«Είναι προφανές ότι οι συμβάσεις που φέρνουμε προς έγκριση στη Βουλή, είναι άκρως επωφελείς για τη συνολική δυνατότητα των Ενόπλων Δυνάμεων», υπογράμμισε ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, κλείνοντας τη φάση της επεξεργασίας του νομοσχεδίου για τα Rafale, τις νέες φρεγάτες και τις τορπίλες, στην επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων και Εθνικής ‘Αμυνας.Το νομοσχέδιο πλέον περνά στην ολομέλεια.
«Είναι άκρως απαραίτητα εξοπλιστικά προγράμματα, για την ενίσχυση του Πολεμικού, Ναυτικού με πολύτιμες νέες δυνάμεις και για την ενίσχυση της Πολεμικής Αεροπορίας, με έναν τύπο αεροσκάφους με αποδεδειγμένη αξία», είπε ο κ. ίδιος και τόνισε ότι «ασφαλώς η προσπάθεια αυτή έχει τεράστιο, δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος, αλλά έχει και ανυπολόγιστο εθνικό όφελος, σε μια εποχή με πολλές γεωπολιτικές αβεβαιότητες, με εντάσεις, με κρίσεις, με απειλές που εκδηλώνονται κοντά μας». Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας περιέγραψε την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί σήμερα. «Πριν από μερικά χρόνια, θα ήταν σενάριο επιστημονικής φαντασίας να συζητάμε για υπαρκτό σενάριο να ξεσπάσει πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος. Αυτές τις ημέρες, συζητάμε όμως ακριβώς αυτό. Ένα πολύ υπαρκτό σενάριο να ξεσπάσει πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος και μάλιστα, όχι μακριά από τα δικά μας τα μέρη» είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος και τόνισε: «σε κάθε περίπτωση, η χώρα πρέπει να κάνει προσπάθειες για να θωρακιστεί. Και αυτό είναι και το δικό μας καθήκον. Αυτή είναι η αποστολή μας. Και πρέπει να κάνουμε με πιο εντατικούς ρυθμούς, για να καλύψουμε κενά του παρελθόντος, όταν οι συνθήκες και οι οικονομικές δυσκολίες ήταν διαφορετικές. Πρέπει λοιπόν να επιδείξουμε ομοψυχία για να επαυξήσουμε τις δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεων και με τον τρόπο αυτό να θωρακίσουμε και την πατρίδα μας, σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς».
Σε σχέση με τις συμβάσεις για τις προμήθειες φρεγατών, ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας υπογράμμισε ότι κατέστη δυνατό, να συμπεριληφθούν επιπλέον δυνατότητες, χωρίς να διαφοροποιηθεί το τελικό τίμημα, όπως είναι η εκπαίδευση επιπλέον πληρωμάτων και η αντικατάσταση υλικοτεχνικής υποδομής και λογισμικών, τελευταίας τεχνολογίας. Πρόσθεσε δε πως η σύμβαση είναι ίδια με αυτή των Ενόπλων Δυνάμεων της Γαλλίας.
Σε σχέση με τις τορπίλες, ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας υπογράμμισε πως προβλέπεται ολοκληρωμένη υποστήριξη, με πλήρες πακέτο εκπαίδευσης και πλήρες συνεργείο τεχνικής υποστήριξης, με επαρκή αριθμό αναλωσίμων, στις εγκαταστάσεις του Πολεμικού Ναυτικού. Επίσης με βελτίωση των χρονοδιαγραμμάτων παραδόσεων, μετά την ενεργοποίηση της σύμβασης και με αύξηση της ελληνικής βιομηχανικής συμμετοχής.
