Διαβάστε το Α’ μέρος εδώ.
Ο Κοέν κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση στα Υπουργεία Αμύνης και Οικονομίας, σε υπηρεσίες του δήμου, στο κέντρο πληροφοριών και στην κεντρική τράπεζα. Παρ’ όλα αυτά απέφευγε, όπως λέγεται, επαφές με τα πλέον υψηλόβαθμα στελέχη φοβούμενος μην τον αντιληφθούν. Oι γνωριμίες που καλλιέργησε τον βοήθησαν να συγκεντρώσει εγκυρότατες πληροφορίες για τη στρατιωτική συνεργασία της Συρίας με το Ιράκ, τις σοβιετικές προμήθειες όπλων στη Δαμασκό, τις μετατοπίσεις του συριακού πυροβολικού, τις οχυρώσεις στα Υψίπεδα του Γκολάν, καθώς και το μυστικό πλάνο της Συρίας να εκτρέψει τη ροή του Ιορδάνη ποταμού, στερώντας από το Ισραήλ μια από τις κύριες υδροφόρες πηγές του. Ο Κοέν έστελνε τακτικώς και ανελλιπώς στο Τελ Αβίβ φωτογραφίες, στρατιωτικούς χάρτες και έγγραφα μεγίστης στρατηγικής σημασίας.
Οι πληροφορίες που παρείχε απεδείχθησαν ανεκτίμητες και βοήθησαν τη χώρα του να κερδίσει μια συντριπτική νίκη στον πόλεμο των έξι ημερών τον Ιούνιο του 1967, όταν το Ισραήλ εξαπέλυσε μια σειρά αιφνιδιαστικών αεροπορικών επιδρομών που εξαφάνισαν την αιγυπτιακή αεροπορία και ανάγκασαν τη Συρία, την Ιορδανία, το Ιράκ και το Λίβανο να συμμετάσχουν στον πόλεμο απλώς και μόνο για να νικηθούν από έναν ανώτερο και στρατιωτικώς ποιοτικότερο αντίπαλο. Ο πόλεμος τελείωσε με την κατάληψη της Δυτικής Όχθης, της Λωρίδας της Γάζας, των Υψιπέδων του Γκολάν και ολοκλήρου της χερσονήσου του Σινά (η οποία τελικώς επεστράφη στην Αίγυπτο μετά πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973).
Στον αντίποδα των υπηρεσιών που ο Κοέν προσέφερε, έχει λεχθεί πως επί της ουσίας δεν κατόρθωσε κάτι αξιομνημόνευτο, επιχειρηματολογώντας επί παραδείγματι ότι οι πληροφορίες που παρείχε σχετικά με τα εξαιρετικής σημασίας Υψίπεδα του Γκολάν ήταν αχρείαστες, καθότι το Ισραήλ ήδη γνώριζε τις τοποθεσίες του εχθρικού πυροβολικού μέσω αναγνωριστικών πτήσεων. Σε μια τέτοια όμως περίπτωση, δεν θα είχε κάποιο λόγο να χρηματοδοτήσει τη δενδροφύτευση της περιοχής για την «καλύτερη κάλυψη» των συριακών θέσεων. Ακόμη κι αν όντως η αεροπορία την είχε χαρτογραφήσει λεπτομερώς, ο Κοέν προωθούσε με το «άδολο ενδιαφέρον» του την εικόνα ενός γνησίου και αληθινού «πατριώτου», αυξάνοντας έτσι το θαυμασμό τρίτων προς το πρόσωπό του. Η φωτογραφία του από τα Υψίπεδα, τα οποία ήταν αυστηρώς προσβάσιμα μόνο για στρατιωτικούς, αποδεικνύει με σαφήνεια πως είχε κερδίσει την πλήρη και καθολική εμπιστοσύνη τους.
Λόγω της μεγάλης εκτιμήσεως που έχαιρε, του προτάθηκε αργότερα η ανάληψη καθηκόντων ως αναπληρωτού Υπουργού Αμύνης, κάτι το οποίο έχει αμφισβητηθεί από μερικούς με το επιχείρημα ότι τέτοιο πόστο, που ήταν αποκλειστικά για στρατιωτικούς, δεν υπήρξε επισήμως στη Συρία πριν από το 1970. Αυτό και πάλι δε σημαίνει πως δεν θα μπορούσε να εγκαινιαστεί νωρίτερα από τον Κοέν, έστω κι αν δεν ήταν στρατιωτικός. Πέραν τούτου, το βέβαιον είναι πως του προτάθηκε κάποιο υψηλότατο αξίωμα επί προεδρείας Χαφίζ. Παραμένει όμως άγνωστο μέχρι τις ημέρες μας αν τελικώς το αποδέχτηκε ή όχι.
