Τη φιλοδοξία για διεύρυνση της ΕΕ μέχρι το 2030 εξέφρασε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ μιλώντας σε μικρή ομάδα μέσων ενημέρωσης στις Βρυξέλλες, μεταξύ των οποίων το ΑΠΕ-ΜΠΕ. Επισήμανε ότι όταν οι υποψήφιες χώρες επιτύχουν τις απαιτήσεις, πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι συνέβη αυτό και πρέπει να υπάρξει η πολιτική απόφαση, ενώ συμπλήρωσε ότι το χρονοδιάγραμμα για κάποιες χώρες θα μπορούσε να είναι νωρίτερα, όπως για παράδειγμα το 2027, το 2028 ή το 2029.
Σε ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ σε σχέση με το μήνυμα της ΕΕ προς την υποψήφια προς ένταξη Τουρκία, η οποία εξέδωσε ανακοίνωση μετά την υιοθέτηση των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής στις 17 Απριλίου που αναφέρει ότι «δεν θα αποδεχτεί ποτέ μια προσέγγιση που συνδέει την πρόοδο στις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ με το Κυπριακό», ο κ. Μισέλ απάντησε ότι «το μήνυμά μας είναι εξαιρετικά σαφές, είναι ξεκάθαρο. Είχαμε τη στρατηγική συζήτηση πριν από δύο εβδομάδες και σας προσκαλώ να διαβάσετε τα συμπεράσματα. Κάθε λέξη είναι εξαιρετικά σημαντική. Πρώτον, θα θέλαμε να συνεργαστούμε εποικοδομητικά με την Τουρκία γιατί έχουμε κοινό συμφέρον για ένα σταθερό περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο. Επομένως, θεωρούμε ότι η μεγαλύτερη πρόοδος στον τομέα αυτής της διαδικασίας του ΟΗΕ σχετικά με την Κύπρο είναι θεμελιώδες στοιχείο. Όταν συνεργαζόμαστε με τρίτες χώρες, λαμβάνουμε υπόψη την παγκόσμια εικόνα και όλα τα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα συμπεράσματά μας είναι ξεκάθαρα».
Υπενθυμίζεται ότι στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής τονίζεται ότι είναι στρατηγικό συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η διασφάλιση σταθερού και ασφαλούς περιβάλλοντος στην Ανατολική Μεσόγειο και η ανάπτυξη μιας σχέσης συνεργασίας και αμοιβαίας επωφελούς σχέσης με την Τουρκία. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναθέτει στους Μόνιμους Αντιπροσώπους να προωθήσει τις εργασίες σχετικά με τις συστάσεις της κοινής ανακοίνωσης σύμφωνα με προηγούμενα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, σεβόμενη τις αρμοδιότητες των θεσμικών οργάνων, με σταδιακό, αναλογικό και αναστρέψιμο τρόπο, με την επιφύλαξη πρόσθετων κατευθύνσεων από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η εποικοδομητική συμμετοχή της ίδιας της Τουρκίας θα συμβάλει καθοριστικά στην προώθηση των διαφόρων τομέων συνεργασίας που προσδιορίζονται στην κοινή ανακοίνωση.
Εν προκειμένω, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στην επανέναρξη και την πρόοδο των συνομιλιών για τη διευθέτηση του Κυπριακού με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της συνεργασίας ΕΕ-Τουρκίας. Υπενθυμίζοντας τα προηγούμενα συμπεράσματά του, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο παραμένει πλήρως προσηλωμένο στη συνολική διευθέτηση του Κυπριακού, στο πλαίσιο του ΟΗΕ, σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του ΣΑΗΕ και τηρουμένων των αρχών στις οποίες θεμελιώνεται η Ένωση και του κεκτημένου. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο χαιρετίζει τον διορισμό της Μαρία Άνχελα Ολγκίν Κουεγιάρ, ως προσωπικής απεσταλμένης του Γενικού Γραμματέα των ΗΕ για την Κύπρο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτοιμη να συμβάλει ενεργά στην υποστήριξη όλων των σταδίων της διαδικασίας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, με όλα τα κατάλληλα μέσα που διαθέτει, καταλήγει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Ταυτόχρονα, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ερωτηθείς για την έκφραση που χρησιμοποίησε ο Γάλλος πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν ότι η Ευρώπη είναι θνητή, σημείωσε πως πιστεύει ότι «ένα δημοκρατικό εγχείρημα από τη φύση του είναι θνητό, κάθε δημοκρατικό εγχείρημα από τη φύση του είναι θνητό. Δεν είναι μια απαισιόδοξη οπτική. Είμαι αισιόδοξος. Πιστεύω ότι έχουμε ισχύ, έχουμε εργαλεία».
