Η Ουκρανία, από την έναρξη της ρωσικής εισβολής το 2022 έχει αναδειχθεί σε παγκόσμιο πρότυπο προσαρμοστικότητας και καινοτομίας υπό συνθήκες πολέμου. Αντιμέτωπη με έναν εχθρό που διαθέτει υπεροχή σε αριθμούς, ανέπτυξε πρωτοποριακές λύσεις σε πολλά επίπεδα για να διατηρήσει την αμυντική της ικανότητα.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα παραδείγματα είναι η εισαγωγή κινητών συγκροτημάτων συντήρησης και προγραμματισμού αποστολών για τα μαχητικά αεροσκάφη F-16, τα οποία εντάσσονται στον ουκρανικό αεροπορικό στόλο. Αυτή η πρωτοβουλία, που υλοποιήθηκε από το Ίδρυμα “Come Back Alive” με χρηματοδότηση 1,23 εκατομμυρίων ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος να το πληρώνει η κρατική εταιρεία πετρελαιοειδών Ukrnafta, επαναπροσδιορίζει τον τρόπο που δυτικά μαχητικά αεροσκάφη συντηρούνται και επιχειρούν σε συνθήκες πολέμου.
Τα F-16, γνωστά για την ευελιξία τους, την ικανότητα εκτέλεσης πολλαπλών αποστολών και την αξιοπιστία τους, αποτελούν πλέον κρίσιμο στοιχείο της ουκρανικής αεροπορικής ισχύος. Ωστόσο, η λειτουργία τους σε ένα περιβάλλον όπου οι ρωσικές δυνάμεις στοχεύουν συστηματικά τις αεροπορικές βάσεις με βαλλιστικούς πυραύλους, cruise και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, απαιτεί μια διαφορετική προσέγγιση από τις παραδοσιακές μεθόδους συντήρησης.
Τα κινητά συγκροτήματα που αποκαλούνται πρωτοβουλία “Office 61”, σχηματίζουν ένα ολοκληρωμένο οικοσύστημα που επιτρέπει τη συντήρηση και τον εξοπλισμό των αεροσκαφών όχι μόνο σε κύριες αεροπορικές βάσεις, αλλά και σε μικρότερες αεροπορικές υποδομές ή ακόμη και σε τοποθεσίες έκτακτης προσγείωσης.
Τα συγκροτήματα είναι δύο: το συντήρησης αεροσκαφών και το συγκρότημα αποστολών. Το πρώτο αποτελείται από δύο συνεργεία για την προετοιμασία και τον έλεγχο αεροπορικών όπλων, δύο βανάκια για την φόρτωση των πυρομαχικών στα αεροσκάφη, και ένα pickup για τη μετακίνηση του προσωπικού. Το δεύτερο συγκρότημα περιλαμβάνει έναν κινητό θάλαμο για την προετοιμασία αποστολών και την επικοινωνία με τους πιλότους, καθώς και έναν θάλαμο για την ανάπαυση των χειριστών κατά τη διάρκεια μεγάλων βαρδιών ή μετακινήσεων.
Σύμφωνα με το ίδρυμα “Come Back Alive”, η παραδοσιακή διαδικασία φόρτωσης ενός F-16 με όπλα απαιτούσε τη συμμετοχή 10 έως 12 ατόμων, ενώ το νέο σύστημα μειώνει αυτόν τον αριθμό σε μόλις τρία άτομα, και ταυτόχρονα τον χρόνο εκτέλεσης στο μισό.
Το συγκρότημα προγραμματισμού αποστολών αποτελεί εξίσου σημαντικό στοιχείο της ουκρανικής προσέγγισης. Ο θάλαμος, εξοπλισμένος με πέντε έως επτά σταθμούς εργασίας, επιτρέπει την προετοιμασία αποστολών, την ενημέρωση των πιλότων και την υποστήριξη των αεροσκαφών κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων.
Η επιτυχία αυτής της πρωτοβουλίας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη συνεργασία μεταξύ του Ιδρύματος “Come Back Alive”, του Υπουργείου Άμυνας και ιδιωτικών εταιρειών όπως η Ukrnafta. Το ίδρυμα, που ιδρύθηκε το 2014 από τον Vitaliy Deynega, έχει αναδειχθεί σε πυλώνα υποστήριξης των Ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων, συγκεντρώνοντας περίπου 380 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ από δωρεές.
Η ουκρανική εμπειρία μπορεί να προσφέρει πολύτιμα μαθήματα για την Ελλάδα, η οποία διαθέτει έναν από τους πιο σύγχρονους στόλους F-16 στην Ευρώπη, με τα αναβαθμισμένα F-16 Viper να είναι ότι πιο προηγμένο για τον τύπο. Η Τουρκία από την πλευρά της διαθέτει έναν ισχυρό στόλο μαχητικών αεροσκαφών, προηγμένα συστήματα αεράμυνας και βαλλιστικούς πυραύλους, που θα μπορούσαν να πλήξουν τις ελληνικές αεροπορικές βάσεις σε περίπτωση σύγκρουσης.
Για παράδειγμα οι βάσεις σε Λάρισα, Σούδα, Αγχίαλο, Σκύρο, κ.α. είναι πιθανοί στόχοι για καταιγισμό βαλλιστικών όπλων και πυραύλων cruise, οι οποίοι θα μπορούσαν να καταστρέψουν αεροδιαδρόμους και shelters. Ακόμη και αν τα ελληνικά μαχητικά δεν χτυπηθούν απευθείας, η καταστροφή των διαδρόμων απογείωσης θα τα καθιστούσε ανίκανα να επιχειρήσουν. Σε αυτό το πλαίσιο, η διασπορά τους αποτελεί τη μόνη βιώσιμη στρατηγική για την επιβίωση της ΠΑ.
Οπότε η υιοθέτηση κινητών συγκροτημάτων συντήρησης, όπως αυτά που ανέπτυξε η Ουκρανία, θα μπορούσε να αλλάξει την επιχειρησιακή φιλοσοφία της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας. Επιτρέποντας τη χρήση και μικρών περιφερειακών αεροδρομίων για την εξυπηρέτηση των μαχητικών, μειώνοντας την εξάρτηση από τις μεγάλες βάσεις.
Η Ελλάδα διαθέτει τη δυνατότητα να αναπτύξει τέτοια συγκροτήματα μέσω συνεργασιών με εγχώριες εταιρείες, όπως η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ), η Apella και η Aeroservices, οι οποίες έχουν την τεχνογνωσία για την κατασκευή και προσαρμογή εξοπλισμού.
Η ανάπτυξη κινητών συγκροτημάτων συντήρησης δεν θα περιοριζόταν μόνο στα F-16V, αλλά θα μπορούσε σταδιακά να επεκταθεί στα Rafale και, στο μέλλον, στα F-35A, τα οποία είναι πιο πολύπλοκα αλλά εξίσου κρίσιμα για την ελληνική αεροπορική ισχύ. Η ουκρανική εμπειρία δείχνει ότι τέτοιες λύσεις μπορούν να υλοποιηθούν με σχετικά χαμηλό κόστος, κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την Ελλάδα, η οποία πρέπει να εξισορροπήσει τις αμυντικές της δαπάνες με τις οικονομικές της δυνατότητες.