Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ) εξετάζει την απόκτηση ενός νέου μεταγωγικού αεροσκάφους που θα αντικαταστήσει ή θα συμπληρώσει τον γηρασμένο στόλο των C-130B και C-130H Hercules. Τα συγκεκριμένα έχουν υπηρετήσει πιστά για δεκαετίες, εκτελώντας αποστολές τακτικής αερομεταφοράς, ανθρωπιστικής βοήθειας και ειδικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, η ηλικία των αεροσκαφών, σε συνδυασμό με τη δυσκολία συντήρησης και το υψηλό κόστος ανταλλακτικών, καθιστά την απόκτηση νέων, επιτακτική.
Γενικότερα η Ελλάδα, με τις ιδιαίτερες γεωγραφικές και επιχειρησιακές απαιτήσεις της, χρειάζεται ένα μεταγωγικό αεροσκάφος ικανό να επιχειρεί σε μικρούς διαδρόμους, να εκτελεί πολλαπλές απο-προσγειώσεις σε σύντομο χρονικό διάστημα και να αντέχει τις καταπονήσεις ενός απαιτητικού περιβάλλοντος, όπως το Αιγαίο.
Εδώ οι δύο κύριοι υποψήφιοι είναι το Lockheed Martin C-130J-30 Super Hercules, μια εξέλιξη του θρυλικού C-130 με αποδεδειγμένη αξιοπιστία σε πολεμικά θέατρα, και το Embraer C-390 Millennium, ένα σύγχρονο αεροσκάφος που κερδίζει συνεχώς διεθνή αναγνώριση.
C-130J vs C-130J-30: Μια εσωτερική σύγκριση
Πριν από τη σύγκριση με το C-390, είναι απαραίτητο να διευκρινιστούν οι διαφορές μεταξύ του C-130J Super Hercules και της επιμηκυμένης έκδοσης C-130J-30, καθώς η τελευταία είναι η προτεινόμενη επιλογή για την ΠΑ.
Αρχικά το C-130J αποτελεί τη νεότερη εξέλιξη του C-130 Hercules, με σημαντικές αναβαθμίσεις σε σχέση με το C-130H, που ήδη υπηρετεί στην ΠΑ. Ενσωματώνει τέσσερις κινητήρες Rolls-Royce AE 2100D3, ο καθένας με ισχύ 4.700 ίππων, ψηφιακό πιλοτήριο με οθόνες πολλαπλών λειτουργιών, βελτιωμένα ηλεκτρονικά, νέες εξάφυλλες έλικες Dowty R391 και αυξημένη αποδοτικότητα κατανάλωσης καυσίμων. Αυτές καθιστούν το C-130J πιο αξιόπιστο, με χαμηλότερο κόστος λειτουργίας και μεγαλύτερη εμβέλεια σε σχέση με το C-130H.
Το C-130J-30 διαφέρει από το C-130J κυρίως στο μήκος της ατράκτου. Το βασικό μοντέλο έχει θάλαμο φόρτωσης μήκους 12,5 μέτρων, ενώ το C-130J-30 διαθέτει επιμηκυμένη άτρακτο μήκους 17 μέτρων, προσθέτοντας 4,6 μέτρα επιπλέον χώρο. Αυτή η επέκταση επιτρέπει στο C-130J-30 να μεταφέρει περισσότερους στρατιώτες (128 πλήρως εξοπλισμένους έναντι 92 στο C-130J), περισσότερες παλέτες (8 έναντι 6) ή ογκωδέστερα φορτία, όπως ελικόπτερα και τεθωρακισμένα οχήματα.