Όσον αφορά στο τι θα σήμαινε μια μελλοντική διεύρυνση για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, για την πολιτική συνοχής, ο Σαρλ Μισέλ εξήγησε ότι «αρχικά, Θα χρειαστούν μεταβάσεις όπως πάντα. Έχουμε τέτοια εμπειρία. Μπορούμε να το κάνουμε».
Προσέθεσε ότι «εάν δει κανείς το μέγεθος των Δυτικών Βαλκανίων, τη Μολδαβία ή τη Γεωργία, αυτό είναι ένα πράγμα, η Ουκρανία είναι κάτι άλλο, λόγω του μεγέθους. Τα Δυτικά Βαλκάνια είναι 17 εκατομμύρια κάτοικοι, είναι κάτι εφικτό. Η Ουκρανία είναι κάτι διαφορετικό διότι πρόκειται για μεγαλύτερη χώρα, 40 εκατομμυρίων κατοίκων» .
«Θα μοιραστώ την προσωπική μου άποψη και την προσωπική μου πρόταση. Πιστεύω ότι για την Ουκρανία θα χρειαστούμε μια συγκεκριμένη μετάβαση, κάτι που δεν είναι ακριβώς στο σύστημα. Διότι είναι το μόνο παράδειγμα χώρας που βρίσκεται αντιμέτωπη με πόλεμο, με τεράστια καταστροφή στην υποδομή», ανέφερε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Σε σχέση με την ανησυχία για άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, αλλά και για το ποιο θα ήταν κατά τον ίδιο το παράδειγμα καλύτερου προέδρου στην Κομισιόν και στο Συμβούλιο για την επόμενη θητεία έτσι ώστε να προετοιμάσει τον οδηγό για την διεύρυνση, ο κ. Μισέλ σημείωσε «ας δούμε ποιο θα είναι το αποτέλεσμα. Είμαι βέβαιος ότι όλοι όσοι πιστεύουν στο ευρωπαϊκό σχέδιο θα αγωνιστούν πολιτικά με επιχειρήματα, με ιδέες για να πείσουν τους ψηφοφόρους, να πείσουν τον κόσμο για τη σωστή επιλογή. Είναι μια επιλογή για μια ισχυρή Ευρωπαϊκή Ένωση, για μια ανθεκτική Ευρωπαϊκή Ένωση, για μια πιο κυρίαρχη Ευρωπαϊκή Ένωση», διερωτώμενος εν τω μεταξύ τι θα συνέβαινε σε αντίθετη περίπτωση την περίοδο του κορονοϊού.
Όσον αφορά στους επικεφαλής του Συμβουλίου και της Επιτροπής που θα μπορούσαν να ηγηθούν του οδηγού για τη διεύρυνση, απάντησε ότι θα ήταν «περισσότερο από χαρούμενος, τον Ιούνιο μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, γιατί θα είναι η απόφαση τoυ Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, πιθανώς τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο μετά από τις ευρωεκλογές, να σας συναντήσω και να σας επικοινωνήσω επίσημα ποιος ορίστηκε».
Τέλος ρωτήθηκε για την επερχόμενη ουγγρική προεδρία του Συμβουλίου, το δεύτερο εξάμηνο του 2024. «Είμαι εξαιρετικά χαλαρός και πεπεισμένος διότι στο τελευταίο Συμβούλιο εξέφρασαν την πρόθεσή τους να είναι πολύ ενεργοί σε σχέση με την έκθεση Λέττα. Είμαι πεπεισμένος ότι μέχρι το τέλος του έτους θα έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος και υπολογίζω στην ουγγρική προεδρία να διαδραματίσει στρατηγικό ρόλο», ανέφερε.
Επίσης ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ανέφερε ότι «υπάρχει μια δυναμική, υπάρχει μια διαδικασία στο Συμβούλιο και με την Κομισιόν θα υπάρχει όπως πάντα η έκθεση για την διεύρυνση μετά το καλοκαίρι και μέχρι το τέλος του χρόνου θα δούμε στο Συμβούλιο τα επιπλέον βήματα που θα χρειαστούν, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο που θα έχει επιτευχθεί στο μεσοδιάστημα από τις υποψήφιες χώρες. Δεν έχω καθόλου νευρικότητα. Θέλω να υπογραμμίσω ότι ακόμη και όταν η Ουγγαρία είχε κάποιους δισταγμούς ήταν δυνατόν να διαπραγματευτούμε, να συζητήσουμε και να λάβουμε αποφάσεις με ομοφωνία».