του Philip Gordon, πρώην συμβούλου εθνικής ασφαλείας της Κάμαλα Χάρις σε συνέντευξη στη Monde
Ο Πρόεδρος Τραμπ ήθελε μια πυρηνική συμφωνία με την Τεχεράνη και είχε ζητήσει τόσο δημοσίως όσο και κατ’ ιδίαν από το Ισραήλ να μην επιτεθεί. Όμως ο Μπενιαμίν Νετανιάχου απάντησε ότι το Ισραήλ έπρεπε να δράσει και ο Τραμπ το δέχθηκε. Κατόπιν αυτού, πρέπει πλέον να δείχνει ότι ο πόλεμος ήταν δική του απόφαση. Πιστεύω ότι μια διπλωματική συμφωνία για να παρεμποδιστεί το Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα ήταν δυνατή, αλλά ο Νετανιάχου δεν το ήθελε και παρέσυρε μαζί του τον Τραμπ.
Υπάρχει ένας διχασμός στους κόλπους του τραμπισμού. Από τη μια πλευρά, υπάρχει η έννοια της ισχύος και της κυριαρχίας στον πλανήτη που κανείς δεν μπορεί να σταματήσει. Από την άλλη, υπάρχει η ιδέα ότι πρέπει να αποτρέπονται οι πόλεμοι και να προωθείται το «America first». Ας πάρουμε το Ιράν. Μπορεί κανείς να αντιτάσσεται σε κάθε μορφή εμπλουτισμού του ουρανίου με την απειλή της στρατιωτικής δράσης: πρόκειται για μια κλασική νεοσυντηρητική γραμμή. Ή μπορεί να υποστηρίζει ότι οι πόλεμοι στη Μέση Ανατολή είναι αντιπαραγωγικοί. Με αυτή τη δεύτερη ιδέα συντάσσεται ο αντιπρόεδρος Βανς, αλλά και ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ και η επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών Τούλσι Γκάμπαρντ.
Η επιδίωξη της ειρήνης είναι μια 100% δίκαιη υπόθεση. Όμως οι τέσσερις τελευταίοι μήνες έδειξαν πόσο λάθος ήταν η προσέγγιση του Τραμπ για την Ουκρανία. Ο Τραμπ υποτίμησε τον μαξιμαλιστικό χαρακτήρα των απαιτήσεων του Πούτιν, όπως και την αποφασιστικότητα των Ουκρανών να πολεμήσουν, ακόμη και χωρίς την αμερικανική στήριξη. Η μετάβαση από το «θα τελειώσω τον πόλεμο σε 24 ώρες» στο «αν είναι έτσι, αποσύρομαι» αποτελεί το αντίθετο της τέχνης τής διαπραγμάτευσης. Ο Τραμπ θα μπορούσε να ενισχύσει τη στήριξή του προς το Κίεβο, αυξάνοντας έτσι το κόστος που θα πλήρωνε το Κρεμλίνο. Αντί γι’ αυτό, γύρισε την πλάτη στην Ουκρανία και κατηγόρησε τον Ζελένσκι ότι προκάλεσε εκείνος τον πόλεμο. Είναι σκανδαλώδες.
Στην πρώτη προεδρία Τραμπ, οι Ευρωπαίοι ήθελαν να πιστέψουν ότι η ζημιά ήταν περιορισμένη, ότι επρόκειτο για μια παροδική φάση. Στήριζαν αυτή την εκτίμηση στο ότι τα λόγια του Τραμπ προς τη Μόσχα ήταν φιλικά, αλλά οι πράξεις του σκληρές. Αυτή τη φορά, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Οι Ευρωπαίοι καταλαβαίνουν ότι ο Τραμπ ή ο τραμπισμός μπορεί να κρατήσουν και ότι η πολιτική απέναντι στη Ρωσία είναι διαφορετική. Δεν μπορεί, λοιπόν, να συνεχίσουν να τρέφουν ψευδαισθήσεις για τις κοινές δημοκρατικές αξίες. Ο τραμπισμός απομακρύνεται από αυτή την κοινή κουλτούρα.
Ο πόλεμος στη Γάζα αποτελεί μια μνημειώδη τραγωδία σε όλα τα επίπεδα. Ως πρώην μέλος της κυβέρνησης Μπάντεν, πρέπει να αναγνωρίσω ότι αποτύχαμε να προστατεύσουμε τους αμάχους και να εξασφαλίσουμε μια ροή ανθρωπιστικής βοήθειας. Προσπαθήσαμε να υποστηρίξουμε το δικαίωμα του Ισραήλ να υπάρχει, ελαχιστοποιώντας τα άμαχα θύματα και μεγιστοποιώντας τους ανθρωπιστικούς στόχους. Αλλά δεν τα καταφέραμε, γιατί αυτές οι αρχές συγκρούονταν. Δεν μπορέσαμε να ωθήσουμε την ισραηλινή κυβέρνηση να κάνει τα απαραίτητα στη Γάζα σε ανθρωπιστικό επίπεδο. Στις τελευταίες ημέρες της κυβέρνησης Μπάιντεν, όμως, αποσπάσαμε την απελευθέρωση ομήρων και μια ανακωχή, που στη συνέχεια παραβιάστηκε από το Ισραήλ. Στη συνέχεια η ανθρωπιστική βοήθεια διακόπηκε και το Ισραήλ άρχισε να καταλαμβάνει τη Γάζα, υπό το αδιάφορο βλέμμα του Τραμπ.
Θα πρέπει όμως να κάνουμε την αυτοκριτική μας και για τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν. Η απέχθεια προς την πολιτική που ακολούθησε ο Τραμπ στην πρώτη του θητεία (κατασκευή ενός τείχους στα σύνορα, χωρισμός των παιδιών από τους γονείς τους) οδήγησε το Δημοκρατικό Κόμμα στην αντίθετη κατεύθυνση. Έδωσε την εντύπωση ότι ήταν υπέρ των ανοιχτών συνόρων, ενώ είχε απελάσει πολλούς μετανάστες.