Το αποτέλεσμα των επερχόμενων πρόωρων εκλογών στη Τουρκία, θα παίξει τεράστιο ρόλο στις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή και είναι πιθανό να φέρει τα πάνω κάτω αναφορικά με το γεωπολιτικό ρόλο της Άγκυρας και τις σχέσεις της με τις γειτονικές χώρες. Τα παρακάτω είναι μια “υπόθεση εργασίας” βασισμένη σε αυτά που γνωρίζουμε για τις πολιτικές εξελίξεις στη Τουρκία και πως μπορεί να διαμορφωθεί η κατάσταση την επαύριο των εκλογών.
Αναμφισβήτητα ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποτελεί το μεγάλο φαβορί για τη νίκη στις επερχόμενες εκλογές, ειδικά τη στιγμή που η αντιπολίτευση μοιάζει κατακερματισμένη, ενώ απολαμβάνει της συμμαχία του Ντεβλέτ Μπαχτσελί του Κομματος Εθνικιστικού Κινήματος (MHP – Γκρίζοι Λύκοι). Ο πρώην πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιούλ, παλιός στενός συνεργάτης του Τούρκου Προέδρου (και αρκετά δημοφιλής στη Τουρκία), ανακοίνωσε ότι δεν θα κατέβει ως υποψήφιος στις εκλογές. Ο Γκιούλ έχει χαρακτηριστεί ως “φιλοδυτικός.”
Ο αρχηγός της τουρκικής αξιωματικής αντιπολίτευσης (CHP) Κεμάλ Κιλιντσαρογλου, συναντήθηκε με τον Τεμέλ Καραμολάογλου του SP, για να συζητήσουν πιθανή συνεργασία. O τελευταίος ήταν αυτός που είχε προτείνει στον Γκιούλ να κατέβει ως υποψήφιος στις εκλογές, εισπράττοντας ένα ηχηρό “όχι.”
Οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν πως οι Ερντογάν/Μπαχτσελί, θα βρεθούν αντιμέτωποι με 4 αντιπολιτευτικά κόμματα που θα συμμαχήσουν για τις εκλογές της 24ης Ιουνίου. Πρόκειται για το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) του Κιλιντσάρογλου, το εθνικιστικό İyi της Μεράλ Ακσενέρ, το ισλαμιστικό SP του Καραμολάογλου και το κεντροδεξιό DP του Γκιουλτεκίν Ουισαλ.
Μεράλ Ακσενέρ ή η Λε Πεν της Τουρκίας
Η 61χρονη Ακσενέρ, είναι αλλιώς γνωστή ως η “λύκαινα” και μοιάζει ως η “δυσκολότερη” αντίπαλος για τον Ερντογάν, ειδικά αν οι εκλογές πάνε σε δεύτερο γύρο. Οι γονείς της ήταν πρόσφυγες που έφυγαν από τη Θεσσαλονίκη το 1923 κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών. Προέρχεται από το κόμμα του υπερεθνικιστή Μπαχτσελί και δεν δίστασε να συγκρουστεί μαζί του να ανεξαρτητοποιηθεί φτιάχνοντας το δικό της κόμμα. Δικαίως το POLITICO την έχει χαρακτηρίσει τη “Μαρί Λε Πεν της Τουρκίας”, ενώ ο (επίσημος) λόγος που αποφάσισε να απομακρυνθεί από το MHP, ήταν η στήριξη του Μπαχτσελί στον Ερντογάν στα πλαίσια του δημοψηφίσματος που θα χαρίσει στον επόμενο Τούρκο Πρόεδρο, σχεδόν απεριόριστη δύναμη. Αυτή η κίνησή της, ενίσχυσε κατά πολύ τη δημοφιλία της. Όντας αρκετά έξυπνη, τοποθέτησε το κόμμα της στη κεντροδεξιά θέση του πολιτικού φάσματος, αποσκοπώντας να αποσπάσει ψήφους τόσο από τους συντηρητικούς όσο και από τους ισλαμιστές ψηφοφόρους του Ερντογάν. Εξυπακούεται πως ο τουρκικός τύπος που ελέγχεται στη συντριπτική πλειοψηφία του από το Τουρκο Πρόεδρο, έχει επιδοθεί σε συντονισμένη προσπάθεια αμαύρωσης της εικόνας της.
Ισλαμιστές vs Κεμαλιστών
Δυο είναι οι πολιτικοί πόλοι στη Τουρκία: οι Ισλαμιστές που εκφράζονται μέσα από το συντηρητικό-φιλοϊσλαμικό-νεοθωμανικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν και οι Κεμαλιστές, δηλαδή οι οπαδοί του “κοσμικού κράτους” που μάλλον βρήκαν εκπροσώπηση στο πρόσωπο της Ακσενέρ που ηγείται του κεμαλικού-εθνικιστικού-συντηρητικού-κοσμικού İyi_Party.
Η μεγάλη διαφορά μεταξύ Ερντογάν-Ακσενέρ, είναι πως η τελευταία είναι σταθερή υποστηρίκτρια μιας “δυτικόστροφης” Τουρκίας, σε σχέση με τον Ερντογάν που βρίσκεται “αγκαλιά” με Ρωσία και Ιράν.