Το μέγιστο ωφέλιμο φορτίο και για τις δύο εκδόσεις παραμένει στους 20 τόνους, αλλά ο επιπλέον εσωτερικός όγκος του C-130J-30 προσφέρει μεγαλύτερη ευελιξία στη διαχείριση φορτίου. Επιχειρησιακά δεδομένα δείχνουν ότι τα τακτικά μεταφορικά αεροσκάφη μεταφέρουν λιγότερο από 18 τόνους φορτίου στο 99% των αποστολών τους. Επίσης, γεμίζουν το χώρο φόρτωσης πολύ πριν φτάσουν στο μέγιστο βάρος φορτίου. Με λίγα λόγια, ένα μεταγωγικό χρειάζεται περισσότερο τον όγκο, παρά το μέγιστο βάρος φόρτωσης.

Η εμβέλεια του C-130J-30, με φορτίο 20 τόνων, φτάνει τα 3.900 χιλιόμετρα ενώ η μέγιστη ταχύτητά του είναι 670 χλμ./ώρα (0,58 Mach). Η κατανάλωση καυσίμου είναι ελαφρώς υψηλότερη στο C-130J-30 λόγω του πρόσθετου βάρους, αλλά παραμένει χαμηλότερη από το C-130H, χάρη στους αποδοτικούς κινητήρες και τη βελτιωμένη αεροδυναμική.
Η βραζιλιάνικη πρόταση
Το Embraer C-390 Millennium είναι ένα αεροσκάφος που έχει προκαλέσει αίσθηση στην παγκόσμια αγορά, κερδίζοντας συμβόλαια από χώρες όπως η Βραζιλία, η Πορτογαλία, η Ουγγαρία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Τσεχία και η Σουηδία. Σχεδιασμένο από την αρχή ως σύγχρονο μεταγωγικό, το C-390 ενσωματώνει τεχνολογίες εμπορικών αεροσκαφών, με έμφαση στις χαμηλές απαιτήσεις συντήρησης και την υψηλή διαθεσιμότητα.
Οι δύο τουρμποφάν κινητήρες του, International Aero Engines V2500-E5, αποδίδουν 31.330 λίβρες ώσης ο καθένας και χρησιμοποιούνται σε εμπορικά αεροσκάφη όπως το Airbus A320. Αυτή η επιλογή μειώνει το κόστος συντήρησης, καθώς τα ανταλλακτικά είναι ευρέως διαθέσιμα. Επιπλέον, το C-390 διαθέτει ψηφιακό πιλοτήριο με πέντε οθόνες πολλαπλών λειτουργιών, προηγμένα συστήματα fly-by-wire και αυτοματοποιημένα συστήματα διαχείρισης φορτίου, που απλοποιούν, σύμφωνα με την κατασκευάστρια εταιρεία, τις επιχειρήσεις.
Οι επιδόσεις του C-390 το καθιστούν έναν ισχυρό ανταγωνιστή του C-130J-30, με συγκεκριμένα πλεονεκτήματα σε διάφορους τομείς αλλά και μειονεκτήματα:
Μέγιστο φορτίο: Το C-390 μπορεί να μεταφέρει έως 26 τόνους, έναντι 20 τόνων για το C-130J-30. Αυτό του επιτρέπει να μεταφέρει βαρύτερα φορτία, όπως δύο τεθωρακισμένα οχήματα 8×8 ή συνδυασμό οχημάτων και εξοπλισμού.
Χωρητικότητα: Ο θάλαμος φόρτωσης του C-390 έχει μήκος 18,5 μέτρα, πλάτος 3,45 μέτρα και ύψος 3 μέτρα, προσφέροντας μεγαλύτερο όγκο σε σύγκριση με το C-130J-30 (17 μέτρα μήκος, 3,12 μέτρα πλάτος, 2,74 μέτρα ύψος). Μπορεί να φιλοξενήσει 80 πλήρως εξοπλισμένους στρατιώτες ή 66 αλεξιπτωτιστές, έναντι 128 στρατιωτών ή 92 αλεξιπτωτιστών για το C-130J-30. Ωστόσο, ο ευρύτερος και ψηλότερος θάλαμος του C-390 το καθιστά ιδανικό για ογκώδη φορτία.
