Το γερμανικό υποβρύχιο Type 214NG, γνωστό και ως “Next Generation”, αποτελεί την πιο πρόσφατη και ώριμη εξέλιξη της οικογένειας Τype 214 που έχει αναπτύξει η ThyssenKrupp Marine Systems (TKMS) για εξαγωγικές αγορές. Πρόκειται για μια πλατφόρμα που πατά επάνω στην αποδεδειγμένη επιχειρησιακή επιτυχία των Type 212/214, αλλά εισάγει ταυτόχρονα νέες τεχνολογίες στον τομέα της πρόωσης, της διαχείρισης ενέργειας, της υποβρύχιας αθόρυβης πλεύσης και –ιδιαίτερα σημαντικό– του συστήματος μάχης, καθώς πλέον για το 214NG η TKMS διαφημίζει την υιοθέτηση του ORCCA, του πλέον σύγχρονου ευρωπαϊκού συστήματος μάχης για μη πυρηνικά υποβρύχια.
Η παρουσία της οικογένειας Type 214 στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ήδη … έντονη, καθώς το Πολεμικό Ναυτικό διαθέτει τέσσερα υποβρύχια Type 214HN, τα οποία έχουν αναβαθμίσει θεαματικά τις ελληνικές υποβρύχιες δυνατότητες σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα αθόρυβης πλεύσης, την αυτονομία και την ικανότητα των αισθητήρων. Τα υποβρύχια Παπανικολής, Πιπίνος, Ματρώζος και Κατσώνης έχουν καταστεί βασικός πυλώνας της ελληνικής αποτροπής, με συνεχή παρουσία σε κρίσιμες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου και συμμετοχή σε σύνθετες αποστολές επιτήρησης και αναγνώρισης.
Το γεγονός ότι κατά καιρούς εμφανίζονται φωτογραφίες από περισκόπια ελληνικών 214HN, όπου απεικονίζονται τουρκικά πολεμικά και βοηθητικά πλοία σε μικρές αποστάσεις, κι όλα αυτά την κρίσιμη “πολεμική” περίοδο του καλοκαιριού του 2020, καταδεικνύει στην πράξη τη μυστικότητα και την επιχειρησιακή τους αξία, ανεξάρτητα από το αν ορισμένες από τις πλέον “διάσημες” φωτογραφίες ή αναφορές –όπως αυτές που σχετίζονται με το Oruc Reis– δεν έχουν ποτέ επίσημα επιβεβαιωθεί. Με λίγα λόγια, αν το 2020 οι Τούρκοι έκαναν το λάθος, ούτε θα καταλάβαιναν “από που τους ήρθε”.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου η υποβρύχια ισχύς αποκτά καθοριστικό ρόλο για την ισορροπία δυνάμεων, το Type 214NG έρχεται ως μια πιθανή προφανής “επόμενη κίνηση” για ναυτικά όπως το ελληνικό, που ήδη γνωρίζουν τη φιλοσοφία της πλατφόρμας 214 και διαθέτουν υποδομή, τεχνογνωσία και εκπαιδευμένο προσωπικό πάνω σε αυτή. Η ανάλυση του NG, σε σύγκριση τόσο με τα ελληνικά 214HN όσο και με τα τουρκικά 214TN (Reis-class), αλλά και σε συνάρτηση με τις διεθνείς εξελίξεις στον χώρο των υποβρυχίων AIP, αναδεικνύει τις επιλογές που έχει μπροστά του το Πολεμικό Ναυτικό για την επόμενη δεκαετία, είναι μάλλον απαραίτητη για να καταλάβουν οι αναγνώστες μας περισσότερα για αυτή την αρκετά “ισχυρή” υποψηφιότητα.
