Διαβάσαμε με μεγάλο ενδιαφέρον στις 12/7/2023 το δημοσίευμα της αξιόλογης ιστοσελίδας «Βελισάριος» για την επικείμενη αγορά του μαχητικού αεροσκάφους F-35A Lightning II ή JSF από τη χώρα μας, με τίτλο «Η Πρόθεση Προμήθειας F-35 και ο Ανορθολογικός Εξοπλιστικός Σχεδιασμός των Ελληνικών Ε.Δ.» Δεν είναι η πρώτη φορά που η εν λόγω ιστοσελίδα αναφέρεται στο F-35A, ουσιαστικά, δε, επαναλαμβάνονται κάποια επιχειρήματα που έχουν ήδη αναφερθεί.
Τα ζητήματα που τίθενται είναι όντως σημαντικά και ορθώς τίθενται, διότι μια προμήθεια αξίας πάρα πολλών δις (ειδικά σε βάθος χρόνου…) δε μπορεί να μην απασχολήσει το δημόσιο διάλογο και να είναι άμοιρη κριτικής. Αισθανόμαστε λοιπόν την ανάγκη να τοποθετηθούμε κι εμείς επί του συγκεκριμένου θέματος, μια τοποθέτηση που φυσικά δεν έχει την έννοια της αντιπαράθεσης. Η εκτίμησή μας για το «Βελισάριος» είναι δεδομένη και δεν αλλάζει, ακόμη κι αν, ενίοτε, δεν συμφωνούμε πλήρως μαζί του.
Σκοπός μας είναι η ανάδειξη κάποιων πτυχών τις οποίες, πάντοτε κατά την εκτίμηση μας, ο συντάκτης του άρθρου είτε αποσιωπά (δηλαδή τα μεγάλα πλεονεκτήματα του αεροσκάφους), είτε υπερτονίζει (δηλαδή τα μειονεκτήματα, με κλασική περίπτωση το θηριώδη κινητήρα F135 του αεροσκάφους, που αποδείχθηκε κατώτερος των προσδοκιών). Γενικά, εντύπωσή μας είναι πως το συγκεκριμένο άρθρο, μολονότι αποτελεί μια ιδιαίτερα χρήσιμη συνεισφορά στον προβληματισμό, είναι κάπως μονοδιάστατο και, σε τελική ανάλυση, αδικεί το F-35Α.
Προτού όμως αναφέρουμε πού διαφωνούμε, ας δούμε πού συμφωνούμε. Αρχικά στο περί «Ανορθολογικού Εξοπλιστικού Σχεδιασμού των ΕΔ». Αυτός ο ανορθολογισμός, δυστυχώς, δεν αφορά μόνο την επικείμενη προμήθεια των F-35, αλλά ταλανίζει μια χώρα που υποφέρει διαχρονικά από έλλειψη μακροπρόθεσμου/στρατηγικού σχεδιασμού. Αποτελεί μια σταθερά στην δημόσια πολιτική εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας, στην οποία εντάσσονται και τα εξοπλιστικά. Στο άρθρο μας «Ριπή ανέμου πάνω από το Αιγαίο» (ελληνική έκδοση του «Foreign Affairs», Σεπτ. 2020), που αναφερόταν στην ανακοίνωση προμήθειας των μαχητικών Rafale, αναγνωρίζαμε τη συγκεκριμένη παθογένεια, γράφοντας τα εξής: «Η Ελλάδα αποτελεί, εν μέρει, μια ιδιάζουσα περίπτωση σε ολόκληρη την Εσπερία. Ως φαίνεται, μακροπρόθεσμος σχεδιασμός και υλοποίηση εξοπλιστικού προγράμματος στην βάση των πραγματικών αναγκών των Ενόπλων Δυνάμεων ουσιαστικά δεν υπήρξε. Οι προμήθειες, ακόμη και των πλέον ακριβών οπλικών συστημάτων, υπήρξαν, δυστυχώς, αποσπασματικές και συγκυριακές (…) Η γνωστή και πάγια αβελτηρία της ελληνικής δημόσιας πολιτικής έχει βρει στις αμυντικές προμήθειες την πιο χαρακτηριστική έκφρασή της (…) Ο Έλληνας φορολογούμενος ήταν, τελικά, ο μονίμως ζημιωμένος της υπόθεσης, καθώς τα χρήματά του δεν αξιοποιήθηκαν με την δέουσα αποτελεσματικότητα. Εάν εξαρχής τα εξοπλιστικά προγράμματα στην Ελλάδα διέπονταν από τις αρχές της διοικητικής ορθολογικότητας, σήμερα θα είχαμε ένα σαφώς ισχυρότερο αποτρεπτικό οπλοστάσιο με την ίδια ακριβώς δαπάνη ή, έστω, ένα περίπου ισοδύναμο οπλοστάσιο, αλλά με πολύ μικρότερη δαπάνη».
