Στα μέτωπα της Ουκρανίας με την κυριαρχία της χρήσης drones όλων των τύπων και για κάθε ρόλο, η αντιμετώπιση τους έχει μετατραπεί σε κύριο αμυντικό ζήτημα και για τις δύο εμπόλεμες πλευρές. Στις πολλές λύσεις που έχουν εφευρεθεί και δοκιμαστεί, αξίζει να δούμε εκείνες σε επίπεδο στρατιώτη, ή το πολύ ομάδας στρατιωτών. Οι οποίοι είναι οι πρώτοι εκτεθειμένοι στις επιθέσεις, ειδικά από μικρά μη επανδρωμένα, τα οποία έχουμε δει να στοχοποιούν ακόμη και έναν μαχόμενο μόνο του.
Έτσι σταδιακά έχει δημιουργηθεί τόσο από ρωσικής όσο και ουκρανικής πλευράς, ένα “υβρίδιο” ατομικού οπλισμού, που συνδυάζει φορητούς ηλεκτρομαγνητικούς παρεμβολείς και όπλα με κυνηγετικό φυσίγγι (στο τυπικό 12αρι διαμέτρημα). Ο οπλίτης που φέρει αυτά τα συστήματα προσφέρει κάλυψη παρεμβολής στην ομάδα του συνήθως σε ακτίνα 100-200 μέτρων, ενώ με το κυνηγετικό μπορεί να καταρρίψει drone σε απόσταση κάποιων δεκάδων μέτρων, όπου βέβαια το τελευταίο -να το αναγνωρίσουμε- είναι υψηλότατου ρίσκου δράση. Αλλά απαραίτητη αν το drone έχει εντοπίσει τους πεζικάριους και εφορμά εναντίον τους.
Στην παραπάνω φωτό βλέπουμε μια ρωσική εκδοχή αυτής της νέας “ειδικότητας”, του κυνηγού drone: με τον στρατιώτη να φέρει στην πλάτη φορητό παρεμβολέα, μοντέλο CKJ-1704 της Ural Systems, με ισχύ εξόδου 300 Watt. Ο παρεμβολέας τροφοδοτείται από μπαταρία 40.000 mAh, ενώ στη μέγιστη ισχύ η εμβέλεια του φθάνει τα 2.000 μέτρα, αν και αυτό μπορεί να διατηρηθεί για λίγο χρόνο. Mπορεί να λειτουργήσει έως 60 λεπτά με την μπαταρία, καλύπτει 6 ζώνες συχνοτήτων, ενώ ζυγίζει 19 κιλά και είναι ενσωματωμένος σε σακίδιο με ιμάντες.

Ο ίδιος στρατιώτης φέρει και ρωσικό κυνηγετικό σούπερ ποζέ, TOZ 34, ένα γνωστό οικονομικό όπλο, αν και εδώ κάνει εντύπωση η χρήση δίκαννου και όχι μιας αυτόματης καραμπίνας με μεγάλη αποθήκη φυσιγγίων. Ενδιαφέρον είναι πως ο παρεμβολέας πωλείται στην λιανική κάπου στα 4.000+ ευρώ, ενώ το κυνηγετικό είναι της τάξης των λίγων εκατοντάδων ευρώ (ως παλιό μοντέλο, ή κάτι αντίστοιχο του σύγχρονο).
Σε ουκρανική εκδοχή γνωστή είναι η εταιρεία Kvertus, η οποία παράγει πολλά μοντέλα παρεμβολέων, και αρκετά από αυτά φορητά, είτε ως φορτίο σε σακίδιο, είτε ως “τυφέκιο”. Ενδεικτικά το μοντέλο F3U, καλύπτει 15 ζώνες συχνοτήτων, από 130 έως 5.900 MHz, έχει εμβέλεια έως 150 μέτρα, μπαταρία 60.000 mAh, χρόνο λειτουργίας έως 2 ώρες και ζυγίζει 15 κιλά. H τιμή του αναφέρεται κάπου στα 7.000 ευρώ.
Ενώ το anti-drone “τυφέκιο” Kvertus AD G-6+ καλύπτει 6 ζώνες συχνοτήτων, έχει εμβέλεια έως 1.500 μέτρα, ζυγίζει 6,5 κιλά και λειτουργεί με μπαταρία 15.000 mAh.
Ακόμη οι Ουκρανοί έχουν υιοθετήσει, εκτός από τυπικές κυνηγετικές καραμπίνες και το αυτόματο τυφέκιο σε διαμέτρημα 12, Safari HG-105M, σε σχέδιο bullpup, με γεμιστήρες 5 ή 10 φυσιγγίων και για χρήση κατά drones.
Οι παραπάνω “λύσεις” εξοπλισμού είναι βέβαια μόνο δείγματα της ποικιλίας που έχουν εμφανιστεί στα ουκρανικά μέτωπα, όπου η μάχη κατά των drones είναι πολύ δύσκολη. Καθώς το πεδίο της μάχης χαρακτηρίζεται κυρίως από μεγάλες ανοιχτές εκτάσεις, άρα είναι δύσκολη η απόκρυψη των μαχητών. Για αυτό και βλέπουμε, την επιστροφή σε μάχες χαρακωμάτων, αμπριών, μικρών οχυρωμένων θέσεων, με σκέπαστρα από κορμούς, κλαδιά και χώμα, ότι δηλαδή μπορεί να προσφέρει κάποια κάλυψη, είτε από το συνεχές πυρ του πυροβολικού είτε από τα drones.