Η σχεδίαση και ο χάλυβας υψηλής αντοχής
Η βασική σχεδίαση του Type 214NG ακολουθεί τη φιλοσοφία των προηγούμενων Type 214, με αύξηση ωστόσο των διαστάσεων και ανανέωση της αρχιτεκτονικής στο εσωτερικό. Το μήκος του υποβρυχίου φτάνει περίπου τα εβδομήντα ένα μέτρα, με εκτόπισμα γύρω στους δύο χιλιάδες τόνους στην επιφάνεια και άνω των δύο χιλιάδων διακοσίων τόνων σε κατάδυση, ανάλογα με τη διαμόρφωση και το φόρτο. Το πλάτος και το βύθισμα παραμένουν σε παρεμφερή επίπεδα με προηγούμενες εκδόσεις, ενώ το μέγιστο επιχειρησιακό βάθος κατάδυσης φτάνει –και σύμφωνα με αρκετές εκτιμήσεις υπερβαίνει– τα τετρακόσια μέτρα, χάρη στη χρήση χάλυβα υψηλής αντοχής (τύπου HY-100 ή αντίστοιχης κατηγορίας).
Εδώ αξίζει να γίνει μια σημαντική διευκρίνιση: το πλήρως μη μαγνητικό κύτος είναι χαρακτηριστικό της γερμανικής κλάσης Type 212/212A, η οποία προορίζεται για τον γερμανικό και ιταλικό στόλο (και πλέον τη Νορβηγία με τα 212CD). Το Type 214, στην εξαγωγική του οικογένεια, χρησιμοποιεί καταρχήν χάλυβα υψηλής αντοχής, βελτιστοποιημένο για καταδύσεις σε μεγάλα βάθη, έχει υψηλή δομική αντοχή, ενώ η μείωση της μαγνητικής υπογραφής επιτυγχάνεται με συνδυασμό υλικών, επεξεργασιών και εξωτερικών επιστρώσεων και όχι με πλήρως μη μαγνητικό κύτος όπως στο 212. Αυτό ισχύει και για τα ελληνικά 214HN, τα οποία χρησιμοποιούν, κατ’ επιλογή του ΠΝ, χάλυβα υψηλής αντοχής για μεγάλα βάθη, αν και στο 214NG, δεν μπορούμε να ξέρουμε τι θα αποφασίσει το ΠΝ, αν δηλαδή θα επιλέξει υλικά υψηλής αντοχής και μέτρα stealth, ή μη μαγνητικό χάλυβα.

Στο εσωτερικό, η αύξηση του μήκους και ο ανασχεδιασμός των διαμερισμάτων και των στεγανών, επιτρέπουν την εγκατάσταση περισσότερων και ισχυρότερων μπαταριών, μεγαλύτερων δεξαμενών καυσίμου και νέου, σύγχρονου εξοπλισμού αποστολών, ενώ διατηρείται η έμφαση στη μείωση κραδασμών και στην ακουστική απομόνωση. Η εγκατάσταση εξοπλισμού γίνεται με τρόπο που ελαχιστοποιεί τα “μονοπάτια θορύβου” προς το κύτος, με ελαστικές βάσεις, αποσβεστήρες και ειδικές κατασκευαστικές πρακτικές, ώστε η συνολική ακουστική υπογραφή να παραμένει εξαιρετικά χαμηλή ακόμη και σε υψηλότερες ταχύτητες σε κατάδυση.
Πρόωση, AIP και μπαταρίες ιόντων λιθίου
Η πρόωση του Type 214NG βασίζεται σε ένα υβριδικό σύστημα ντίζελ–ηλεκτρικό, συμπληρωμένο από τέταρτης γενιάς σύστημα AIP με κυψέλες καυσίμου, όπως τονίζει και η TKMS στην περιγραφή του σκάφους. Το σύστημα AIP χρησιμοποιεί κυψέλες καυσίμου PEM (Proton Exchange Membrane) με καύσιμο υδρογόνο και οξυγόνο, παράγοντας ηλεκτρική ενέργεια χωρίς τη χρήση μηχανικών κινούμενων μερών, άρα με ελάχιστο θόρυβο και χαμηλό θερμικό ίχνος. Το AIP επιτρέπει στο υποβρύχιο να παραμένει σε κατάδυση για εβδομάδες, πλέοντας με μικρή ταχύτητα –της τάξης των τεσσάρων έως έξι κόμβων– χωρίς ανάγκη για χρήση αναπνευστήρα, μειώνοντας δραματικά τον κίνδυνο εντοπισμού από εχθρικά μέσα επιτήρησης.