Εδώ ακριβώς είναι η ουσία που αφορά και την Ελλάδα. Η “υπόθεση εργασίας” που σας αναφέραμε στην εισαγωγή, είναι ένα υποθετικό σενάριο που θέλει την Ακσενέρ να κερδίζει τις εκλογές και να εγκαταλείπει τους πρόσκαιρους συμμάχους του Ερντογάν και κυρίως τη Ρωσία, στρεφόμενη προς τη Δύση, δίνοντας “γη και ύδωρ” στους Αμερικανούς.
Παρένθεση
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να κάνουμε μια μικρή παρένθεση για να επισημάνουμε πως οι πρόωρες εκλογές είναι ένα πολύ καλά σχεδιασμένο σχέδιο του Ερντογάν. Ο Τούρκος Πρόεδρος, προκήρυξε πρόωρες εκλογές για να κεφαλαιοποιήσει το θετικό αίσθημα έπειτα από τη νικηφόρα εκστρατεία στο Αφρίν και για να προλάβει τυχόν δυσάρεστες οικονομικές εξελίξεις που θα προκαλέσουν δυσφορία στο εκλογικό σώμα και ειδικά στην όποια ευρωστία απολαμβάνει η μεσαία τάξη που τον στηρίζει. Οι επερχόμενες εκλογές θα σημάνουν την οριστική εδραίωση του Ερντογάν στην εξουσία με αυξημένες αρμοδιότητες, όπως αποφασίστηκε στο περσινό δημοψήφισμα.
Το “δίλημμα”
Η Ελλάδα θα βρεθεί την επαύριο των εκλογών της 24ης Ιουνίου, είτε με έναν νέο “αντίπαλο”, είτε με τον ίδιο (Ερντογάν), αλλά κατά πολύ ισχυροποιημένο. Εξυπακούεται πως η ελληνική εξωτερική πολιτική, τουλάχιστον στις βασικές θέσεις της, δεν είναι δυνατό να καθορίζεται υπό το πρίσμα του ποιος είναι πρόεδρος στη Τουρκία. Μια αλλαγή πολιτικού σκηνικού ωστόσο, όσο απίθανη και να φαντάζει για την ώρα, ίσως ανατρέψει τη κατάσταση σε μεγάλο βαθμό.
Όπως προείπαμε, ο Ερντογάν επέλεξε να αποστασιοποιηθεί από τη Δύση, πέφτοντας στην “αγκαλιά” της πάντα πρόθυμης Ρωσίας. Αυτή η εξέλιξη έχει βάλει σε “μπελάδες” την αμερικανική εξωτερική πολιτική και όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι φωνές που καλούν για κυρώσεις εις βάρος της Άγκυρας, που κυμαίνονται από ‘αρνηση εξαγωγής του F-35, μέχρι και πλήρης εκπαραθύρωσή της από τη συμμαχία του NATO. Σε τι ποσοστό θα υλοποιηθούν όποιες κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας (και αν υλοποιηθούν), θα φανεί στο προσεχές μέλλον. Το μόνο σίγουρο είναι πως οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας είναι στο ναδίρ και οποιαδήποτε κίνηση από πλευράς Ελλάδος προς εκμετάλλευση αυτής της κατάστασης, θα ήταν βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Στον αντίποδα, το κεμαλικό/κοσμικό “κατεστημένο” της Τουρκίας, που όπως και ο Ερντογάν ποντάρει σε εθνικιστικές κορώνες με ότι αυτό συνεπάγεται για τη καλή ή κακή γειτονία με άλλες χώρες, πιθανότατα θα ακολουθήσει φιλοδυτική πολιτική, με οτι αυτό συνεπάγεται για το “ειδικό” βάρος της Ελλάδας στη περιοχή. Με απλά λόγια, αν οι Αμερικανοί τα “βρουν” με την Άγκυρα, δεν θα έχουν ανάγκη να βασίζονται (όσο μικρή ή μεγάλη είναι αυτή η “εξάρτηση”), από σύμμαχες χώρες όπως η Ελλάδα.
Δεν θα κρίνουμε στο παρόν άρθρο εάν και κατά πόσο η Ελλάδα έπαιξε σωστά το χαρτί της φίλης προς την Ουάσιγκτον σε μια εποχή έντονου αντιαμερικανισμού στη Τουρκία και ειδικά τι κέρδισε από αυτό. Το ζήτημα είναι να “προβλέψουμε” κατά πόσο θα ήταν υπέρ των ελληνικών συμφερόντων μια αλλαγή πολιτικού σκηνικού στη Τουρκία, δεδομένου πως η εναλλακτική (κεμαλιστές/κοσμικοί), δεν διακατέχονται από φιλειρηνικά αισθήματα (όπως και ο Ερντογάν). Επομένως, μήπως τα πράγματα δυσκολέψουν εάν μια νέα και εξ ορισμού επιθετική κυβέρνηση στην Άγκυρα, έχει και τις ευλογίες της Ουάσιγκτον;
Η “υπόθεση εργασίας” λοιπόν, η οποία προφανώς δεν μπορεί να απαντηθεί μέσα από λίγες παραγράφους, είναι μήπως τελικά ο Ερντογάν θα μας σώσει; (υπό την έννοια πως η πορεία που έχει χαράξει έρχεται σε σύγρκουση με τα συμφέροντα της Δύσης στην οποία εξάλλου ανήκομεν).
Διαβάστε επίσης
Πρόωρες εκλογές στη Τουρκία: Το colpo grosso του Ερντογάν και τι μέλει γενέσθαι