Ένα δεύτερο σημείο του «Βελισαρίου» επίσης ορθό, είναι η σκοπιμότητα, εφόσον τελικά αγοραστεί ο τύπος, να περιμένουμε λίγο ακόμη για την έκδοση με το λογισμικό Block 4. Αυτό, βεβαίως, δε σημαίνει -όπως υποστηρίζει ο συντάκτης- ότι όλες οι προηγούμενες εκδόσεις του αεροσκάφους είναι «ανώριμες» και προβληματικές. Κάθε άλλο… Αλλά, μιας που αργήσαμε έτσι κι αλλιώς να μπούμε στο εν λόγω πρόγραμμα, δέον να πάμε κατευθείαν στην έκδοση Block 4, για να γλυτώσουμε χρήματα μελλοντικών αναβαθμίσεων.
Τέλος, επί της ουσίας συμφωνούμε πως η αγορά του εν λόγω αεροσκάφους για την ΠΑ δεν είναι απολύτως αναγκαία, δεδομένης της έλευσης του Rafale και του γεγονότος ότι η γείτων βρίσκεται εκτός προγράμματος στους δικούς της αεροπορικούς εξοπλισμούς. Το Σεπτέμβριο του 2020, γράφαμε στο ‘Foreign Affairs’: «Όπως όλα δείχνουν, η πρόσδεση της Ελλάδας στο άρμα του Rafale μεταθέτει χρονικά την απόκτηση του F-35 από την ΠΑ, εάν τελικά λάβει χώρα, όχι νωρίτερα από την δεκαετία του 2030. Η εισαγωγή και των δύο στο ελληνικό οπλοστάσιο, παράλληλα με τον «κορμό» που ονομάζεται F-16V, θα αυξήσει δραματικά το επιχειρησιακό κόστος, ιδίως δε αν αφορά μόνο μια μοίρα με Rafale και μια μοίρα με F-35. Για μια μικρή ή μεσαία αεροπορία, η πραγματική κατάρα ονομάζεται πολυτυπία και, δυστυχώς, στην Ελλάδα την έχουμε υποστεί κατά κόρον…».
Και οι Τσέχοι στο club των F-35, στο «πάγο» τα ελληνικά JSF;
Προσφέρει ή όχι το F-35
Από εκεί και πέρα, ο «Βελισάριος» επιστρατεύει πληθώρα επιχειρημάτων, από αμιγώς τεχνικά μέχρι πολιτικά και γεωπολιτικά, προκειμένου να απαξιώσει το F-35A. Σε τελική ανάλυση, όμως, δεν φαίνεται να απαντά ικανοποιητικά στο ερώτημα: το συγκεκριμένο αεροσκάφος, ακόμη και ως πλεονάζον στο ελληνικό οπλοστάσιο, έχει προστιθέμενη αξία ανάλογη του ομολογουμένως υψηλού του κόστους; Και η απάντηση εδώ είναι, κατά τη γνώμη μας, καταφατική. Όπως έχουμε αναλύσει σε δύο παρουσιάσεις μας κατά το τελευταίο 8μηνο διαθέσιμες εδώ και εδώ, το F-35A, παρά το υψηλό «κόστος κύκλου ζωής» (LCC), αποτελεί πραγματικό game-changer, που θα προσδώσει στην ΠΑ πρωτοφανείς δυνατότητες και ικανότητες, ήτοι το κρίσιμο εκείνο ποιοτικό πλεονέκτημα το οποίο ανέκαθεν αναζητούσε.
