Το συγκεκριμένο ολλανδικό αεροσκάφος δημιουργήθηκε υπό την εποπτεία του μηχανικού της Fokker, Erich Schatski, ως μαχητικό αναχαίτισης βομβαρδιστικών, συνοδευτικό αποστολών μεγάλης εμβελείας και ελαφρύ βομβαρδιστικό. Για να αποδώσει στους ρόλους του, χρειαζόταν ταχύτητα, σταθερότητα και σίγουρα βαρύ οπλισμό. Όταν παρουσιάστηκε το Νοέμβριο του 1936 στην 15η αεροναυτική έκθεση του Παρισιού, προκάλεσε αίσθηση, παίρνοντας το προσωνύμιο “Le Faucheur” (χλοοκοπτικό). Να συμπληρώσουμε πως τότε δεν υπήρχαν στη Γαλλία πτητικές παρά μόνο στατικές επιδείξεις. Αποτέλεσε πηγή έμπνευσης μεταγενεστέρων αεροπλάνων, όπως το Focke Wulf Fw-189 και το Lockheed P-38 Lightning, όπου οι σχεδιαστές τους παραδέχτηκαν πως το καινοτόμο σχήμα του ήταν αυτό που τους δελέασε να το αντιγράψουν.
Τεχνικά χαρακτηριστικά
Η ομάδα σχεδιασμού της Fokker, επιθυμώντας να προλάβει την ανταγωνιστική Koolhoven, κατάφερε σε μόλις επτά μήνες να επιμεληθεί ένα μαχητικό που αρχικά προοριζόταν για τους Γάλλους, οι οποίοι είχαν θέσει και τις σχετικές προδιαγραφές. Μολαταύτα, δεν κέρδισε καθόλου το αγοραστικό ενδιαφέρον τους. Η ολλανδική εταιρεία όμως, αντιλαμβανόμενη τις δυνατότητές του, απoφάσισε να συνεχίσει το project με δικό της κόστος. H παρθενική πτήση του πρωτοτύπου G.IA (με κωδικό Χ-2) έλαβε χώρα στο Αϊντχόβεν τη 16η Μαρτίου του 1937, όπου φάνηκε πως θα μπορούσε να καταστεί αντάξιο των συγχρόνων του.
Τα χαρακτηριστικά του ήταν οι ξύλινες πτέρυγες, η κοντή μεταλλική άτρακτος με τη διπλή ουρά και ο οπλισμός του. Αυτός αρχικά περιελάμβανε δύο πυροβόλα Madsen των 23 χιλιοστών και δύο ακόμη πολυβόλα Madsen των 7,9 χιλιοστών, όλα στον κώνο του ρύγχους. Για την άμυνά του διέθετε ένα ίδιο, αλλά περιστρεφόμενο, πολυβόλο στο οπίσθιο τμήμα της ατράκτου, ενώ μπορούσε να μεταφέρει και βόμβες 400 κιλών. Το αεροσκάφος παρουσίασε προβλήματα με τους Hispano-Suiza 14AB-02/03, των 650 ίππων, αν και ήταν γνωστό στους Ολλανδούς πως η σχεδίασή τους υστερούσε. Υπερθέρμανση προκάλεσε έκρηξη και κατέστρεψε ένα τμήμα της διπλής ουράς. Η άποψη που επικράτησε ήταν πως η αντικατάστασή τους θα επέλυε τα προβλήματα. Έτσι διάλεξαν τους Pratt & Whitney SB-4G Wasp Jr.