Στην έκδοση NG, το AIP έχει εξελιχθεί περαιτέρω σε σύγκριση με τα αρχικά 214, με βελτιωμένη απόδοση, καλύτερη διαχείριση θερμότητας και ολοκλήρωση με το κύριο σύστημα διαχείρισης ενέργειας του υποβρυχίου. Η σημαντική διαφορά σε σχέση με την προηγούμενη γενιά είναι η προβλεπόμενη πλήρης συμβατότητα με μπαταρίες ιόντων λιθίου (αν το επιλέξει ο πελάτης). Οι μπαταρίες Li-Ion προσφέρουν πολλαπλάσια ενεργειακή πυκνότητα σε σχέση με τις παραδοσιακές μπαταρίες μολύβδου–οξέος, επιτρέπουν ταχύτερη φόρτιση, μεγαλύτερο αριθμό κύκλων φόρτισης–εκφόρτισης και μικρότερο βάρος για το ίδιο ενεργειακό περιεχόμενο. Αυτό μεταφράζεται σε μεγαλύτερη επιχειρησιακή αυτονομία σε κατάδυση, σημαντικά μειωμένες ανάγκες χρήσης αναπνευστήρα και δυνατότητα παρατεταμένων αποστολών σε περιοχές ενδιαφέροντος χωρίς αποκάλυψη της θέσης του υποβρυχίου.

Η μέγιστη ταχύτητα σε κατάδυση παραμένει της τάξης των είκοσι κόμβων όταν χρησιμοποιείται ο κύριος ηλεκτροκινητήρας σε πλήρη ισχύ, ενώ στην επιφάνεια το υποβρύχιο μπορεί να φτάσει περίπου τους δώδεκα κόμβους με χρήση των πετρελαιοκινητήρων. Όμως η πραγματική “δύναμη” του NG βρίσκεται στη χαμηλή ταχύτητα, με συνδυασμένη χρήση AIP και μπαταριών. Σε αυτό το καθεστώς, το υποβρύχιο μπορεί να κινείται για εβδομάδες με μηδενικό σχεδόν ακουστικό και θερμικό ίχνος, ιδανικό για αποστολές διείσδυσης σε εχθρικά ύδατα, αλλά και ενέδρες σε κρίσιμα σημεία.
Το πλήρωμα ενός 214NG παραμένει σχετικά μικρό, γύρω στα τριάντα άτομα, κάτι που επιτυγχάνεται χάρη στην εκτεταμένη αυτοματοποίηση των συστημάτων. Η μείωση του πληρώματος έχει διπλή σημασία: αφενός μειώνει το λειτουργικό κόστος και τις ανάγκες υποστήριξης, αφετέρου διευκολύνει τη διαβίωση εντός του σκάφους σε παρατεταμένες αποστολές, προσφέροντας καλύτερες συνθήκες για τους ναυτικούς.
Οπλικός φόρτος και επιχειρησιακές δυνατότητες
Στον τομέα του οπλισμού, το Type 214NG έχει σχεδιαστεί ώστε να αποτελεί μια εξαιρετικά ευέλικτη πλατφόρμα. Διαθέτει οκτώ σωλήνες τορπιλών διαμέτρου 533 mm στην πλώρη, εκ των οποίων οι τέσσερις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για εκτόξευση πυραύλων, είτε πρόκειται για αντιπλοϊκούς είτε για πυραύλους κρούσης. Ο συνολικός οπλικός φόρτος εξαρτάται από τη διαμόρφωση, αλλά συνήθως περιλαμβάνει συνδυασμό βαριών τορπιλών, αντιπλοϊκών πυραύλων και ναρκών.
Οι γερμανικές βαριές τορπίλες DM2A4 SeaHake αποτελούν την κορυφαία επιλογή για τους σωλήνες των 214, καθώς προσφέρουν μεγάλη εμβέλεια, υψηλή ταχύτητα, προηγμένη καθοδήγηση με οπτική ίνα και εξαιρετικές δυνατότητες διάκρισης στόχων σε θορυβώδες περιβάλλον. Η DM2A4 αποτελεί πλέον “χρυσό στάνταρ” βαριάς τορπίλης στο ΝΑΤΟ και έχει παραληφθεί σε διάφορες διαμορφώσεις από διαφορετικά ναυτικά. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι DM2A4 που παραλαμβάνει τώρα το ΠΝ ενσωματώνουν τις πιο πρόσφατες βελτιώσεις λογισμικού και αισθητήρων, κάτι που προσδίδει ένα ποιοτικό πλεονέκτημα έναντι αντίστοιχων συστημάτων που αποκτήθηκαν πριν από δέκα ή και περισσότερα χρόνια από άλλες χώρες.