Για να είμαστε απολύτως σαφείς: ενδελεχής εξέταση των αρετών του F-35A ως μαχητικού (διότι είναι άλλο πράγμα το «κόστος ευκαιρίας», δηλαδή τα διαφορετικής φύσης οπλοσυστήματα τα οποία θα μπορούσαμε/έπρεπε ενδεχομένως να αγοράσουμε με την ίδια δαπάνη, βλ. παρακάτω), δείχνει ότι είναι το καλύτερο διαθέσιμο στη διεθνή αγορά σήμερα και, βεβαίως, το μοναδικό που είναι «πέμπτης γενιάς».
Και επικράτησε hands down/«με τα χέρια κάτω» σε όλους τους διεθνείς διαγωνισμούς και αξιολογήσεις στους οποίους μέχρι σήμερα συμμετείχε, λ.χ. στον περίφημο ελβετικό του 2018-2021 όπου συγκέντρωσε 336 βαθμούς έναντι μόλις 241 του δεύτερου. Οι Ελβετοί αξιολογητές αναγνώρισαν την καταλυτική του υπεροχή και ανώτερη επιβιωσιμότητα, χάρη στην τεχνολογία stealth, τους κορυφαίους παγκοσμίως αισθητήρες και τη «σύντηξη» των δεδομένων: «The evaluators found the networked systems of the F-35A enabled pilots to have more situational awareness and that the stealth fighter was more survivable in all mission areas» σύμφωνα με το Reuters. Αυτά αποτελούν αντικειμενικά δεδομένα που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης από οποιονδήποτε καλόπιστο τρίτο. Όπως επίσης και το «σκορ» που έχει να επιδείξει μέχρι σήμερα σε εικονικές αερομαχίες ενάντια στα επονομαζόμενα legacy fighters (4ης γενιάς). Έτσι η επιλογή του συγκεκριμένου αεροσκάφους από όλους τους διεθνείς χρήστες δεν ήταν, όπως ισχυρίζεται το άρθρο, πολιτικής φύσεως, αλλά επιχειρησιακής-οικονομικής, ασχέτως εάν στη συνέχεια προέκυψαν, αναπόφευκτα, και κάποιες σημαντικές γεωπολιτικές συνέπειες.
Η βαλλιστική παράμετρος
Διαφωνούμε επίσης με το «Βελισάριο», στην εστίαση του στα βαλλιστικά βλήματα της Τουρκίας, για τα οποία ισχυρίζεται ότι συνιστούν σήμερα τη μεγαλύτερη για τη χώρα μας απειλή και πως, επίσης, το ίδιο το F-35 δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει.
Στην πραγματικότητα, εκτιμούμε πως η μεγαλύτερη απειλή εξακολουθεί να είναι η ίδια η Τουρκική Αεροπορία (ΤΗΚ) και τα αεροσκάφη αυτής, επανδρωμένα ή μη, επικουρικά δε οι βαλλιστικοί πύραυλοι εδάφους-εδάφους. Όπως, άλλωστε, έχει ήδη επισημάνει κι ο ίδιος ο «Βελισάριος» σε ένα εμβληματικό άρθρο του («Επιχειρησιακές Προοπτικές της Τουρκικής Αεροπορίας: Προς μια αλλαγή παραδείγματος») τον Αύγουστο του 2021, «οι συνδυασμένες επιθετικές επιχειρήσεις «πακέτων» με διείσδυση στην ελληνική επικράτεια είναι δυνατόν να αντικατασταθούν από ένα μείγμα βολών βαλλιστικών πυραύλων, επιθέσεων από «πακέτα» βαρέων ανεπάνδρωτων αεροσκαφών καθώς και βολών με όπλα SOM από αεροσκάφη F-16 και/ή ανεπάνδρωτα αεροσκάφη Akinci, τα οποία δεν θα χρειάζονται να εγκαταλείψουν τη μικρασιατική ακτή». Υπάρχει, λοιπόν, ένα τριπλό «μακρύ χέρι» της γείτονος, αποτελούμενο από κάπου 245 μαχητικά ικανά να φέρουν βλήματα stand-off, συν μεγάλα UCAV με αντίστοιχα βλήματα, συν βαλλιστικούς πυραύλους εδάφους-εδάφους, που χρήζει ολοκληρωμένης αντιμετώπισης. Την εν λόγω απειλή, βεβαίως, την έχει αναδείξει τα τελευταια χρόνια και η ΠΤΗΣΗ σε σειρά έντυπων και ηλεκτρονικών άρθρων όπως το παρακάτω.