Το ίδιο πρωτότυπο με διαφορετικούς κινητήρες
Το Τμήμα Αεροπορίας του Ολλανδικού Στρατού (Luchtvaartafdeling) έδειξε ενεργό ενδιαφέρον. Η Fokker φιλοδοξούσε να καταστήσει το G.I το γρηγορότερο που υπήρχε στο είδος του με κινητήρες Rolls-Royce Merlin, αλλά τότε η εξαγωγή τους από το Ηνωμένο Βασίλειο δε ήταν δυνατή. Εν τω μεταξύ, η Ολλανδία επέλεξε τον αερόψυκτο αστεροειδή Bristol Mercury VIIΙ για όλα τα αεροπλάνα. Ήταν η περίοδος όπου οι κατασκευαστές κινητήρων κατακλύζονταν από παραγγελίες, αλλά εστίαζαν κατά βάση στις εγχώριες απαιτήσεις. Η άνωθεν απόφαση κατέστησε αναγκαία τη σχετική τροποποίηση των ατρακτιδίων κινητήρων και της ουράς του G.I, αφού ο Mercury VIII ήταν μεγαλύτερος σε διάμετρο. Μεταβολές απαιτήθηκαν επίσης και στο σύστημα προσγείωσης ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ των ελίκων και του εδάφους.
Το διαμορφωμένο πρωτότυπο ικανοποίησε με το παραπάνω την Αεροπορία Στρατού που προέβη σε επίσημη παραγγελία. Η παραγωγή όμως καθυστέρησε λόγω εμποδίων με την προμήθεια των κινητήτρων. Το G.IB δοκιμάστηκε πτητικώς την 11η Απριλίου του 1939. Οι νέοι κινητήρες αποδείχτηκαν μεν αρκετά αξιόπιστοι, αλλά ακόμη ισχυρότεροι θα είχαν αυξήσει κατακόρυφα τις αποδόσεις του αεροσκάφους. Με τον Mercury VIII πάντως, το αεροπλάνο έπιανε τη μέγιστη ταχύτητα των 475 χλμ. την ώρα σε υψόμετρο 13.000 ποδιών. Το μήκος του έφτανε τα 10,9 μέτρα, ενώ το άνοιγμα πτερύγων τα 17,2. Aυτή η βελτιωμένη έκδοση παραγγέλθηκε και από τη Φινλανδία, την Εσθονία, τη Σουηδία και την Ισπανία, ενώ διαπραγματεύσεις εξελίσσονταν για άδεια παραγωγής του στη Δανία και την Ουγγαρία.
Η Ολλανδία παρήγγειλε τριάντα έξι Fokkers για δύο Μοίρες της Αεροπορίας Στρατού, με το πρώτο να παραδίδεται στις 10 Ιουλίου του 1939. Μέχρι τη 17η Απριλίου του 1940, είχαν κατασκευασθεί δώδεκα από αυτά χωρίς τον οπλισμό τους. Στις 10 Μαΐου, δώδεκα αεροπλάνα στελέχωναν την 4η Μοίρα μαχητικών στο Άλκμααρ και ένδεκα ακόμη εστάλησαν στην 3η Μοίρα με έδρα το Ρότερνταμ. Αν και αρχικώς σχεδιάστηκαν για τριμελές πλήρωμα, μόνο τα τέσσερα πρώτα παραδόθηκαν έτσι και κατόπιν το μεσαίο κάθισμα αφαιρέθηκε πλήρως. Αυτό προοριζόταν για την έκδοση του G.I σε ρόλο βομβαρδιστικού, σκέψη που απορρίφθηκε αργότερα.
Είκοσι πέντε ακόμη αεροσκάφη κατασκευάστηκαν με προορισμό την Ισπανία. Αυτά τροφοδοτούνταν με τους λιγότερο ισχυρούς κινητήρες Wasp (που είχαν δοκιμαστεί στο δεύτερο πρωτότυπο) και έφεραν τέσσερα πολυβόλα Browning FN των 7,9 χιλιοστών στο ρύγχος και ένα ακόμη στο οπίσθιο τμήμα της ατράκτου. Τον Οκτώβριο του 1939 όμως, μετά το εμπάργκο όπλων της Ολλανδίας στους Ισπανούς, τα G.I κατασχέθηκαν από το Υπουργείο Πολέμου και δόθηκε η εντολή εξοπλισμού τους σύμφωνα με τις ολλανδικές προδιαγραφές. Από αυτά, μόνο τρία τελικά ήταν πλήρως έτοιμα πριν από την έναρξη του πολέμου. Η πλειονότητά τους θα επιχειρούσε αργότερα με ναζιστικά διακριτικά. Ο ακριβής αριθμός όσων περιέπεσαν σε γερμανικά χέρια παραμένει άγνωστος.
