Σε βίαιες συγκρούσεις μεταξύ της αστυνομίας και διαδηλωτών εκτραχύνθηκαν χθες Σάββατο αργά το απόγευμα οι μαζικές διαδηλώσεις υπό βροχή στο Λούτσερατ, εγκαταλελειμμένο χωριό κοντά στο Ντίσελντορφ, όπου οι δυνάμεις ασφαλείας προσπαθούν τις τελευταίες ημέρες να εκκενώσουν σπίτια που έχουν καταλάβει ακτιβιστές και να ανοίξουν τον δρόμο για την επέκταση λιγνιτωρυχείου της περιοχής.
Σύμφωνα με την αστυνομία, υπάρχουν «πολλοί τραυματίες» και στις δύο πλευρές, κάποιοι εκ των οποίων διακομίστηκαν με ελικόπτερα και ασθενοφόρα σε νοσοκομεία.
Το 2017, οι περίπου 900 κάτοικοι του Λούτσερατ υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να μετεγκατασταθούν, προκειμένου να προχωρήσει η εκμετάλλευση του πλούσιου σε λιγνίτη υπεδάφους της περιοχής.
Το 2013 το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι η επέκταση του ορυχείου Γκαρτσβάιλερ ήταν προς το δημόσιο συμφέρον.
Αργότερα στα εγκαταλελειμμένα κτίρια εγκαταστάθηκαν περίπου 700 ακτιβιστές, αναδεικνύοντας το χωριό σε σύμβολο της κλιματικής κρίσης και του αγώνα για την απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ενέργειας.
Δικαστήριο της περιοχής εξέδωσε στο μεταξύ διαταγές έξωσης, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ την περασμένη Τρίτη, χωρίς ωστόσο να πείσουν τους ακτιβιστές να απομακρυνθούν.
Αντιθέτως, ο αριθμός των διαδηλωτών αυξανόταν τις προηγούμενες ημέρες συνεχώς, ενόψει της προγραμματισμένης για χθες διαδήλωσης εναντίον του σχεδίου της κυβέρνησης, η οποία επικαλείται τις αυξημένες ανάγκες για λιγνίτη εξαιτίας της εγκατάλειψης του ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Τον Οκτώβριο του 2022 ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι) και η υπουργός Οικονομίας της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας Μόνα Νοϊμπάουερ (Πράσινοι) κατέληξαν σε συμβιβασμό με την εταιρία ενέργειας RWE για την επιτάχυνση της απολιγνιτοποίησης της περιοχής από το 2038 στο 2030, με τον ενεργειακό κολοσσό να δέχεται η επέκταση των δραστηριοτήτων του να περιοριστεί στο Λούτσερατ και να διασωθούν πέντε εγκαταλελειμμένα χωριά, τα οποία επρόκειτο να ισοπεδωθούν.
«Οδυνηρή αλλά αναγκαία απόφαση»
Σύμφωνα με το σχέδιο κυβέρνησης και RWE, η επέκταση των εξορύξεων θα συνεισφέρει επιπλέον 280 τόνους λιγνίτη ημερησίως.
«Ο πόλεμος του (προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ) Πούτιν (στην Ουκρανία) μας αναγκάζει προσωρινά να κάνουμε μεγαλύτερη χρήση λιγνίτη προκειμένου να εξοικονομήσουμε φυσικό αέριο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας», δήλωσε ο κ. Χάμπεκ κάνοντας λόγο για «οδυνηρή αλλά αναγκαία απόφαση», ενώ επέμεινε ότι η πολιτική ενέργειας «συνεχίζει ως έχει». Πρόκειται για απόλυτη «κόκκινη γραμμή», διαβεβαίωσε ο υπουργός.
Έπειτα από αρκετές ημέρες σιωπής, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς καταδίκασε χθες τις διαδηλώσεις.
«Κι εγώ συνήθιζα να διαδηλώνω και μάλιστα πολύ συχνά, αλλά για μένα υπάρχει ένα όριο, το οποίο μπαίνει ακριβώς εκεί όπου η διαδήλωση γίνεται βίαιη», δήλωσε στην Wochentaz ο κ. Σολτς απορρίπτοντας τις επικρίσεις για το ότι η εξόρυξη των κοιτασμάτων λιγνίτη στο Λούτσερατ θα θέσει σε κίνδυνο τους κλιματικούς στόχους.
