Η κυβέρνηση της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας κατήγγειλε χθες Δευτέρα ότι αεροσκάφος που απογειώθηκε από “γειτονικό κράτος” βομβάρδισε βάση των ενόπλων δυνάμεών της και Ρώσων συμβούλων στο βορειοδυτικό τμήμα της επικράτειας, απειλώντας με αντίποινα.
Το αεροσκάφος προχώρησε «σε ρίψη βομβών στην πόλη» Μποσανγκοά, με στόχο «βάση των ενόπλων δυνάμεών μας, των συμμάχων μας και εργοστάσιο βάμβακα», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η κυβέρνηση της χώρας της Αφρικής όπου ο στρατός και εκατοντάδες μαχητές της ρωσικής ιδιωτικής στρατιωτικής εταιρείας Βάγκνερ πολεμούν εναντίον ανταρτών. Η Μπανγκί αναφέρεται πάγια στους Ρώσους παραστρατιωτικούς με τον όρο «σύμμαχοι».
Πρόκειται για την πρώτη -ή τουλάχιστον την πρώτη φορά που ανακοινώνεται κάτι τέτοιο δημόσια- επίθεση εχθρικού αεροσκάφος από το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία το 2013.
Ο βομβαρδισμός έγινε κατά τη διάρκεια της νύχτας της Κυριακής προς Δευτέρα, λίγο πριν από τις 03:00, πάντα σύμφωνα με την Μπανγκί.
Υλικές ζημιές
Οι βόμβες που ερρίφθησαν προκάλεσαν «μεγάλες υλικές ζημιές», σύμφωνα με την κυβερνητική ανακοίνωση.
Το αεροσκάφος, «αφού διέπραξε αυτά τα εγκλήματα (…)κινήθηκε προς βορρά (…) προτού περάσει τα σύνορά μας», συνεχίζει το κείμενο.
Τα σύνορα με το Τσαντ βρίσκονται σε σχετικά μικρή απόσταση από την Μποσανγκοά, πόλη που βρισκόταν ως πριν από λίγο καιρό στα χέρια ανταρτών. Η χώρα έχει επίσης σύνορα με το Καμερούν (δυτικά) και με το Σουδάν και το νότιο Σουδάν (βορειοανατολικά), που πάντως απέχουν πολύ.
Διενεργείται έρευνα για να «προσδιοριστούν οι ευθύνες» για αυτή την «απεχθή ενέργεια που διαπράχθηκε από εχθρούς της ειρήνης» και «δεν θα μείνει ατιμώρητη», ενώ λαμβάνονται μέτρα για «κάθε ενδεχόμενο», κατά την ανακοίνωση.
Οι σχέσεις ανάμεσα στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και στο Τσαντ είναι τεταμένες εδώ και χρόνια. Η Μπανγκί κατηγορεί τη Ντζαμενά ότι επιτρέπει σε ένοπλες ομάδες να χρησιμοποιούν το έδαφός της ως βάση μετόπισθεν και ότι προσφέρει άσυλο στον σημαντικότερο ηγέτη τους: τον πρώην πρόεδρο Φρανσουά Μποζιζέ. Από την άλλη, η Ντζαμενά είχε κατηγορήσει τον Φεβρουάριο του 2022 ισχυρό ηγέτη ανταρτών πως επιδίωξε να εξασφαλίσει τη στήριξη της Βάγκνερ, αν και ο ενδιαφερόμενος προτίμησε εντέλει να ταχθεί στο πλευρό της κυβέρνησης του Τσαντ.
Στα τέλη του Μαΐου του 2021, η κυβέρνηση του Τσαντ κατηγόρησε τον στρατό της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας πως σκότωσε έξι μέλη των ενόπλων δυνάμεών του, ανάμεσά τους πέντε που «απήχθησαν και εκτελέστηκαν», σε επίθεση εναντίον συνοριακού φυλακίου στο έδαφός του. Η Ντζαμενά είχε κάνει λόγο τότε για «έγκλημα πολέμου».
Μερικούς μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2021, στρατιωτικοί των δυο χωρών αντάλλασσαν πυρά στα σύνορα. Ένας στρατιώτης του Τσαντ κηρύχθηκε αγνοούμενος.
«Χωρίς φώτα»
Αεροσκάφος «βομβάρδισε τη βάση των Ρώσων στις 02:50, ακούσαμε τουλάχιστον τέσσερις βόμβες αλλά καθώς ήταν νύχτα, δεν είδαμε το αεροπλάνο, που δεν είχε φώτα αναμμένα κι έκανε λίγο θόρυβο», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο τηλεφωνικά ο Ετιέν Νγκερετούμ, περιφερειακός διευθυντής της υπηρεσίας Υδάτινων πόρων και Δασών στην Μποσανγκοά.
Οι δυο από τις βόμβες, πρόσθεσε, εξερράγησαν στον κήπο του: γειτονεύει, εξήγησε, με το εργοστάσιο βάμβακα το οποίο χρησιμοποιούν οι Ρώσοι ως βάση.
«Οι εκρήξεις ήταν τρομακτικές (…). Είμαι καλά, έχω μόνο μια γρατζουνιά στο δεξί πόδι από θραύσμα», συνέχισε. «Βρήκα καρφιά και θραύσματα μετάλλου στην οροφή του σπιτιού μου, που δεν είναι πλέον κατοικήσιμο», πρόσθεσε ο αξιωματούχος.
“Βάγκνερ”
Ο δήμαρχος της Μποσανγκοά, ο Πιερ Ντεναμγκέρ, επιβεβαίωσε επίσης την επίθεση τηλεφωνικά. «Επρόκειτο για αεροσκάφος χωρίς φώτα που δεν μπορέσαμε να αναγνωρίσουμε, στόχος του ήταν εργοστάσιο βαμβακιού που χρησιμοποιούν οι Ρώσοι και ο στρατός ως βάση, οι ζημιές δεν είναι πάρα πολλές», σχολίασε.
Η κυβέρνηση του προέδρου Φοστάν Αρκάνζ Τουαντερά κάλεσε τη Μόσχα για να τη σώσει τον Δεκέμβριο του 2020, όταν βρισκόταν σε εξέλιξη ταχεία προέλαση ανταρτών προς την κατεύθυνση της Μπανγκί.
Ρώσοι παραστρατιωτικοί, ειδικά της Βάγκνερ, κατέφθασαν κατά εκατοντάδες, ενισχύοντας τους εκατοντάδες άλλους που ήταν ήδη παρόντες στη χώρα από το 2018.
Οι ένοπλοι που κατείχαν τότε τα δύο τρίτα της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας πολύ γρήγορα απωθήθηκαν από τα περισσότερα οχυρά τους, αλλά συνεχίζουν τον ανταρτοπόλεμο με σποραδικές επιθέσεις εναντίον του στρατού και των συμμάχων του, ιδίως στον τομέα ανάμεσα στην Μποσανγκοά και τα σύνορα με το Τσαντ.
Ο ΟΗΕ, μη κυβερνητικές οργανώσεις και δυτικές πρωτεύουσες κατηγορούν τον κεντροαφρικανικό στρατό και τη Βάγκνερ για εγκλήματα πολέμου με θύματα αμάχους και την κυβέρνηση του κ. Τουαντερά πως ανταμείβει τους μισθοφόρους με ορυκτούς πόρους, ειδικά χρυσό και διαμάντια, σε μια από τις φτωχότερες χώρες στην υφήλιο.