Για την προμήθεια των αεροσκαφών Rafale, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος σημείωσε ότι όλα τα συστήματα που θα προσαρμοστούν σε αυτά είναι τελευταίου τύπου και ιδίως αυτά που έχουν να κάνουν με τα ηλεκτρονικά υποσυγκροτήματα του κάθε αεροσκάφους. Ανέφερε επίσης, ότι όλα τα εξοπλιστικά προγράμματα που φέρνει η κυβέρνηση είναι άκρως απαραίτητα για τις Ένοπλες Δυνάμεις, «οι φρεγάτες, διότι πλέον ο στόλος έχει μια πολύ μεγάλη ηλικία» και «είναι κατεπείγουσα ανάγκη να προμηθευτεί το Πολεμικό Ναυτικό τρεις νέες φρεγάτες υπερσύγχρονης τεχνολογίας, τις ψηφιακές φρεγάτες της νέας εποχής», ενώ και «τα Rafale είναι απαραίτητα στην Πολεμική Αεροπορία, με τα όπλα τους», πολύ περισσότερο που είναι αεροπλάνα τα οποία «διαφοροποιούν τις ισορροπίες στον αέρα». Ποιος αμφιβάλλει, επέμεινε ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, για την αναγκαιότητα, η Ελλάδα, μετά από κάποιες δεκαετίες να αποκτήσει τελευταίου τύπου σύγχρονες τορπίλες στα σύγχρονα υποβρύχια που διαθέτει;
Απαντώντας στις επικρίσεις της αντιπολίτευσης ότι απουσιάζει η ελληνική αμυντική βιομηχανία από τις προμήθειες, ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας είπε ότι «όσον αφορά τις φρεγάτες και τα αεροσκάφη, δηλαδή τα γαλλικά οπλικά συστήματα, το πλαίσιο συμμετοχής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας έχει προαναγγελθεί από τη συμφωνία πλαίσιο για τη στρατηγική συνεργασία στην ‘Αμυνα, μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας» και «υπάρχουν συγκεκριμένα άρθρα τα οποία αναφέρονται στη δημιουργία πλέγματος τακτικών επαφών και συνεννοήσεων μεταξύ των στοιχείων των αμυντικών βιομηχανιών, ελληνικής και γαλλικής». Αυτό το πλαίσιο, είπε ο κ. Παναγιωτόπουλος, ακολουθήθηκε περισσότερο στις προμήθειες των φρεγατών, στα Rafale λιγότερο και εκτίμησε ότι και στα Rafale «θα υπάρξει πρόοδος» για την εμπλοκή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας. Ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας ενημέρωσε επίσης την επιτροπή, ότι κατά τη Naval Group, θα παρασχεθεί υποκατασκευστικό έργο σε πάνω από 50 ελληνικές εταιρείες. Για τα ελληνικά ναυπηγεία, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι στο μέλλον «θα ανακύψει η δυνατότητα, κάποιο ελληνικό ναυπηγείο να παράσχει ναυπηγικό έργο, ενδεχομένως στην επόμενη αγορά πλοίων που χρειάζεται το Πολεμικό Ναυτικό, στο πλαίσιο εκσυγχρονισμού του».
«Θα μπορούσατε να πείτε ότι θα ήταν δυνατό να προβλεφθεί μεγαλύτερη συμμετοχή των εγχώριων αμυντικών βιομηχανιών, με ένα πλαφόν 30% ή 40%. Αλλά μην λέτε ότι απουσιάζει παντελώς η εγχώρια αμυντική βιομηχανία», είπε ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας, απευθυνόμενος στα κόμματα της αντιπολίτευσης και πρόσθεσε πως «με την έναρξη παροχής υποκατασκευαστικού έργου, θα δημιουργηθούν προϋποθέσεις ώστε να αποκτήσουν οι ελληνικές εταιρείες και μεγαλύτερη φήμη, και μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια και δυνατότητα να αυξήσουν τη συμμετοχή τους και σε προγράμματα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και σε άλλα προγράμματα», γιατί δεν μπορεί η ελληνική αμυντική βιομηχανία να περιορίζει την ελπίδα της στη διεκδίκηση κάποιου προγράμματος από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις αλλά πρέπει αυτό να μπορεί να το κάνει και διεθνώς, «διαφορετικά δεν θα έχει τις προϋποθέσεις να είναι ανταγωνιστική και θα είναι μια έτσι και αλλιώς προβληματική κατάσταση».