Με καθυστέρηση, μετά από ένα όργιο φημών και εξελίξεων, ήρθε χθες μια σημαντική ανακοίνωση του γραφείου προγράμματος F-35 (Joint Program Office, JPO), δηλαδή της κεντρικής υπηρεσίας του Πενταγώνου στις ΗΠΑ, η οποία διαχειρίζεται το πρόγραμμα παραγωγής και διάθεσης του μαχητικού F-35 για όλους τους χρήστες. Τι λέει αυτή; Πως “δεν υπάρχει kill switch για το F-35″ και πως “το πρόγραμμα λειτουργεί με βάση καλά δομημένες συμφωνίες, που διασφαλίζουν πως όλοι οι χρήστες του F-35, έχουν τις απαραίτητες δυνατότητες να διατηρούν και να λειτουργούν αποτελεσματικά τα αεροσκάφη τους”.
Η δήλωση αυτή ήρθε μετά από εκείνη του Πορτογάλου υπουργού Άμυνας που είπε πως δεν μπορεί να συνεχίζει διαπραγματεύσεις για πιθανή αγορά F-35, λόγω προβληματισμών για την “φερεγγυότητα των ΗΠΑ με την τρέχουσα κυβέρνηση της”, ώστε να είναι εξασφαλισμένη η υποστήριξη του μαχητικού. Ενώ ακολούθησε και μια πιο σιβυλλική δήλωση του Καναδού υπουργού Άμυνας, που είπε πως θα “επανεξετάσει την παραγγελία 88 μαχητικών F-35A, που έχει ήδη κάνει η χώρα του, μιλώντας και με άλλους προμηθευτές”.
Τα παραπάνω είναι μόνο η “κορυφή” καθώς πρόσφατα πύκνωσαν τα δημοσιεύματα διεθνώς, και από μεγάλα ΜΜΕ, όπως οι Financial Times, ο Guardian, κ.α. που διατύπωναν ανοιχτά προβληματισμό για το πόσο “ανεξάρτητο” είναι το συγκεκριμένο μαχητικό από την αμερικανική επιρροή και έλεγχο, με αναφορές έως και σε “kill switch”, δηλαδή κάποια δυνατότητα των ΗΠΑ να το αδρανοποιήσουν αυτόματα ή να υποβαθμίσουν σημαντικά την λειτουργία του, μέσω κάποιας “τρύπας” στο λογισμικό του.
Οι διαψεύσεις Ελβετίας και Βελγίου
Προς υπεράσπιση του F-35 πάντως είχαν σπεύσει δύο από τους χρήστες του, η Ελβετία και το Βέλγιο. Ειδικά η πρώτη, είχε βγάλει δελτίο Τύπου από το υπουργείο Άμυνας δηλώνοντας πως “τηλεχειρισμός ή μπλοκάρισμα του F-35, δεν είναι δυνατός” και πως “δεν χρειαζόμαστε έγκριση για να χρησιμοποιήσουμε το αεροσκάφος και τους πυραύλους του για άμυνα, το κάνουμε αυτόνομα, ανεξάρτητα και οποτεδήποτε”. Η ελβετική διάψευση έχει σημασία καθώς η συγκεκριμένη χώρα διατηρεί με μεγάλη επιμέλεια καθεστώς ουδετερότητας κοντά ένα αιώνα και καταβάλλει προσπάθεια να μην έχει “δεσμεύσεις” στα οπλικά της συστήματα.
Επίσης, ο Στρατηγός Frederik Vansina, επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων του Βελγίου, που ήδη χρησιμοποιεί το F-35, έκανε μια παρόμοια δήλωση, ότι το μαχητικό δεν είναι “τηλεχειριζόμενο και δεν έχουμε καμμία ένδειξη πως αυτό είναι πιθανό”.
Πρακτικά αλλά και γεωπολιτικά μιλώντας, μια τέτοια “ρύθμιση” που υποτίθεται κρύβεται στο F-35, οι ΗΠΑ πολύ δύσκολα θα ρίσκαραν να βάλουν, καθώς αν ποτέ ανακαλυφθεί -και στον αμυντικό χώρο τέτοια μυστικά δεν αντέχουν να παραμείνουν στο σκοτάδι- θα σήμαινε την κατάρρευση των αμερικανικών αμυντικών εξαγωγών καθώς καμία χώρα στον κόσμο δεν θα εμπιστευόταν ξανά τέτοια συστήματα. Συν βέβαια την κατάρρευση του ΝΑΤΟ και των αμερικανικών συμμαχιών, καθώς θα φαινόταν πως οι ΗΠΑ εξοπλίζουν τις φιλικές τους χώρες, αλλά με δόλιο τρόπο, που μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να υπονομεύσει αυτόματα την εθνική τους άμυνα.
