένης πολιτικής διαδικασίας», εκτιμά ο Αμπντελφάτα Μπένουρ, ένας δημόσιος υπάλληλος.
Ο Φάρταζ Ναζίμπ, έμπορος στη Βεγγάζη, προπύργιο της εξέγερσης του 2011, είναι αισιόδοξος: «οι εκλογές είναι μια αχτίδα ελπίδας για τους Λίβυους που έχουν φτωχοποιηθεί πολύ».