Σύλληψη και καταδίκη του
Ο Κοέν συνελήφθη από τις συριακές μυστικές υπηρεσίες τον Ιανουάριο του 1965 μετά από αιφνιδιαστική έφοδο που πραγματοποιήθηκε στο διαμέρισμά του. Αφού πρώτα βασανίστηκε βάναυσα, ένα μήνα αργότερα δικάστηκε επί κατασκοπεία και καταδικάστηκε σε θάνατο. Εξετελέσθη δια δημοσίου απαγχονισμού στις 18 Μαΐου 1965 στην πλατεία «Μαρτύρων» της Δαμασκού, ενώ το σώμα του αφέθηκε κρεμασμένο για έξι ώρες, κάτι που δεικνύει την έντονη ενόχληση των Σύρων για το ότι διέρρεαν επί τριετίας καίριες πληροφορίες εκτός χώρας χωρίς αυτοί να έχουν αντιληφθεί το παραμικρό. Όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίον αποκαλύφθηκε η δράση του, υπάρχουν τρεις διαφορετικές εκδοχές:
Η πρώτη δίδεται από τον τέως πρόεδρο της Συριακής Δημοκρατίας, Αμίν Χαφίζ, κατά την οποία η ινδική πρεσβεία στη Δαμασκό είχε διαμαρτυρηθεί για παρεμβολές στις ραδιοεπικοινωνίες της με το Νέο Δελχί. Η έρευνα που ακολούθησε με τη χρήση προηγμένου σοβιετικού ραδιοεξοπλισμού για τον εντοπισμό του προβλήματος οδήγησε τις υπηρεσίες ασφαλείας στο διαμέρισμα του Κοέν όπου τον έπιασαν την ώρα ακριβώς που χρησιμοποιούσε το ραδιοπομπό του. Ο τελευταίος όντως ελάμβανε πλημμελή προστατευτικά μέτρα, διότι είχε δεχτεί αλεπάλληλες προειδοποιήσεις από τη Μοσάντ περί αποφυγής των συχνών επαφών του μαζί της.
Κατά τη δεύτερη, οι αιγυπτιακές μυστικές υπηρεσίες ισχυρίστηκαν πως ο Κοέν αναγνωρίστηκε από στελέχη τους σε φωτογραφία από μια συνάντηση των γενικών επιτελείων Συρίας και Αιγύπτου στα Υψίπεδα του Γκολάν. Κατόπιν ενημέρωσαν τη συριακή υπηρεσία πληροφοριών περί των εικασιών τους για πιθανή κατασκοπεία. Αν αυτή η εκδοχή είναι και η ορθή, τότε πράγματι ο Κοέν είχε φτάσει πολύ υψηλά στην εμπιστοσύνη ανωτάτων κυβερνητικών και στρατιωτικών στελεχών, ώστε να προσκαλείται σε ανάλογες διαβουλεύσεις.
Η τελευταία και πιο λεπτομερής εκδοχή προέρχεται από τον Αχμάντ Σουαϊντανί, πρώην επικεφαλής των συριακών μυστικών υπηρεσιών, σύμφωνα με την οποία η αντικατασκοπεία της χώρας του ενημέρωθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 για δύο Άραβες πολίτες όπου εργάζονταν για λογαριασμό της CIA και σχεδίαζαν λαθρεμπόριο σοβιετικών πυραύλων που παρελήφθησαν μέσω Κύπρου. Μετά από επτά μήνες ερευνών, διαπιστώθηκε πως και οι δύο ύποπτοι ήταν συχνοί επισκέπτες στο διαμέρισμα του Κοέν. Εκείνοι συνελήφθησαν στα τέλη του 1964, ενώ ο ίδιος ο Κοέν τέθηκε υπό στενή διακριτική παρακολούθηση. Κατά την ίδια πηγή, οι δυνάμεις ασφαλείας όντως εισέβαλαν στο διαμέρισμα του τελευταίου στις 18 Ιανουαρίου 1965, αλλά δεν τον έπιασαν επ’ αυτοφώρω. Ακολούθησε όμως εξονυχιστικός έλεγχος όπου βρέθηκε ο ραδιοπομπός που χρησιμοποιούσε, καθώς και άλλα ύποπτα αντικείμενα. Το ότι οι Σύροι ανακοίνωσαν τη σύλληψη του Κοέν μόλις πέντε ημέρες αφότου έλαβε χώρα (22 Ιανουαρίου 1965) οδηγεί στο πιθανότερο συμπέρασμα πως τον παρακολουθούσαν για πολύ περισσότερο.
Παρά τις διαρκείς προσπάθειες του Ισραήλ, οι συριακές κυβερνήσεις αρνούνται πεισματικά να συνεργαστούν ως προς την παράδοση των οστών του. Πιστεύεται πως άλλαξαν μέρος ταφής συνολικά τρεις φορές ώστε να μη βρεθούν από τη Μοσάντ. H Ρωσία πλέον συνδράμει στην προσπάθεια του εντοπισμού του Κοέν με ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή ενός καταυλισμού προσφύγων κοντά στη Δαμασκό. Στον ίδιο χώρο τα πτώματα άλλων ισραηλινών στρατιωτών είχαν ταφεί κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και των αρχών του 1980. Μέχρι σήμερα, οι προσπάθειες δεν έχουν καρποφορήσει.
Η ιστορία του Έλι Κοέν, προβλήθηκε σε σειρά έξι επεισοδίων του Netflix υπό τον τίτλο «The Spy» με πρωταγωνιστή τον κωμικό Σάσα Μπάρον Κοέν.