Πως μπορεί να “σβήσει” ένα οπλοσύστημα;
Η ουσία των συζητήσεων όμως για το πόσο “ευάλωτο” είναι το F-35 δεν είναι σε κάποιο kill switch. Αλλά επικεντρώνεται και πυροδοτείται από τη νέα κυβέρνηση του Ντοναλντ Τραμπ, με τις ανερμάτιστες δηλώσεις και πολιτικές του, οι οποίες αμφισβητούν όλες τις συμμαχικές δεσμεύσεις των ΗΠΑ, και έχουν σκορπίσει διεθνή ανησυχία.
Έτσι όταν ο Τραμπ δηλώνει πως “δεν θα υπερασπίσω τις χώρες του ΝΑΤΟ που δεν πληρώνουν αρκετά για την άμυνα τους”, όταν ξεκινά εμπορικό πόλεμο πρώτα και κύρια με τις πιο φιλικές χώρες προς την Ουάσιγκτον, όταν απειλεί πως θα αποσύρει αμερικανικές δυνάμεις από την Ευρώπη και θα “παρατήσει τους Ευρωπαίους να αναλάβουν την άμυνα τους”, πως μπορεί να προσαρτήσει την Γροιλανδία και τον Καναδά, γενικότερα υπονοώντας πως “όποιος θέλει την φιλία των ΗΠΑ πλέον θα πληρώνει και θα υποτάσσεται αλλιώς θα υποστεί συνέπειες”, αυτό είναι αδύνατον να μη παράγει σοβαρούς προβληματισμούς για το πόσο ριζική είναι η μεταστροφή της αμερικανικής πολιτικής και ειδικά σε θέματα αμυντικής υποστήριξης.

Οπότε το F-35, αλλά και κάθε αμερικανικό όπλο, μπορεί να βρεθεί εκτεθειμένο στην ιδιορρυθμία και το θυμικό του Τραμπ και των “νεότουρκων” ακολούθων του, αν αποφασίσουν πως πρέπει να “τιμωρηθεί” μια χώρα που τα κατέχει, γιατί δεν υποκύπτει στις απαιτήσεις τους. Με τον πολύ πιο “παραδοσιακό” τρόπο που ισχύει για κάθε κατασκευαστή όπλων: Δηλαδή με κόψιμο της ροής των ανταλλακτικών, των αναβαθμίσεων λογισμικού, της υποστήριξης των συστημάτων διαχείρισης του, των πυρομαχικών του κ.ο.κ. Συν βέβαια τον πιθανό αποκλεισμό της “άτακτης χώρας” από τα νατοϊκά δίκτυα τηλεπικοινωνιών, πληροφοριών, συντονισμού και όλα εκείνα τα συστήματα και τις υπηρεσίες που αποτελούν την αμυντική ραχοκοκαλιά της συμμαχίας. Όπου ειδικά τα πιο σύγχρονα οπλικά συστήματα που έχουν μεγάλη ανάγκη υποστήριξης, θα βρεθούν και πιο σύντομα υποβαθμισμένα, όχι βέβαια όμως την “επόμενη μέρα”.
Έτσι ο Τραμπ έχει από μόνος του κάνει ήδη σημαντική ζημιά στην αξιοπιστία της χώρας του, είτε στον αμυντικό τομέα είτε στον ευρύτερα γεωπολιτικό: ως ένα “kill switch”, αλλά όχι λογισμικού, αλλά λογικής και κυρίως εμπιστοσύνης. Και αυτό για να επιδιορθωθεί, μάλλον θα πρέπει να περιμένουν οι φιλικές και συμμαχικές χώρες των ΗΠΑ να περάσει η “πορτοκαλί” τετραετία Τραμπ, και με ελπίδα να μην ακολουθήσει άλλη παρόμοιων αντιλήψεων. Με θετικό βέβαια πως η ανατροπή αυτή της αμερικανικής πολιτικής παράγει μεγάλη δραστηριότητα πολιτικής συσπείρωσης εντός Ευρώπης κάτι που αφορά έντονα και την Ελλάδα, η οποία όμως θα κληθεί να αναζητήσει νέο εύρος διεθνών ισορροπιών.