Το 214NG μπορεί επίσης να φέρει πυραύλους Harpoon για προσβολή στόχων επιφανείας από κατάδυση, ενώ αρχιτεκτονικά το CMS του μπορεί να υποστηρίξει και πυραύλους NSM αλλά και πυραύλους cruise για κρούση κατά χερσαίων στόχων, εφόσον μια τέτοια διαμόρφωση επιλεγεί από το ΠΝ. Παράλληλα, η δυνατότητα ενσωμάτωσης αντιαεροπορικών πυραύλων όπως ο IDAS προσφέρει μια σημαντική διάσταση αυτοάμυνας έναντι ελικοπτέρων ανθυποβρυχιακού πολέμου και αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας.
Σύστημα μάχης ORCCA και αισθητήρες νέας γενιάς
Εδώ βρίσκεται μια από τις σημαντικότερες διαφορές του Type 214NG σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές 214, αλλά και ένα από τα κομβικά σημεία του NG, καθώς σύμφωνα με την ίδια την TKMS, εξοπλίζεται με το ORCCA Combat System, το οποίο έχει επιλεγεί και για τα υποβρύχια Type 212CD. Πρόκειται για ένα σύστημα μάχης που αναπτύσσεται από την κοινοπραξία ΚΤΑ naval systems (TKMS, Atlas Elektronik, Kongsberg) και έχει σχεδιαστεί ως η “ναυαρχίδα” των ευρωπαϊκών μη πυρηνικών υποβρυχίων.
Σε αντίθεση με τα ελληνικά 214HN, τα οποία χρησιμοποιούν την οικογένεια ISUS 90 της Atlas Elektronik σε προηγούμενη διαμόρφωση, το ORCCA είναι μια νέα γενιά συστήματος μάχης, με πολύ μεγαλύτερη υπολογιστική ισχύ, αυξημένη δυνατότητα “συγχώνευσης” δεδομένων από πολλαπλούς αισθητήρες (sonar, optronics, ESM, navigation) και βέλτιστη προσαρμογή σε δικτυοκεντρικό περιβάλλον επιχειρήσεων. Στην ουσία, το ORCCA αναλαμβάνει να συγκεντρώνει, να φιλτράρει και να παρουσιάζει στον κυβερνήτη και το ΚΔΜ μια ενιαία επιχειρησιακή εικόνα του υποθαλάσσιου και επιφανειακού περιβάλλοντος, με δυνατότητα διαμοιρασμού δεδομένων προς άλλα φίλια μέσα.

Σε επίπεδο αισθητήρων, το 214NG συνδυάζει κύριο σόναρ, πλευρικά σόναρ (flank arrays), συρόμενο σόναρ μεγάλης εμβέλειας, συστήματα αποφυγής ναρκών και βυθομέτρησης, καθώς και προηγμένα περισκοπικά–οπτοηλεκτρονικά συστήματα. Ειδικά για τα 212CD είναι γνωστό ότι υιοθετούν οπτοηλεκτρονικούς ιστούς της Hensoldt και πακέτο ναυτιλίας–mine avoidance της Kongsberg, ενώ το 214NG αξιοποιεί αντίστοιχης φιλοσοφίας γερμανικά και ευρωπαϊκά υποσυστήματα, με επιλογή συνδυασμών ανάλογα με τον πελάτη. Η λογική είναι κοινή, να προσφέρει τη μέγιστη δυνατή πληροφορία στο πλήρωμα, με τη μικρότερη δυνατή αποκάλυψη του σκάφους.
Έτσι, στο επίπεδο της τεχνολογικής “συγγένειας” θα μπορούσαμε να πούμε ότι το 214NG με ORCCA φέρνει τα 214 στην ίδια γενιά συστήματος μάχης με τα 212CD, ενώ τα ελληνικά 214HN παραμένουν σε προηγούμενη, αλλά απολύτως αξιόπιστη και δοκιμασμένη, γενιά ISUS 90.