Ταχύτητα: Το C-390 πετά με μέγιστη ταχύτητα 870 χλμ./ώρα (0,8 Mach), σημαντικά ταχύτερα από τα 670 χλμ./ώρα (0,58 Mach) του C-130J-30. Αυτό μειώνει τον χρόνο απόκρισης σε αποστολές, ιδιαίτερα σε μεγάλες αποστάσεις.
Εμβέλεια: Με φορτίο 26 τόνων, το C-390 έχει εμβέλεια 2.000 χιλιόμετρα, ενώ με φορτίο 23 τόνων φτάνει τα 2.700. Το C-130J-30, με φορτίο 20 τόνων, είναι στα 3.900 χιλιόμετρα, αλλά με προσθήκη εξωτερικών δεξαμενών, ξεπερνά τα 4.500.
Απο-προσγείωση: Το C-390 απαιτεί διάδρομο 1.524 μέτρων για απογείωση με φορτίο 23 τόνων και 1.000 μέτρα για προσγείωση, ενώ το C-130J-30 μπορεί να απογειωθεί από διαδρόμους 1.000 μέτρων και να προσγειωθεί σε 900 μέτρα. Και τα δύο αεροσκάφη είναι ικανά να επιχειρούν από μη προετοιμασμένες επιφάνειες, όπως χωμάτινοι ή χαλικόστρωτοι διάδρομοι, αλλά το C-130J-30 έχει αποδεδειγμένη αντοχή σε ακραίες συνθήκες, όπως χιονισμένες ή λασπώδεις επιφάνειες.
Ρυθμός αναρρίχησης: Το C-390 έχει ρυθμό αναρρίχησης 2.600 πόδια/λεπτό, έναντι 2.100 ποδιών/λεπτό για το C-130J-30, δίνοντάς του πλεονέκτημα σε αποστολές που απαιτούν γρήγορη απογείωση ή αποφυγή εχθρικών απειλών.
Υψόμετρο πτήσης: Το C-390 μπορεί να πετάξει σε μέγιστο υψόμετρο 36.000 ποδιών, έναντι 28.000 ποδιών για το C-130J-30, προσφέροντας καλύτερη ικανότητα αποφυγής καιρικών φαινομένων ή εχθρικών συστημάτων αεράμυνας.
Συντήρηση και κόστος
Ένα από τα ισχυρότερα πλεονεκτήματα του C-390 είναι η χρήση εμπορικών κινητήρων V2500-E5, που μειώνουν το κόστος συντήρησης κατά περίπου 30% σε σύγκριση με το C-130J-30, σύμφωνα με την Embraer. Η επιχειρησιακή διαθεσιμότητα του C-390 φτάνει το 80%, χάρη στον απλοποιημένο σχεδιασμό και την ευρεία διαθεσιμότητα ανταλλακτικών. Το C-130J-30, με τους κινητήρες στρατιωτικών προδιαγραφών, Rolls-Royce AE 2100D3, προσφέρει επίσης υψηλή διαθεσιμότητα (περίπου 75%), αλλά η συντήρησή του απαιτεί πιο εξειδικευμένες διαδικασίες και ανταλλακτικά, αυξάνοντας το κόστος.
Επιχειρησιακή εμπειρία
Παρά τις εντυπωσιακές επιδόσεις του, το C-390, που τέθηκε σε υπηρεσία το 2019, δεν έχει ακόμη δοκιμαστεί σε πραγματικές πολεμικές συνθήκες. Έχει συμμετάσχει σε αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας, όπως η μεταφορά ιατρικού εξοπλισμού κατά την πανδημία COVID-19, φυσικά σε ασκήσεις, αλλά η έλλειψη εμπειρίας σε περιβάλλοντα υψηλού κινδύνου δεν έχει αποδείξει την αντοχή του σε μακροχρόνιες, εντατικές επιχειρήσεις.