Ανάλυση: Tayfun, η τουρκική βαλλιστική απειλή που αλλάζει τις εξοπλιστικές μας προτεραιότητες
Οι τουρκικοί βαλλιστικοί πύραυλοι, αν και σαφής απειλή, μπορούν να αντιμετωπιστούν με σχετικά οικονομικά αντίστοιχα (λ.χ. εδώ και τώρα με αγορά έξτρα βλημάτων ATACMS στην έκδοση, βεβαίως, των 300 χιλιομέτρων και, στο άμεσο μέλλον, με αγορά του διαδόχου Precision Strike Missile) καθώς και με ενίσχυση των αναχαιτιστικών συστοιχιών Patriot. Αλλά και το ίδιο το F-35A, χάρη στο πρωτοποριακό σύστημα DAS και όχι μόνο, μπορεί να συνδράμει στην αντιβαλλιστική και γενικά την αντιπυραυλική άμυνα, όπως έχει ήδη αποδείξει σε σειρά δοκιμών στις ΗΠΑ. Για παράδειγμα εκείνης του θέρους του 2021 (During the recent Flight Test-6 exercise, a Lockheed Martin PAC-3 missile successfully intercepted a surrogate cruise missile threat at White Sands Missile Range, using F-35 as an elevated sensor). Μπορεί, επίσης, να καταστρέψει στο έδαφος τα UCAV Akinci πριν απογειωθούν όπως και να πλήξει τουρκικές αεροπορικές βάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η πρόταση για «βαλλιστικοποίηση» της ελληνικής αποτρεπτικής ισχύος εις βάρος των παραδοσιακών μαχητικών αεροσκαφών, την οποία πρόσφατα εξέφρασε και ο πρώην ΥΦΥΠΕΞ κ. Γιάννης Βαληνάκης, δε μας βρίσκει σύμφωνους. Οι επανδρωμένες πλατφόρμες είναι, ακόμη και σήμερα, η καλύτερη λύση για μια Αεροπορία σαν την ελληνική, λόγω της τεράστιας επιχειρησιακής ευελιξίας τους. Ειδικά το JSF είναι ένας αληθινός «ελβετικός σουγιάς» που μπορεί να εκτελέσει πληθώρα πολεμικών αποστολών, συμπεριλαμβανομένης της πολύ κρίσιμης SEAD/DEAD εναντίον του επίφοβου αντιαεροπορικού συστήματος S-400 της γείτονος. Στη συγκεκριμένη αποστολή, όλοι οι ειδικοί συμφωνούν πως το F-35 είναι το κορυφαίο σήμερα παγκοσμίως.
Αναφορικά, δε, με τα αεροπορικά όπλα που αυτό μεταφέρει, λ.χ. βλήματα stand-off, βεβαίως πρέπει να αγοραστούν κι άλλα, όπως πολύ σωστά εισηγείται ο «Βελισάριος». Εντούτοις, το δίλημμα δε μπορεί να είναι F-35 ή περισσότερα βλήματα stand-off. Ακόμη και με την υφιστάμενη «δεξαμενή» όπλων που διαθέτουν τα ελληνικά F-16 και Rafale (λ.χ. Meteor, που λογικά θα έχει πιστοποιηθεί στο F-35 ως το 2027), η πρώτη Μοίρα των ελληνικών F-35 θα προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στους «απέναντι». Η ακτίνα δράσης μάχης (combat radius) των 670 ναυτικών μιλίων σε αποστολή κρούσης είναι εντυπωσιακή, καθώς καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολίας.
Πώληση F-35 στην Ελλάδα: Επίκειται άμεσα το «τελευταίο βήμα», η γνωστοποίηση στο Κογκρέσο!