Επιχειρησιακή δράση
Παραδόξως, η πρώτη επιτυχία του G.I καταγράφηκε νωρίτερα από τον πόλεμο, στις 28 Μαρτίου 1940, πάνω από το Ρότερνταμ εναντίον ενός βρετανικού βομβαρδιστικού Armstrong Whitworth Whitley της 77ου Μοίρας. Η Ολλανδία, ως ακόμη ουδέτερη χώρα, ήταν υποχρεωμένη να υπερασπίζεται τα σύνορά της και να αναχαιτίζει κάθε εχθρικό εισβολέα του εναέριου χώρου της. Παρότι οι Γερμανοί εισέβαλαν πολύ συχνότερα από τους Βρετανούς, οι τελευταίοι κατέστησαν τα πρώτα θύματα του νέου μαχητικού.
Στις 10 Μαΐου του 1940 (ημέρα της ναζιστικής επιθέσεως στις 3:50), τα Fokkers ξεκίνησαν τις επιχειρήσεις επιτυχώς, καταρρίπτοντας έναν αριθμό μεταγωγικών Junkers Ju 52. Τα πράγματα όμως αντιστράφηκαν μέσα στις πέντε ημέρες που διήρκησε η συνολική αντίσταση των Ολλανδών· και αυτό γιατί υπέστησαν φοβερή πανωλεθρία, αρχικά στο βαλτώδες αεροδρόμιο του Μπέργκεν (στα βόρεια της Ολλανδίας). Ο εισβολέας, καταφθάνοντας από την πλευρά της θαλάσσης, επιτέθηκε αιφνιδιαστικά, καταστρέφοντας τα περισσότερα εξ αυτών, πριν καν προλάβουν να απογειωθούν. Μόνο τρία έμειναν ανέπαφα. Στο Βααλχάβεν, πλησίον του Ρότερνταμ, έδρευε μια άλλη Μοίρα Fokkers G.Ι. Όντας ήδη εξοπλισμένα και εφοδιασμένα με καύσιμα, απογειώθηκαν αμέσως για να αναχαιτίσουν τους Γερμανούς. Από τα οκτώ που συνολικά επιχείρησαν, μόνο ένα σώθηκε και άλλα δύο καταρρίφθηκαν στον αέρα. Τα υπόλοιπα χάθηκαν, μην έχοντας καμία δυνατότητα ασφαλούς επιστροφής στα ήδη βομβαρδισμένα αεροδρόμια. Το αποτέλεσμα ήταν ο σύγχρονος στόλος των νεων μαχητικών να χαθεί από την πρώτη κιόλας επίθεση που δέχτηκε.
Μετά τη συνθηκολόγηση, οι Γερμανοί κατέλαβαν έναν μικρό αριθμό Fokkers, είτε με Mercury είτε με Wasp κινητήρες. Η Luftwaffe τα χρησιμοποίησε κυρίως για εκπαιδευτικούς σκοπούς ή για δοκιμές, αλλά κάποια είχαν και επιχειρησιακή δράση, σημειώνοντας άγνωστο αριθμό καταρρίψεων. Είναι ασαφές πως διανεμήθηκαν κατόπιν σε γερμανικές μονάδες. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ορισμένες ιταλικές Μοίρες χρησιμοποίησαν επίσης μερικά από αυτά, όταν στάθμευαν στο Βέλγιο.