Αντέτεινε ότι οι διαμαρτυρίες θα έπρεπε να αφορούν το γεγονός ότι απαιτούνται σήμερα έξι χρόνια για την έγκριση της εγκατάστασης μιας ανεμογεννήτριας. «Αν θέλουμε να πετύχουμε την ενεργειακή μετάβαση, χρειαζόμαστε μεγαλύτερη ταχύτητα», προκειμένου η Γερμανία να είναι κλιματικά ουδέτερη έως το 2045, σημείωσε. «Αυτός ο στόχος είναι αδιαπραγμάτευτος», τόνισε κι απέκλεισε κάθε πιθανότητα να παραταθεί εκ νέου η διάρκεια ζωής των τριών πυρηνικών σταθμών της χώρας, οι οποίοι επρόκειτο αρχικά να κλείσουν στο τέλος του 2022 και, λόγω της ενεργειακής κρίσης, παραμένουν σε λειτουργία έως τον Απρίλιο.
«Οι Πράσινοι υπέκυψαν»
Οι ακτιβιστές στο Λούτσερατ, υπό το σύνθημα «Lützi bleibt» («Το Λούτσι παραμένει»), κατέλαβαν τα εναπομείναντα κτίρια, ενώ έστησαν επίσης πρόχειρους καταυλισμούς και αρνούνται να αποχωρήσουν, παρά τις εκκλήσεις των πολιτικών και τις προσπάθειες της αστυνομίας.
Σε «πρόσωπο» της αντιπαράθεσης έχει αναδειχθεί ο επικεφαλής της αστυνομίας του Άαχεν Ντιρκ Βάινσπαχ, ο οποίος, αν και μέλος των Πρασίνων, ξεκαθάρισε στους διαδηλωτές ότι, εφόσον διαταχθεί η εκκένωση του χωριού, δεν θα έχει άλλη επιλογή. «Οι Πράσινοι υπέκυψαν στην RWE, οι ακτιβιστές όχι», δήλωσε από το Λούτσερατ η γνωστή γερμανίδα ακτιβίστρια Λουίζα Νοϊμπάουερ, ενώ στην περιοχή πήγε χθες και η Γκρέτα Τούνμπεργκ, για να ενώσει τη φωνή της με τους διαδηλωτές.
Σύμφωνα με την αστυνομία, διαδηλωτές και αστυνομικοί τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων στις οποίες συμμετείχαν περισσότερα από 15.000 άνθρωποι.
Έγινε χρήση εκτοξευτήρων πεπιεσμένου νερού στην προσπάθεια οι διαδηλωτές να μην καταφέρουν να σπάσουν τα οδοφράγματα προς τα ερειπωμένα κτίρια.
Επιπλέον, τουλάχιστον δύο άνθρωποι εκτιμάται ότι έχουν εγκλωβιστεί σε σήραγγες, καθώς νωρίς το απόγευμα οι διαδηλωτές παρατάχθηκαν στην άκρη του ανοιχτού λιγνιτωρυχείου, αψηφώντας τις προειδοποιήσεις της αστυνομίας για τον κίνδυνο.
«Απόλυτα τρομοκρατημένος» για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην περιοχή, δήλωσε ο Ντιρκ Βάινσπαχ, επικεφαλής περίπου 1.000 αστυνομικών που ανέλαβαν την εκκένωση του χωριού.
Αφού ολοκληρωθεί η αστυνομική επιχείρηση, η RWE σκοπεύει να προχωρήσει στην ανέγερση περιμετρικού φράχτη μήκους 1,5 χλμ. γύρω από το Λούτσερατ, προκειμένου να ασφαλίσει την περιοχή πριν ξεκινήσουν κατεδαφίσεις.
«Θα βάλουμε τα σώματά μας μπροστά στους εκσκαφείς», προειδοποιούν οι διαδηλωτές.