Σε καμία, δε, περίπτωση, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι «το F-35 συνελήφθη ως ιδέα κατά τη δεκαετία του 1990, όταν τα τότε διαθέσιμα όπλα ήταν χαρακτηριστικά μικρού βεληνεκούς και η προσβολή στόχων επέβαλε την προσέγγισή τους σε αντίστοιχα μικρές αποστάσεις. Έτσι ζητήθηκε ένα αεροσκάφος με χαρακτηριστικά αφάνειας, ώστε να αποφεύγει κατά το δυνατόν την απειλή από τα αντιαεροπορικά όπλα που θα προστάτευαν τους στόχους του. Από την εποχή εκείνη και μέχρι σήμερα, η εμβέλεια των όπλων αέρος-εδάφους έχει αυξηθεί δραματικά. Η βασική προσέγγιση πλέον δεν είναι να προσεγγίσει το επιθετικό αεροσκάφος «αόρατο» τον στόχο του και να τον προσβάλει εκ του σύνεγγυς αλλά να τον προσβάλει από μακριά, παραμένοντας εκτός της εμβέλειας της αντιαεροπορικής του προστασίας». Όπλα stand-off υπήρχαν από πολύ παλιά για τις Τακτικές Αεροπορίες, απλά συνεχίζουν διαρκώς να εξελίσσονται. Είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα τα όπλα αυτά, ασφαλώς χρήσιμα, με την τεχνολογία stealth, που μόνο το F-35Α ενσωματώνει μεταξύ όλων των εξαγώγιμων σήμερα μαχητικών της Δύσης. Ακόμη και με τις φθηνές «iron bombs», το συγκεκριμένο αεροσκάφος μπορεί να διατρήσει ανενόχλητο μια αεράμυνα και να επιφέρει φοβερές ζημίες σε οποιοδήποτε εχθρικό στόχο.
Επιπλέον, το F-35Α μπορεί να δράσει σε συνεργατικές επιχειρήσεις μαζί με τους πολύ φθηνότερους «πολλαπλασιαστές ισχύος», δηλαδή με μεγάλα UCAV σε ρόλο loyal wingmen: ενδεικτικά αναφέρουμε το Kratos XQ-58 Valkyrie και το Boeing MQ-28 Ghost Bat. Αμφότερων η εμβέλεια, σημειωτέον, είναι 2.000 ναυτικά μίλια! Εκτίμησή μας είναι ότι ακόμη και μία μόνο Μοίρα 20 F-35Α, μαζί με συνοδά loyal wingmen, θα συνιστά τρομακτικό εργαλείο αποτροπής, χτυπώντας πολύ βαθιά μέσα στην τουρκική ενδοχώρα ή πολεμώντας αποφασιστικά πάνω από την αδελφή Κύπρο.
Και ο ίδιος ο «Βελισάριος» ομολογεί την αξία του αεροσκάφους ως εργαλείου στρατηγικής κρούσης, όταν εξηγεί γιατί το αγόρασε η Ισραηλινή Αεροπορία: «το Ισραήλ συγκροτεί μεθοδικά και μακροπρόθεσμα τη στρατιωτική δυνατότητα για άμεσο, ισχυρό πλήγμα στην Περσία· λόγω της γεωγραφικής αποστάσεως, η δυνατότητα αυτή είναι βασικά αεροπορική. Στο πλαίσιο αυτό, το αεροσκάφος F-35 είναι το ιδανικό αεροσκάφος για την επίτευξη ισχυρού, αιφνιδιαστικού αεροπορικού πλήγματος, ακριβώς λόγω της αφάνειάς του. Το αεροσκάφος F-35 είναι κατ’ εξοχήν όπλο πρώτου πλήγματος, κι αυτή είναι βασική προτεραιότητα της ισραηλινής αεροπορίας».
Η οικονομική προοπτική
Όλα τα ανωτέρω, βεβαίως, δε σημαίνουν πως το F-35A δεν έχει όντως υψηλότατο «κόστος ευκαιρίας» (εναλλακτικό κόστος). Δηλαδή, με τη δαπάνη κύκλου ζωής έστω και για μία μόνο Μοίρα F-35A, μπορούν να αγοραστούν και στη συνέχεια να συντηρηθούν ουκ ολίγα οπλικά συστήματα για όλους τους Κλάδους των ΕΔ (αφήνοντας έξω το λίαν αμφιλεγόμενο θέμα των βαλλιστικών/αντιβαλλιστικών βλημάτων).
