Ήταν 7 Οκτωβρίου του 1940, όταν η σοβιετική επιτροπή εξετάσεως σχεδίων αεροσκαφών ενέκρινε το συνοδευτικό μακράς εμβέλειας DIS-200 (MiG-5, T) και εισηγήθηκε την κατασκευή του. Στις 12 Νοεμβρίου παρουσιάστηκε και εγκρίθηκε η μακέτα του, συνοδευομένη με ορισμένες συστάσεις σχεδιαστικών αλλαγών.
Μετά τις απαιτούμενες τροποποιήσεις, το DIS-200 συμπεριλήφθηκε στο γενικότερο πλάνο κατασκευής πειραματικών αεροσκαφών για το 1941. Δεκατρείς ημέρες αργότερα (25 Νοεμβρίου του 1940) έγινε αποδεκτό και από το Ανώτατο Σοβιέτ, ζητώντας από τους Mikoyan και Gurevich να ετοιμάσουν τρία αεροσκάφη. Οι κρατικές δοκιμές προγραμματίστηκαν για την 1η Αυγούστου, 1η Σεπτεμβρίου και 1η Νοεμβρίου του 1941.
Πλην της βασικής του ιδιότητας ως συνοδευτικού βομβαρδιστικών μακράς εμβελείας, το DIS-200 προοριζόταν επίσης για προσβολή αντιαεροπορικής αμύνης, διεξαγωγή περιπολιών σε απομακρυσμένες περιοχές και αναγνωρίσεις πολύ πίσω από τις γραμμές του εχθρού, καθώς και ως καταδυτικό βομβαρδιστικό ή τορπιλοφόρο.
DIS-200 (MiG-5, T)
Η μικτή κατασκευή του μοιράστηκε σε διάφορες βιομηχανικές μονάδες, πράγμα που διευκόλυνε τη συναρμολόγησή του για μαζική παραγωγή. Ήταν χαμηλοπτέρυγο, διέθετε συμβατικό σύστημα προσγειώσεως (οι κεντρικοί τροχοί ανασύρονταν στα άκρα των κινητήρων, ενώ ο ουραίος στην άτρακτο) και τροφοδοτείτο με κινητήρες Mikulin AM-37, ισχύος 1.400 ίππων έκαστος. Η άτρακτος αποτελείτο από τρία μέρη: το ρύγχος από ντουραλουμίνιο, το μεσαίο από ξύλο και το οπίσθιο, ήταν με χαλύβδινους σωλήνες καλυμμένους με φύλλα ντουραλουμινίου. Το κεντρικό τμήμα των πτερύγων ήταν μεταλλικό, ενώ τα εξωτερικά αποτελούνταν από κόντρα πλακέ βακελίτη. Διέθετε επίσης slats τα οποία εκτείνονταν στα 2/3 του χείλους προσβολής. Η διπλή ουρά ήταν ξύλινη, ενώ οι επιφάνειες ελέγχου διέθεταν σκελετό από ντουραλουμίνιο και υφασμάτινη επένδυση.
Στην αρχική του σχεδίαση υπήρχε ένα πυροβόλο Volkov-Yartsev VYa-23, αλλά η επιτροπή αξιολογήσεως και η Πολεμική Αεροπορία συνέστησαν την αντικατάστασή του με δύο Taubin MP-6. Η αποτυχία τους όμως κατέστησε αναγκαστική την επαναφορά του VYa-23. Στις πτέρυγες θα τοποθετούνταν δύο πολυβόλα Berezin BS των 12,7 χλστ. και τέσσερα ακόμη ShKAS των 7,62 χλστ. Το κεντρικό τμήμα εγκατάστασης των πολυβόλων θα μπορούσε, αναλόγως των απαιτήσεων της αποστολής, να αντικασταθεί με βόμβες βάρους 1.000 κιλών ή μία τορπίλη. Υπήρχαν επίσης ιδέες και για την εγκατάσταση δύο αμυντικών πυροβόλων RO-82 που δεν καρποφόρησαν.
Μετά τo πέρας των κρατικών δοκιμών, διατάχθηκε η μετάβαση από την παραγωγή του μαχητικού I-200 σε αυτήν του DIS-200. Το πρώτο πρωτότυπο πραγματοποίησε την παρθενική του πτήση στις 11 Ιουνίου του 1941, με τις επίσημες δοκιμές να λαμβάνουν χώρα μεταξύ της 1ης Ιουλίου και της 5ης Οκτωβρίου. Η διακοπή των εργασιών επάνω στο πυροβόλο MP-6 και η εγκατάσταση του VYa-23 επέφερε σοβαρές αλλαγές στο κεντρικό τμήμα του αεροσκάφους. Λόγω αυτού, η επομένη φάση των αξιολογήσεων έγινε άνευ οπλισμού.
Αρχικά, το αεροσκάφος διέθετε μια τρίφυλλη έλικα διαμέτρου 3,1 μέτρων. Επειδή όμως η μέγιστη ταχύτητα σε ύψος 7.500 ήταν μόλις 560 χλμ/ώρα (δηλαδή 104 χλμ. μικρότερη της αναμενομένης), ζητήθηκε η εγκατάσταση τετράφυλλης έλικας διαμέτρου 3 μέτρων, καθώς και επιμέρους τροποποιήσεις στους αεραγωγούς και τα ψυγεία λαδιού κάτω από τις πτέρυγες. Έτσι, η ταχύτητα αυξήθηκε στα 610 χλμ/ώρα σε ύψος 6.800 μέτρων, με την ανάβαση στα 5.000 μέτρα να πραγματοποιείται εντός 5,5 λεπτών.
Η συγκεκριμένη όμως βελτίωση δεν ήταν αρκετή, οπότε το Ινστιτούτο Ερεύνης έκρινε πως το αεροσκάφος δεν έπρεπε ακόμη να περάσει σε μαζική παραγωγή, αλλά ζήτησε οι βελτιώσεις και οι δοκιμές να συνεχιστούν. Έτσι, εστάλη στο Καζάν και από εκεί στο Κούϊμπισεφ, αφού, εν τω μεταξύ, είχε ξεκινήσει και η επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα», έως ότου (το 1942) οι εργασίες επάνω σε αυτό με τους κινητήρες AM-37 σταμάτησαν οριστικώς.
Η συνέχεια στο Military History