Στο ίδιο επίπεδο ομάδας μάχης ή διμοιρίας, υπάρχει βέβαια και η μεγάλη χρήση πολυβόλων για κατάρριψη drones, και εδώ με πολλές λύσεις, πολλές από αυτές πρόχειρες και πειραματισμοί στο πεδίο. Όπως το παρακάτω, ρωσικό buggy, με ιδιοκατασκευή στο πίσω μέρος, που συνδυάζει 6 τυφέκια, για συγχρονισμένη βολή υπό γωνία, κατά drones!
Γενικότερα και οι δύο πλευρές, αναφέρουν μαζική χρήση πολλών συστημάτων ηλεκτρονικής παρεμβολής, από μεγάλης ισχύος, όπως π.χ. τα ρωσικά Krasukha-2/4 με εμβέλεια εκατοντάδων χιλιομέτρων, έως μικρότερων σε επίπεδο τάγματος, μέχρι τα ατομικά που περιγράψαμε παραπάνω.

Στο ερώτημα πόσο αποτελεσματικά είναι όλα αυτά τα συστήματα, οι αφηγήσεις από τα μέτωπα συγκλίνουν στο μάλλον αναμενόμενο. Πως προσφέρουν σημαντικά, αλλά κανένα δεν εγγυάται “πλήρη κάλυψη”. Οι μεγάλοι ισχυροί παρεμβολείς κάνουν “σίγηση” σε όλες τις τηλεπικοινωνίες και συχνότητες ραντάρ, είτε φίλιες είτε εχθρικές. Έτσι η χρήση τους δεν μπορεί να γίνεται συνεχώς. Ακόμη η ενεργοποίηση τους, καθιστά αυτά τα βαριά συστήματα στόχους μεγάλης προτεραιότητας, όπου το ισχυρό σήμα τους είναι απόλυτα αποκαλυπτικό και της θέσης τους.
Σε ατομικό επίπεδο, οι φορητοί παρεμβολείς καθώς λειτουργούν με μπαταρία, δεν μπορεί να είναι συνεχώς ανοιχτοί (ακόμη και με εφεδρικές), ενώ η μικρή εμβέλεια τους, περιορίζει τις κινήσεις της ομάδας μάχης των στρατιωτών, που πρέπει να μένουν κοντά στον συνάδελφο τους που φέρει το σχετικό εξοπλισμό. Παράλληλα δυσκολεύουν την χρήση των δικών τους drone που αξιοποιούν για περιπολία και ανίχνευση εχθρικών κινήσεων. Ενώ βέβαια οι ηλεκτρομαγνητικοί παρεμβολείς δεν μπορούν να σταματήσουν τα drones με καθοδήγηση οπτικής ίνας, που είναι η “νέα μόδα”.
Καταληκτικά διαπιστώνουμε πως η “μάχη” drones-αντι drones συστημάτων συνεχίζεται σε επίπεδο τεχνολογίας. Τα μη επανδρωμένα, ειδικά τα μικρού μεγέθους διατηρούν το πλεονέκτημα του χαμηλού κόστους, της αξιόλογης εμβέλειας για τοπικές συγκρούσεις, της μεγάλης ισχύος πυρός και της επισκόπησης σε πραγματικό χρόνο, απαιτώντας όμως και έμπειρους χειριστές με συνεχή εκπαίδευση όπως και υποστήριξη για τις -σχεδόν καθημερινές- βελτιώσεις. Τα anti drones συστήματα προσφέρουν κάποια κάλυψη, ειδικά σε καλά εκπαιδευμένο και ψύχραιμο προσωπικό (σημαντικός παράγοντας), που θα μπορέσει να τα αξιοποιήσει όταν πρέπει και με αξιολόγηση του περιβάλλοντος μάχης.
Και τα δύο εξελίσσονται συνεχώς, ενώ όποιος στρατός (φυσικά και ο ελληνικός) δεν αντιληφθεί την κρισιμότητα και την απόλυτη αναγκαιότητα επένδυσης σε τέτοια συστήματα, μάλλον βαδίζει στα τυφλά.