Αντιθέτως, το C-130J-30 έχει την κληρονομιά του Hercules, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί σε κάθε μεγάλη σύγκρουση από τη δεκαετία του 1950, από το Βιετνάμ και το Αφγανιστάν μέχρι το Ιράκ και τη Λιβύη. Το C-130J έχει καταγράψει εκατομμύρια ώρες πτήσης σε πολεμικές, ανθρωπιστικές και ειδικές αποστολές, αποδεικνύοντας την ικανότητά του να επιχειρεί σε εχθρικά εδάφη και ακραίες συνθήκες. Μέχρι σήμερα, έχουν παραδοθεί περισσότερα από 560 C-130J, πιστοποιημένα από πάνω από 20 αρχές αεροπλοΐας, με τον παγκόσμιο στόλο Super Hercules να ξεπερνά τα 3 εκατομμύρια ώρες πτήσης.

Η εμπιστοσύνη της USAF στο C-130J
Η Αμερικανική Πολεμική Αεροπορία (USAF) έχει εξετάσει επανειλημμένα την αντικατάσταση του C-130 με νεότερα αεροσκάφη, ιδιαίτερα με σχέδια για μεταγωγικά με κινητήρες τζετ, που θα προσέφεραν μεγαλύτερη ταχύτητα και εμβέλεια. Τη δεκαετία του 1970, το πρόγραμμα Advanced Medium STOL Transport (AMST) αποσκοπούσε στην ανάπτυξη ενός μεταγωγικού βραχείας απογείωσης με κινητήρες τζετ, αλλά ακυρώθηκε υπέρ του C-130. Τις τελευταίες δεκαετίες, το πρόγραμμα Joint Future Theater Lift (JFTL) εξέτασε παρόμοιες ιδέες, με έμφαση σε αεροσκάφη τύπου C-17 ή υβριδικά σχέδια, αλλά η USAF παρέμεινε στο C-130J, το οποίο συνεχίζει να αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του στόλου μεταγωγικών της.
Αυτή η εμπιστοσύνη οφείλεται στην ευελιξία, αξιοπιστία και αντοχή του C-130J. Το αεροσκάφος προσαρμόζεται σε ποικίλες αποστολές, από τακτικές αερομεταφορές και αεροπορικές ρίψεις μέχρι έρευνας και διάσωσης και ειδικών επιχειρήσεων. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της στιβαρότητας του, είναι η χρήση του στην έκδοση AC130 Gunship, όπου η άτρακτος είναι τόσο ενισχυμένη που αντέχει την ανάκρουση βαρέων όπλων, όπως πυροβόλα 105 χιλιοστών και 30 χιλιοστών.
Ελληνική βιομηχανική συμμετοχή
Ένας κρίσιμος παράγοντας που κλίνει την πλάστιγγα υπέρ του C-130J-30 είναι η σημαντική συμμετοχή της Ελληνικής Αεροπορικής Βιομηχανίας (ΕΑΒ) στην παραγωγή του. Όπως περιέγραψε ο επιχειρησιακός σύμβουλος της ΕΑΒ, κ. Γεώργιος Καραδήμας, στο φόρουμ της “ΠΤΗΣΗΣ” στην έκθεση DEFEA 2025, η ΕΑΒ κατασκευάζει πλέον το 75% της ατράκτου του C-130J, προσφέροντας υψηλή προστιθέμενη αξία. Αυτή η συνεργασία όχι μόνο ενισχύει την εγχώρια βιομηχανία και δημιουργεί θέσεις εργασίας, αλλά εξασφαλίζει ότι η Ελλάδα διαθέτει την τεχνογνωσία και τις υποδομές για τη συντήρηση, επισκευή και αναβάθμιση του. Η επιλογή ενός αεροσκάφους που ήδη κατασκευάζεται σε μεγάλο βαθμό στην Ελλάδα φαίνεται σχεδόν αυτονόητη, καθώς προσφέρει οικονομικά και στρατηγικά οφέλη που δύσκολα μπορούν να παραβλεφθούν.