Σύγκριση με τα ελληνικά Type 214HN
Τα ελληνικά Type 214HN, παρά το ότι ανήκουν στην προηγούμενη γενιά, διατηρούν ακέραια την επιχειρησιακή τους αξία. Η βασική σχεδίαση με χάλυβα υψηλής αντοχής, AIP και DM2A4 προδιαγράφει ένα υποβρύχιο με πολύ υψηλές δυνατότητες μυστικότητας και κρούσης στο περιβάλλον του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου. Η διαφορά με το 214NG εντοπίζεται κυρίως σε τέσσερις άξονες: διαστάσεις και φόρτος, σύστημα μάχης, διαχείριση ενέργειας και βαθμός “ψηφιακής” ωριμότητας.
Το NG, όντας μεγαλύτερο, μπορεί να μεταφέρει περισσότερο καύσιμο, περισσότερες μπαταρίες και μεγαλύτερο αριθμό όπλων. Η μετάβαση από ISUS 90 σε ORCCA φέρνει μια γενιά παραπάνω στην επεξεργασία δεδομένων και στη διαχείριση πληροφοριών, συνδέοντας το υποβρύχιο πιο στενά με δικτυοκεντρικές επιχειρήσεις. Η δυνατότητα πλήρους υιοθέτησης μπαταριών Li-Ion ανεβάζει το ταβάνι της αυτονομίας σε κατάδυση, μειώνοντας δραστικά την ανάγκη για χρήση αναπνευστήρα. Τέλος, η συνολική αρχιτεκτονική του σκάφους και η αυτοματοποίηση συστημάτων είναι σχεδιασμένες εξαρχής με γνώμονα την ενσωμάτωση νέων αισθητήρων και μελλοντικών όπλων, άρα και την επιμήκυνση του επιχειρησιακού του βίου.

Από την άλλη, το ΠΝ διαθέτει πλέον εκτεταμένη εμπειρία στα 214HN, με ώριμη εφοδιαστική αλυσίδα και υποδομή συντήρησης. Αυτό σημαίνει ότι η ένταξη 214NG θα μπορούσε να γίνει με ομαλό τρόπο, καθώς η φιλοσοφία και η βασική τεχνολογία είναι κοινές. Το πραγματικό άλμα για το ΠΝ θα έρθει από τον συνδυασμό 214HN με MLU και νέα όπλα, σε συνδυασμό με 214NG με ORCCA και Li-Ion, δημιουργούν ένα μίγμα υποβρυχίων που θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστεί από οποιονδήποτε αντίπαλο στην περιοχή.
Σύγκριση με τα τουρκικά Type 214TN και η περίπτωση της AKYA
Η τουρκική κλάση Reis (Type 214TN) αποτελεί επίσης εξέλιξη της ίδιας οικογένειας 214, με σημαντική όμως διαφοροποίηση στη φιλοσοφία των ηλεκτρονικών. Οι ανοιχτές πηγές αναφέρουν ότι τα Reis διαθέτουν διαμόρφωση ISUS 90-72 για sonar και weapon control, ενσωματωμένη όμως με εγχώρια συστήματα μάχης, όπως το Advent και το MÜREN, καθώς και με τουρκικά συστήματα ηλεκτρονικής υποστήριξης και επικοινωνιών. Η Τουρκία έχει επιδιώξει μεγάλο βαθμό εθνικοποίησης, κάτι που προσφέρει βιομηχανικά οφέλη, αλλά συνοδεύεται παραδοσιακά από μια μεγάλη και όχι πάντα απολύτως επιτυχημένη περίοδο “ωρίμανσης” μέχρι τα συστήματα να φτάσουν το επίπεδο αξιοπιστίας δυτικών, καθαρά γερμανικών ή γαλλικών λύσεων.
Όσον αφορά τον οπλικό φόρτο, τα Reis έχουν σχεδιαστεί για χρήση DM2A4, ενώ πολλές αναλύσεις μιλούν για πρόθεση ενσωμάτωσης Mk48 Mod 6AT ως αμερικανικής προέλευσης βαριάς τορπίλης. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι σήμερα δεν υπάρχει πλήρως ξεκάθαρη δημόσια επιβεβαίωση για οριστική προμήθεια Mk48 από την Τουρκία στο πλαίσιο των Reis, πέρα από τη θεωρητική δυνατότητα χρήσης τους σε συνδυασμό με εγχώριες αναβαθμίσεις CMS. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία έχει πλέον σε επιχειρησιακή υπηρεσία την εγχώρια βαριά τορπίλη AKYA, η οποία έχει εκτοξευθεί από υποβρύχια κλάσης Preveze και προορίζεται, σύμφωνα με τις επίσημες δηλώσεις, να εξοπλίσει και τις νεότερες πλατφόρμες, συμπεριλαμβανομένων των Reis.

Η AKYA είναι βαριά τορπίλη διαμετρήματος 533 mm, με εμβέλεια άνω των πενήντα χιλιομέτρων και ταχύτητα που ξεπερνά τους σαράντα πέντε κόμβους. Διαθέτει καθοδήγηση μέσω οπτικής ίνας, active/passive sonar head, δυνατότητα wake homing, καθώς και αφάνταστα σημαντικά για τη σύγχρονη εποχή χαρακτηριστικά όπως ανθεκτική σε κρούση πολεμική κεφαλή και προηγμένες δυνατότητες αντιμετώπισης αντίμετρων. Σε χαρτί, λοιπόν, οι επιδόσεις της μοιάζουν συγκρίσιμες με αυτές της DM2A4. Ωστόσο, η DM2A4 έχει πίσω της δεκαετίες εξέλιξης, δοκιμών και επιχειρησιακής χρήσης σε σειρά ναυτικών, ενώ η AKYA, όσο πολλά υποσχόμενη κι αν είναι, παραμένει συγκριτικά νέο σύστημα, με σαφώς μικρότερο “αποτύπωμα” επιχειρησιακής εμπειρίας.
Επιπλέον, οι DM2A4 που παραλαμβάνει τώρα το ΠΝ είναι ουσιαστικά “φρέσκες” διαμορφώσεις, με την πιο πρόσφατη γενιά seeker και λογισμικού. Αντίθετα, τα τουρκικά DM2A4 έχουν αποκτηθεί αισθητά νωρίτερα και, έστω κι αν έχουν λάβει κάποιας μορφής αναβάθμιση, δεν παύουν να προέρχονται από παλαιότερες παρτίδες. Αυτό σημαίνει ότι, στο επίπεδο των βαριών τορπιλών, το ΠΝ –με τις νεότερης διαμόρφωσης DM2A4– έχει κάθε λόγο να θεωρείται ότι διαθέτει πιο ώριμο και δοκιμασμένο οπλικό σύστημα, τόσο σε επίπεδο hardware όσο και σε επίπεδο αισθητήρα–λογισμικού, σε σχέση με τα τουρκικά υποβρύχια που στηρίζονται σε συνδυασμό παλαιότερων DM2A4 και νεότερης αλλά ακόμη σχετικά “φρέσκιας” AKYA.
Επιχειρησιακά, η εικόνα συμπληρώνεται από το γεγονός ότι τα τουρκικά ηλεκτρονικά, όπως το Advent, το ARES και τα άλλα εγχώρια υποσυστήματα, παρότι φιλόδοξα, δεν έχουν ακόμη τον ευρύ κύκλο δοκιμών και επιχειρησιακής επιβεβαίωσης που διαθέτουν τα κλασικά ευρωπαϊκά συστήματα του 214NG. Η συνδυασμένη χρήση ORCCA και DM2A4 τελευταίας διαμόρφωσης σε ένα 214NG προσφέρει, ως σύνολο, ένα πακέτο που δύσκολα μπορεί να ισοφαριστεί από έναν συνδυασμό υπερ-εθνικοποιημένων ηλεκτρονικών και νέας εγχώριας τορπίλης.
Το γερμανικό σύστημα AIP
Το γερμανικό AIP των 214 και 214NG θεωρείται ευρέως το πιο ώριμο και αξιόπιστο σύστημα του είδους, με μεγάλο αριθμό μονάδων σε υπηρεσία σε διαφορετικά ναυτικά. Σε σύγκριση με άλλες λύσεις, όπως το γαλλικό MESMA και το σουηδικό Stirling, το PEM fuel cell της TKMS–Siemens προσφέρει καλύτερο συνδυασμό χαμηλού θορύβου, αυτονομίας και απαιτήσεων συντήρησης. Το MESMA, βασισμένο σε κύκλο ατμού, ενσωματώνει τουρμπίνες που αυξάνουν τον θόρυβο και την πολυπλοκότητα, ενώ το Stirling έχει μικρότερη ισχύ ανά μονάδα, με αποτέλεσμα μικρότερη συμβολή στην επιχειρησιακή αυτονομία σε υψηλότερες ταχύτητες.
Η ολοκλήρωση AIP και μπαταριών Li-Ion στο 214NG μειώνει ακόμη περισσότερο τον χρόνο κατά τον οποίο το υποβρύχιο πρέπει να εκτεθεί στην επιφάνεια ή κοντά σε αυτή για να φορτίσει τις μπαταρίες με τους πετρελαιοκινητήρες. Η μείωση του “indiscretion rate” σε ποσοστά πλησίον του πέντε τοις εκατό σημαίνει ότι για το 95% του χρόνου αποστολής, το υποβρύχιο μπορεί να παραμένει πλήρως καταδυμένο και επιχειρησιακά αφανές. Αυτό έχει τεράστια σημασία σε αποστολές παρακολούθησης εχθρικών στόλων, παρατεταμένης παρουσίας σε κρίσιμα σημεία ή διείσδυσης σε περιοχές όπου λειτουργούν συστήματα ανθυποβρυχιακής επιτήρησης.
Η πιθανή επιλογή του 214NG από το ΠΝ
Η επιλογή Type 214NG από το Πολεμικό Ναυτικό μια “ανανέωση” του στόλου, αλλά και μια ουσιαστική ποιοτική αναβάθμιση σε όλα τα επίπεδα. Η συμβατότητα με τα 214HN, η ήδη υπάρχουσα υποδομή και τεχνογνωσία, η κοινή φιλοσοφία υποστήριξης και εκπαίδευσης, μειώνουν το ρίσκο και το κόστος ένταξης νέων μονάδων. Το πραγματικό κέρδος έρχεται από το άλμα στο σύστημα μάχης ORCCA, από τη μετάβαση σε Li-Ion, από τις βελτιώσεις στο AIP και από τον αυξημένο φόρτο όπλων και αισθητήρων που μπορεί να φέρει το NG.
Σε ένα περιβάλλον όπου η Τουρκία αναπτύσσει την κλάση Reis, ενσωματώνοντας εγχώρια ηλεκτρονικά και την υπό εξέλιξη AKYA, το ΠΝ έχει τη δυνατότητα να απαντήσει με ένα μίγμα υποβρυχίων που συνδυάζουν ώριμη γερμανική τεχνολογία, σύγχρονα ευρωπαϊκά συστήματα μάχης και τις πιο πρόσφατες εκδόσεις κορυφαίων βαριών τορπιλών όπως η DM2A4. Η τεχνολογική και επιχειρησιακή υπεροχή εξαρτάται από την ωριμότητα των συστημάτων, τη συνοχή του πακέτου και τη δυνατότητα ποιοτικής εκπαίδευσης και συντήρησης. Σε όλους αυτούς τους τομείς, το Type 214NG, όπως σήμερα προσφέρεται, σε συνδυασμό με την εμπειρία που έχει αποκτήσει το ΠΝ στα 214HN, συνιστά μια ιδιαίτερα ισχυρή και λογική επιλογή.
Στο NG δεν μιλάμε πλέον για ISUS 90-15 αλλά για το ORCCA, δηλαδή για το ίδιο οικοσύστημα συστήματος μάχης που έχει επιλεγεί και για τα 212CD. Τα τουρκικά 214TN αναδεικνύονται σε αξιόλογες πλατφόρμες, αλλά με ηλεκτρονικά και βαριές τορπίλες (AKYA) που παραμένουν πιο “νέα” και λιγότερο δοκιμασμένα από τις ώριμες γερμανικές λύσεις. Το ΠΝ, με 214HN που σήμερα οπλίζονται με τις πλέον σύγχρονες DM2A4 και με την προοπτική υιοθέτησης 214NG, βρίσκεται αντικειμενικά σε θέση να διατηρήσει –και να ενισχύσει– ένα καθαρό ποιοτικό πλεονέκτημα στον υποβρύχιο πόλεμο στην Ανατολική Μεσόγειο.









