του Φαρίντ Ζακάρια, αρθρογράφου της Washington Post
Οι Δημοκρατικοί έχουν την τάση να εξοργίζονται με τους αμερικανούς πολίτες που δεν ψηφίζουν με βάση το συμφέρον τους. «Τι συμβαίνει με το Κάνσας;» ρωτούν, κι αυτό που στην πραγματικότητα εννοούν είναι «Τι συμβαίνει με την Αμερική;»
Τα τελευταία χρόνια, πράγματι, διάφορες έρευνες δείχνουν ότι ο κόσμος δεν ψηφίζει με βάση τη λογική, αλλά χρησιμοποιεί την ψήφο του για να εκφραστεί με συναισθηματικό, ιδεολογικό και ηθικό τρόπο. Οι ψηφοφόροι επιλέγουν με βάση το ένστικτό τους και στη συνέχεια εκλογικεύουν, συνειδητά ή όχι, την επιλογή τους. Αυτό ακριβώς προσπαθεί να εκμεταλλευθεί η Κάμαλα Χάρις.
Από τη στιγμή που η αντιπρόεδρος έγινε υποψήφια του κόμματός της, έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία που στηρίζεται λιγότερο στην ουσία και περισσότερο στο συναίσθημα. Αντίθετα με αυτό που έκανε η Χίλαρι Κλίντον το 2016, η Χάρις δεν δίνει εκτενείς συνεντεύξεις ούτε συνεντεύξεις Τύπου, όπου θα ήταν υποχρεωμένη να αναλύσει τις απόψεις της για διάφορα θέματα. Προτιμά να παρουσιάζεται στον αμερικανικό λαό ως ένα δυναμικό, ζεστό, αστείο και αισιόδοξο άτομο. Και προς το παρόν βγαίνει κερδισμένη.
Ο υποψήφιος του κόμματος για την αντιπροεδρία ακολουθεί την ίδια συνταγή. Η πρακτική επιλογή θα ήταν ο Τζος Σαπίρο, ο ευφυής, αποτελεσματικός και δημοφιλής κυβερνήτης της κρίσιμης πολιτείας με τις περισσότερες εκλεκτορικές ψήφους. Όμως η Χάρις διάλεξε τον κυβερνήτη μιας πιο «Δημοκρατικής» πολιτείας: ο Τιμ Γουόλς είναι ένας καλόκαρδος άνθρωπος που μας θυμίζει ότι η Συναισθηματική Ευφυία είναι εξίσου σημαντική με την Πνευματική Ευφυία.
Η εξέλιξη αυτή είναι σημαντική. Μέχρι τώρα, ο Ντόναλντ Τραμπ και οι Ρεπουμπλικανοί έπαιζαν με μεγάλη επιδεξιότητα το παιχνίδι των συγκινήσεων, δίνοντας έμφαση στην ισχύ και προκαλώντας τον φόβο. Αυτό που κυριαρχεί όμως τώρα είναι η αίσθηση της «χαράς» που καλλιεργεί το επιτελείο της Κάμαλα Χάρις.
Yπάρχει όμως και μια άλλη εξέλιξη. Σε κάθε προεδρική εκλογή τις τρεις τελευταίες δεκαετίες μέχρι το 2020, οι Δημοκρατικοί έδιναν το χρίσμα σε κάποιον που είχε πτυχίο από το Χάρβαρντ ή το Γέιλ. Τώρα, η Χάρις και ο Γουόλς συνεχίζουν την απομάκρυνση από το Ivy League που είχαν ξεκινήσει ο Μπάιντεν και η Χάρις. Και αυτό δείχνει να λειτουργεί.
Βέβαια, η Αμερική παραμένει διχασμένη. Από το 2000 μέχρι σήμερα, και με εξαίρεση τις νίκες του Ομπάμα, οι προεδρικές αναμετρήσεις κρίνονται με μικρή διαφορά. Είναι λοιπόν πιθανό ότι και η αναμέτρηση του Νοεμβρίου θα κριθεί για λίγες εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους στην Πενσιλβάνια, το Μίσιγκαν, το Ουισκόνσιν, την Αριζόνα, την Τζόρτζια, τη Βόρεια Καρολίνα και τη Νεβάδα.
Για να επικρατήσει, η Χάρις θα πρέπει να αρχίσει να γεμίζει και τα κενά που αφορούν την ουσία της πολιτικής της. Το μεγαλύτερο ατού των Δημοκρατικών είναι το ζήτημα των αμβλώσεων και εκεί η Χάρις έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική. Το μεγαλύτερο μειονέκτημά τους είναι η μετανάστευση, ένα ζήτημα που συσπειρώνει τους Ρεπουμπλικανούς, αλλά και μερικούς ανεξάρτητους. Όμως ο Τραμπ έκανε ένα δώρο στους Δημοκρατικούς, υποχρεώνοντας τους Ρεπουμπλικανούς να εγκαταλείψουν ένα νομοσχέδιο που ήταν δική τους σύλληψη. Ενώ οι Δημοκρατικοί θα ήταν λοιπόν αναγκασμένοι να υπερασπιστούν τη θέση τους για την κατάρρευση του μηχανισμού αιτήσεων ασύλου, τώρα μπορούν να λένε ότι, αντίθετα με τον Τραμπ, υποστήριξαν ένα διακομματικό νομοσχέδιο που θα επέβαλλε τη σκληρή γραμμή στα σύνορα.
Θα φέρει αποτελέσματα η στρατηγική της Χάρις; Είναι ακόμη νωρίς. Η Χάρις έχει πολλά ευάλωτα σημεία. Έχει διαλέξει όμως να ακολουθήσει έναν ανορθόδοξο δρόμο που μπορεί τον Νοέμβριο να της δώσει τη νίκη.