Αντίθετα, η Embraer δεν έχει ακόμη προτείνει αντίστοιχες ευκαιρίες βιομηχανικής συνεργασίας για το C-390. Η απόφαση να επιλεγεί ένα αεροσκάφος που δεν προσφέρει τέτοια οφέλη θα ήταν δύσκολο να δικαιολογηθεί, αν και η ελληνική πραγματικότητα έχει συχνά αποδείξει ότι το «ποτέ μην λες ποτέ» ισχύει.
Οι επιχειρησιακές ανάγκες της Πολεμικής Αεροπορίας
Οι αποστολές της ΠΑ επικεντρώνονται σε τακτικές αερομεταφορές, ιδιαίτερα στις περιοχές του Αιγαίου και του Έβρου, με τυπικές διαδρομές όπως Κως-Ρόδος-Σητεία-Ηράκλειο-Χανιά ή Σάμος-Χίος-Λέσβος-Έβρος. Αυτές οι επιχειρήσεις περιλαμβάνουν πολλαπλές απογειώσεις και προσγειώσεις σε σύντομους διαδρόμους εντός σύντομου χρονικού διαστήματος, συχνά μέσα σε 1-2 ώρες. Τέτοιες αποστολές απαιτούν ένα αεροσκάφος με εξαιρετικά ανθεκτικό πλαίσιο, ικανό να αντέχει την πίεση συνεχών κύκλων απογείωσης και προσγείωσης και να επιχειρεί σε μη προετοιμασμένες επιφάνειες. Εδώ η μικρή διάρκεια των αποστολών (1-2 ώρες) δεν αξιοποιεί ιδιαίτερα το πλεονέκτημα ταχύτητας του C-390.
Το C-130J-30, με την γνωστή αντοχή του σε τέτοιες συνθήκες, φαίνεται το πιο κατάλληλο για τις ανάγκες της ΠΑ. Η σχεδίασή του, με υψηλά τοποθετημένες έλικες και στιβαρό σύστημα προσγείωσης, το καθιστά ικανό να επιχειρεί σε κάθε είδους διαδρόμους.
Συμπέρασμα
Η επιλογή μεταξύ C-130J-30 και C-390 αποτελεί μια απόφαση με πολλαπλές διαστάσεις. Το C-390 προσφέρει καλύτερες επιδόσεις αλλά όχι παντού, μεγαλύτερο φορτίο, υψηλότερη ταχύτητα και χαμηλότερο κόστος συντήρησης, χάρη στους εμπορικούς κινητήρες του. Ωστόσο, η έλλειψη πολεμικής εμπειρίας, η ανάγκη για νέες υποδομές και εκπαίδευση, όπως και η απουσία βιομηχανικής συνεργασίας το καθιστούν μια δύσκολη επιλογή για την Ελλάδα.
Στον αντίποδα το C-130J-30, μπορεί να στηριχθεί στην υπάρχουσα ελληνική εμπειρία χρήσης και συντήρησης (που έχει κοστίσει πολλά για να δημιουργηθεί), έχει δεδομένη αξιοπιστία σε απαιτητικές επιχειρήσεις, και προσφέρει παγιωμένη εθνική παραγωγική συμμετοχή, με ικανότητα εγχώριας συντήρησης, που μπορεί να εξελιχθεί και άλλο.
Η ΠΑ οφείλει πάντως να δώσει προτεραιότητα στην επαναφορά και τον εκσυγχρονισμό του υπάρχοντος στόλου των C-130 (όσο γίνεται και ίσως με μερική αναβάθμιση επιλεγμένων αεροσκαφών, καθώς διεθνώς τέτοια μοντέλα παραμένουν σε υπηρεσία με αξιόλογη απόδοση), εξετάζοντας παράλληλα την απόκτηση του C-130J-30 ως την πιο ομαλής μετάβασης και στρατηγικής σημασίας επιλογή, με επιχειρησιακή απόδοση, βιομηχανική συνεργασία και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα.