Με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να δηλώνουν τη στήριξή τους στην Αμοιβαία Αμυντική Συνεργασία Ελλάδος – ΗΠΑ, και με τα υπόλοιπα κόμματα της aντιπολίτευσης να εκφράζουν την διαφωνία τους, ολοκληρώθηκε στην Επιτροπή ‘Αμυνας και Εξωτερικών της Βουλής, η επεξεργασία του νομοσχεδίου του yπουργείου Εξωτερικών για τη κύρωση του δεύτερου πρωτοκόλλου τροποποίησης της Συμφωνίας.
Η συζήτηση της ελληνοαμερικανικής αμυντικής συμφωνίας θα συνεχιστεί και θα ολοκληρωθεί την ερχόμενη Πέμπτη, 12 Μαΐου, με την κύρωσή της από την Ολομέλεια.
«Με την κύρωση της συμφωνίας Ελλάδας – ΗΠΑ ενισχύεται και διευρύνεται η γεωπολιτική – γεωστρατηγική αξία της Ελλάδας και ο σταθεροποιητικός ρόλος της στο κρίσιμο σταυροδρόμι Βαλκάνια, Μαύρη Θάλασσα, Αιγαίο, Ανατολική Μεσόγειο», τόνισε ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Γιώργος Κουμουτσάκος. Όπως είπε, «γίνεται βαθύτερο το πολιτικό-διπλωματικό και επιχειρησιακό αμυντικό αποτύπωμα της χώρας μας μέσα στο ΝΑΤΟ, με ιδιαίτερη σημασία για την ισορροπία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας εντός της Συμμαχίας».
«Η Ελλάδα αποκτά επιπρόσθετη βαρύτητα και σημασία στις προσπάθειες συγκρότησης και ενίσχυσης της ευρωπαϊκής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας. Ενισχύει τη διαπραγματευτική μας θέση εντός ΕΕ κατά τη διαμόρφωση αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής. Πρωτίστως όμως, η Συμφωνία είναι μια αποφασιστική ενίσχυση του εκσυγχρονισμού και του επαγγελματισμού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων» επεσήμανε ο κ. Κουμουτσάκος και πρόσθεσε: «Ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα συμβάλλει στην αποτροπή κινήσεων αναθεωρητισμού σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας».
Ο κ. Κουμουτσάκος υποστήριξε ακόμα, ότι στο προοίμιο της Συμφωνίας «υπογραμμίζεται με κρυσταλλική καθαρότητα, η παραδοχή των ΗΠΑ ότι η Ελλάδα έχει εξαιρετικά σημαντικό στρατηγικό και σταθεροποιητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή μας ενώ τονίζεται επιπλέον η βούληση για αμοιβαία προστασία της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας κατά ενεργειών που απειλούν την ειρήνη περιλαμβανομένης ένοπλης επίθεσης».
«Η διεύρυνση και εμβάθυνση της ελληνοαμερικανικής αμυντικής συνεργασίας, αποτελεί βασικό και αναπόσπαστο τμήμα της πολυδιάστατης στρατηγικής σχέσης Ελλάδας – ΗΠΑ, και όχι μιας μονοδιάστατης εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, όπως αβάσιμα και τελείως αθεμελίωτα ισχυρίζονται ορισμένοι», ανέφερε ο κ. Κουμουτσάκος και συμπλήρωσε: «Η στενότερη συνεργασία με την αμερικανική πλευρά σε περιοχές ιδιαίτερης ευαισθησίας για την Ελλάδα, τις θωρακίζει για την καλύτερη αντιμετώπιση νέων προκλήσεων ασφαλείας».
Παράλληλα, υπεραμύνθηκε της πενταετούς ισχύος της Συμφωνίας, επισημαίνοντας ότι «η ρύθμιση αυτή προσδίδει μακροχρόνιο χαρακτήρα στη δέσμευση των ΗΠΑ να επενδύσουν γεωπολιτικά στην Ελλάδα και τους επιτρέπει καλύτερο προγραμματισμό και ευκολότερη διάθεση κονδυλίων για τη βελτίωση των στρατιωτικών μας εγκαταστάσεων που περιλαμβάνονται στη Συμφωνία, από τις οποίες επωφελούνται και οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις». Απευθυνόμενος δε στην Αξιωματική Αντιπολίτευση, την κατηγόρησε ότι κάνει μια ακόμα κυβίστηση σε ότι αφορά τις ελληνοαμερικάνικες σχέσεις.
Υπέρ της ελληνοαμερικανικής Αμυντικής Συμφωνίας δήλωσε ότι τάσσεται το κόμμα του, ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, Βασίλης Κεγκέρογλου, ζητώντας ταυτόχρονα από την κυβέρνηση να δώσει σαφείς απαντήσεις για σειρά ζητημάτων που χρίζουν, όπως είπε, απαραίτητες διευκρινήσεις.
