Νέα προσφυγή κατέθεσε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν όχι όμως κατά της Τουρκίας όπως είχε κάνει παλαιότερα, αλλά κατά της Ελλάδος. Τι ισχυρίζεται ο φυλακισμένος εδώ και πολλά χρόνια στην Τουρκία ιστορικός αρχηγός των Κούρδων και ιδρυτής του PKK;
Προφανώς μιλά για την περίοδο 1998-1999 όταν είχε καταφύγει στην Ελλάδα για να αποφύγει την τουρκική καταδίωξη. Tότε σε ένα διάστημα 4 μηνών από τον Νοέμβριο του 1998 έως το Φεβρουάριο του 1999 είχε βρεθεί στην Ελλάδα αλλά και στην Κένυα στην εκεί ελληνική πρεσβεία, όπου τελικά τον συνέλαβαν Τούρκοι πράκτορες.
Όπως καταγράφει ρεπορτάζ της Deutsche Welle ο Οτσαλάν λέει πως σε ελληνικό έδαφος υπέστη κακομεταχείριση από την Ελληνική Αστυνομία, πως κρατήθηκε χωρίς να υπάρχει νόμιμη διαδικασία σε διάφορα σημεία (Αθήνα, Κέρκυρα, Ελληνική πρεσβεία), πως δεν του δόθηκε ποτέ η ευκαιρία να υποβάλλει αίτημα ασύλου στην Ελλάδα, όλα μαζί δηλαδή παραβιάσεις βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και συγκεκριμένων άρθρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Το Ευρωπαικό Δικαστήριο έχει ήδη καλέσει την Ελλάδα να παρουσιάσει τις θέσεις της και να αποκρούσει τις κατηγορίες, εντός τριμήνου. Ο Οτσαλάν στο παρελθόν -ως φυλακισμένος στην Τουρκία καταδικασμένος σε ισόβια- έχει κάνει άλλες δύο προσφυγές στο δικαστήριο, η πρώτη το 1999 όπου κατηγορούσε τις τουρκικές αρχές για κακομεταχείριση και αδυναμία να αντιμετωπίσει μια δίκαιη δίκη. Η δεύτερη προσφυγή του έγινε το 2014 πάλι για τις συνθήκες κράτησης. Το Δικαστήριο και στις δύο περιπτώσεις τον δικαίωσε -εν μέρει.
Το γιατί ανακινεί το όλο θέμα με την ελληνική πλευρά, ο Οτσαλάν μετά από 20 χρόνια είναι ενδιαφέρον. Πάντως η καταγραφή των γεγονότων των τότε ημερών, σε ότι αφορά την ελληνική πλευρά έχει πολλές εκφάνσεις:
- Μια κυβέρνηση της εποχής που βρέθηκε σε αμηχανία πως να διαχειριστεί την περίπτωση του κινούμενη έως και πανικόβλητα.
- Με παρεμβάσεις μη θεσμικών «παραγόντων» που ανέλαβαν -χωρίς καμία εξουσιοδότηση- να ασκήσουν την εξωτερική πολιτική της χώρας μας.
- Με εθνικές υπηρεσίες να αποκαλύπτουν δομικές αδυναμίες τους στην ανάληψη ειδικών αποστολών και στην διαχείριση κρίσεων και και βέβαια με πολλούς ερασιτεχνισμούς από υποτίθεται “ειδικούς”.
Στα μετέπειτα χρόνια η -κατά την άποψη μας- συνολική κακή ελληνική επίδοση στο όλο θέμα έγινε, ως συνήθως, ένα πεδίο αλληλομετάθεσης ευθυνών και ευκαιρία για “ανάδειξη ηρώων” ή για “κατακεραύνωση προδοτών της χώρας”.