Αλλά εδώ έγκειται, τελικά, η μεγαλύτερη ίσως παράλειψη του άρθρου: αγνοεί τις ισχυρές, σύμφωνα με όλους τους ξένους Οίκους, αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Εάν και εφόσον διατηρηθούν ικανοποιητικοί ρυθμοί ανάπτυξης ολόκληρη την τετραετία 2023-2027, αλλά και την επόμενη, η χώρα θα μπορέσει να «αντέξει» και το F-35A και πολλά άλλα οπλικά συστήματα. Ούτως ή άλλως από το 2020 μέχρι σήμερα υλοποιείται ήδη ένα από τα μεγαλύτερα εξοπλιστικά προγράμματα στην ιστορία της χώρας, αξίας άνω των 15 δις ευρώ, σε αντίθεση με την ανομβρία της προηγούμενης «μνημονιακής» δεκαετίας. Εν ολίγοις, ο «Βελισάριος» είναι μάλλον απαισιόδοξος αναφορικά με τις δημοσιονομικές αντοχές μας τα επόμενα έτη, ο δε υπογράφων μάλλον αισιόδοξος. Μια εύρωστη ελληνική οικονομία θα μας επιτρέψει μέχρι το 2030 και την αγορά F-35A, καταρχήν στην ποσότητα της μίας Μοίρας, και πολλών άλλων όπλων, απείρως φθηνότερων ανά τεμάχιο (όπως το προαναφερθέν Precision Strike Missile και επιπλέον όπλα stand-off).
Σε κάθε περίπτωση, βεβαίως, η κατανομή των αμυντικών πιστώσεων (defence budget allocation) δηλαδή η ιεράρχηση των εξοπλιστικών προτεραιοτήτων, αποτελεί, καλώς ή κακώς, αποκλειστικό προνόμιο της εκάστοτε εκλεγμένης κυβέρνησης. Σαφώς και δικαιούμεθα όλοι ως δημοκρατικοί πολίτες να την κρίνουμε και να τη σχολιάζουμε, όμως μην περιμένουμε ότι μπορεί να αλλάξει. Ομοίως η κυβέρνηση είναι που αποφασίζει για τον ευρύτερο γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας: διαβάσαμε στην ανάλυση του «Βελισαρίου» ότι εμείς δεν είμαστε …Πολωνία, ούτως ώστε να αποδίδουμε τόσο μεγάλη έμφαση στην καλλιέργεια μιας στενής «σχέσης» με τις ΗΠΑ. Για τους λόγους που έχει εξηγήσει στον ελληνικό λαό κατά τις προγραμματικές της δηλώσεις στη Βουλή, η νυν κυβέρνηση αποδίδει εξίσου μεγάλη σημασία στη σχέση με τις ΗΠΑ με τους Πολωνούς. Και, επίσης, θεωρεί πλέον μείζονα απειλή και την αναθεωρητική Ρωσία, εκτός, βεβαίως, της παγίως αναθεωρητικής Τουρκίας.
Γενικότερα, θεωρούμε ως αδυναμία του άρθρου ότι, προς το τέλος της ανάλυσης, εκφεύγει των αμιγώς τεχνικών και οικονομικών πτυχών της αγοράς F-35A και επεκτείνεται σε μάλλον αιχμηρά πολιτικά και συναφή σχόλια, ακόμη και για τρίτες χώρες (λ.χ. γιατί αγόρασε η Γερμανία τον τύπο). Ένας ορθολογικός σχολιαστής όπως θα ήθελε να είναι ο υπογράφων στα 30 χρόνια που αρθρογραφεί επί θεμάτων αεροπορίας και συναφή, σε καμιά περίπτωση δεν θα υποστήριζε αυτό που αναφέρει, ειρωνικά βεβαίως, το εν λόγω άρθρο: «Στην προμήθεια του αεροσκάφους αντιτίθενται όσοι είναι εκ πεποιθήσεως αντιαμερικανοί, και έτσι, κατ’ ανάγκην, γαλλόφιλοι (εξ ου και υπερασπίζονται την προμήθεια του Rafale αλλά ανταγωνίζονται την προμήθεια F-35). Συνακόλουθα, την προμήθεια του Α/Φ αντιμάχονται όσοι πολιτικά πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ ή είναι παλαιοΠΑΣΟΚοι.» Εάν κάποιοι τρίτοι αρέσκονται να εφευρίσκουν πολιτικές ή άλλες σκοπιμότητες στα εξοπλιστικά, εμάς τους αναλυτές του χώρου δεν μας αφορά στο ελάχιστο!