«Διαχρονικά, το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής, στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και εθνικής άμυνας, πολιτεύτηκε με γνώμονα πάντα το εθνικό συμφέρον. Όπως και όλες οι πολιτικές δυνάμεις και δεν αμφισβητούμε καμία πολιτική δύναμη ανεξάρτητα αν συμφωνούμε ή όχι με τις θέσεις ή τον τρόπο που το αντιλαμβάνονται. Η θέση μας είναι υπέρ της Συμφωνίας. Αλλά, για να είμαστε ξεκάθαροι θέλουμε και ξεκάθαρες απαντήσεις σε σειρά ερωτημάτων για να γνωρίζει ο ελληνικός λαός τι διαπραγματευτήκαμε και δεν το πετύχαμε ή τι δεν διαπραγματευτήκαμε και επιβλήθηκε με τη Συμφωνία σε ότι έχουν να κάνουν με το θέμα της στρατηγικής συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», ανέφερε ο κ. Κεγκέρογλου και συμπλήρωσε:
«Δυστυχώς, όλα αυτά τα ωραία που ισχυρίζεται η κυβέρνηση της ΝΔ ότι πέτυχε, δεν βλέπουμε να περιλαμβάνονται στη Συμφωνία, ούτε διαπιστώνουμε να αποτελούν ρητές συμβατικές υποχρεώσεις των ΗΠΑ που θα έδιναν σε ένα περιεχόμενο στην ίδια αυτή τη Συμφωνία. Για παράδειγμα, η στήριξη της τριμερούς συνεργασίας στο πλαίσιο 3+1 Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών, η υποστήριξη για τον εκσυγχρονισμό των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, η έγκριση ενός εκατομμυρίου δολαρίων ετησίως για βοήθεια στη διεθνή στρατιωτική εκπαίδευση για την Ελλάδα για τα έτη ‘22-’26, η έγκριση ταχείας παράδοσης οποιουδήποτε αεροσκάφους F-35 παραγγελθεί από την Ελλάδα και ορισμένα άλλα, όλα αυτά δεν έχουν συμπεριληφθεί στην τροποποιημένη Συμφωνία. Επομένως είναι, ουσιαστικά, προθέσεις δηλωμένες μεν από την πλευρά της Αμερικής όχι όμως ενταγμένες ρητά στην Συμφωνία».
«Οι διαχρονικές στρατηγικές συμμαχίες πρέπει να ενισχύονται, ιδιαίτερα σε μια κρίσιμη περίοδο. Και ένας βασικός πυλώνας της εθνικής ισχύος είναι η διπλωματία και οι αμυντικές συμμαχίες. Αλλά, σαφώς, δεν μπορούμε ταυτόχρονα να μην θέσουμε τα ερωτήματα, να μην ασκήσουμε την αυστηρή κριτική για τη διαπραγματευτική τακτική που ακολουθεί η κυβέρνηση. Άλλο σύμμαχοι, άλλο δορυφόροι, και αυτό κρίνεται όχι από το αν υπάρχει Συμφωνία ή όχι, αλλά από το περιεχόμενο της Συμφωνίας και κυρίως από το τι θα μπορούσε να περιλαμβάνει η συμφωνία που δεν περιλήφθηκε», επεσήμανε ο κ. Κεγκέρογλου.
Kαι πρόσθεσε: «Διεθνείς σχέσεις, συνεργασίες και συμμαχίες πρέπει να εδράζονται σε βάση ισοτιμίας και αμοιβαιότητας, ιδιαίτερα σήμερα που η στρατηγική αξία της Ελλάδος μεγιστοποιείται λόγω των εξελίξεων. Πρέπει να αναδείξουμε όλες τις παραμέτρους που μας καθιστούν ισότιμο στρατηγικό εταίρο. Δυστυχώς, η Συμφωνία θεωρούμε ότι έχει στοιχεία ετεροβαρή για τη χώρα μας και δεν περιλαμβάνονται όλα όσα θα μπορούσαν να περιληφθούν για να ενισχυθεί η ασφάλεια της χώρας μας. Η Ελλάδα δίνει πολλά, αλλά δεν φαίνεται να παίρνει τα ανάλογα. Αυτό δεν αλλάζει την επιλογή προφανώς για τη στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ, αλλά, καταδεικνύει την έλλειψη μιας ισχυρής εθνικής στρατηγικής που με την ανάλογη διαπραγματευτική τακτική και ικανότητα, θα μπορεί να διασφαλίσει τα θέματα που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια της χώρας και βέβαια με την ενδυνάμωση της εθνικής ισχύος.