Συνεχίζοντας μια μεγάλη παράδοση στη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας, ο εφοπλιστής κ. Ιάκωβος Τσούνης προχώρησε στη δωρεά του συνόλου της περιουσίας του ύψους 23 εκατομμυρίων ευρώ στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, όπως αναφέρει η εφημερίδα ‘ΕΣΤΙΑ’.
Δωρεά Γενικής Επισκευής και Αναβάθμισης Φουσκωτού Σκάφους του Πολεμικού Ναυτικού
Ο εφοπλιστής κ. Ι. Τσούνης δεν είναι άγνωστος στις Ένοπλες Δυνάμεις. Έχοντας πολεμήσει σε ηλικία μόλις 16 ετών στον Ελληνο-Ιταλικό πόλεμο του 1940 και αργότερα, ο κ. Τσούνης στάθηκε πάντα κοντά στο ελληνικό στράτευμα και στις αξίες που αντιπροσωπεύει, τηρώντας μια σχέση σεβασμού και αγάπης για την πατρίδα και τους ανθρώπους που έχουν τάξει τη ζωή τους στην υπηρεσία και υπεράσπισή της. Στα χρόνια που ακολούθησαν δημιούργησε μεγάλη περιουσία δραστηριοποιούμενος στον εφοπλιστικό τομέα αλλά δεν ξέχασε ποτέ τις “άγιες Ένοπλες Δυνάμεις”, όπως αναφέρει, κάνοντας συχνά δωρεές υπέρ τους.
Το 2018 τιμήθηκε με το μετάλλιο του Αστέρος Αξίας και Τιμής για τη συνολική του προσφορά ενώ το 2020 τιμήθηκε με το βαθμό του εφέδρου υποστρατήγου επί τιμή κατόπιν προτάσεως του υπουργού Αμύνης Ν. Παναγιωτόπουλου με τη σύμφωνη γνωμάτευση του ΣΑΓΕ και έλαβε το αντίστοιχο ξίφος. Στα 96 του χρόνια ο κ. Τσούνης έχει να επιδείξει πλούσιο φιλανθρωπικό έργο σε πολλές κατευθύνσεις. Παλιότερες δωρεές του περιέλαβαν την ανακαίνιση πτερύγων των 401 Γενικού Στρατιωτικού Νοσοκομείου Αθηνών και του 417 Νοσηλευτικού Ιδρύματος Μετοχικού Ταμείου Στρατού (ΝΙΜΤΣ). Σε άλλη κίνησή του προχώρησε στην αγορά 60 λέμβων για τις Ειδικές Δυνάμεις.
Σε αυτές τις τελευταίες δωρεές αναφέρονται πολλά δημοσιεύματα στον ημερήσιο Τύπο μεταδίδοντας συχνά την εικόνα πως ο Κ. Τσούνης έλυσε το ζήτημα μεταφοράς των Ελλήνων Πεζοναυτών ενώ ορισμένοι δημοσιεύουν και φωτογραφίες μεγάλων αποβατικών πλοίων (σε τουλάχιστον μία περίπτωση η φωτογραφία δείχνει τουρκικά που αποβιβάζουν άρματα μάχης…). Ασφαλώς ο κ. Τσούνης τιμάται για την ανιδιοτελή προσφορά του και χαρακτηρίζεται άξιος συνεχιστής των μεγάλων Ελλήνων εθνικών ευεργετών προσφέροντας εκεί που άλλοι δεν τόλμησαν. Δεν είχε, όμως, την ευχέρεια να αγοράσει ένα ολόκληρο ναυτικό! Κανείς σχεδόν στον κόσμο δεν την έχει. Όπως αναφέρει η σελίδα του ΓΕΕΘΑ στις 17 Ιουνίου 2020, η προσφορά αφορά 60 αποβατικές ελαστικές λέμβους μεταφοράς ανδρών των Ειδικών Δυνάμεων (ικανότητας μεταφοράς 7-10 ανδρών εκάστη) και όχι “αποβατικά πλοία”.
Η παραπάνω διευκρίνιση γίνεται για να τοποθετηθούν τα πράγματα στη θέση τους και δεν μειώνει, ασφαλώς, την αξία της προσφοράς του κ. Τσούνη. Ίσα ίσα, ο τελευταίος θέτει ένα σαφέστατο πήχη και για άλλους, ώστε να ακολουθήσουν το παράδειγμά του. Μέσα στα χρόνια, που μετράμε από την ίδρυση του σύγχρονου Ελληνικού κράτους, οι εθνικοί ευεργέτες ήταν λίγοι και εκλεκτοί. Δεν είναι υποχρέωση κανενός να δίνει την περιουσία που με κόπο και προσπάθεια δημιούργησε για να ανεγερθούν νοσοκομεία, πανεπιστήμια, να αγοραστούν πολεμικά πλοία ή αεροσκάφη, να ενισχυθεί η δράση των Ενόπλων Δυνάμεων, των ευαγών ιδρυμάτων της Παιδείας, της Πρόνοιας κ.ο.κ.
Όλοι οι πολίτες, πλούσιοι και φτωχοί, προσφέρουν το μερίδιο τους υπέρ της υγείας, της παιδείας, της πρόνοιας και της ασφάλειας και η προσφορά τους είναι ιερή. Για αυτό όμως, όσοι προσφέρουν ακόμα περισσότερα, δίκαια τιμώνται. Έτσι η Ελλάδα είχε την ευκαιρία να έχει έναν Αβέρωφ, έναν Ευγενίδη, έναν Παναγόπουλο και σήμερα έναν Λασκαρίδη κι έναν Τσούνη αλλά και άλλους που παραμένουν άγνωστοι στο ευρύ κοινό. Πατριώτες δηλαδή που έδωσαν στο Πολεμικό Ναυτικό από το θωρηκτό ‘Αβέρωφ’ μέχρι το ΠΓΥ ‘Ηρακλής’ όπως και πολλά άλλα σκάφη, υπηρεσίες και υλικά. Σε αυτούς αξίζει ένα μεγάλο ευχαριστώ!