To ταχύ βομβαρδιστικό SB 2IS (ANT-40-2) αποδείχτηκε πιο επιτυχημένο από τα SB 2RT και ήταν Μάϊος του 1934 όταν άρχισε να κατασκευάζεται το πρωτότυπό του. Διέφερε από τον προκάτοχό του στους κινητήρες και στις διαστάσεις, έχοντας άνοιγμα πτερύγων 20,3 μέτρα και διευρυμένα ουραία πτερύγια. Ο όγκος των δεξαμενών καυσίμου έχει επίσης διπλασιασθεί. Το αεροσκάφος ήταν εφοδιασμένο με δύο κινητήρες Hispano-Suiza των 780 ίππων έκαστος (περιέστρεφαν δίφυλλες μεταλλικές έλικες σταθερού βήματος) και η ψύξη τους γινόταν από εμπρόσθια κυψελωτά σώματα.
Οι κρατικές δοκιμές και τα αποτελέσματα μέχρι την τελική έγκριση
Στις 30 Δεκεμβρίου του 1934 έλαβε χώρα και η παρθενική του πτήση. Οι εργοστασιακές δοκιμές ολοκληρώθηκαν το Φεβρουάριο του 1935 με εξαιρετικά αποτελέσματα για την εποχή του. Η μέγιστη ταχύτητα σε επίπεδο θαλάσσης ήταν 320 χλμ/ώρα που ανερχόταν στα 351 σε υψόμετρο 4.000 μέτρων. Ο χρόνος αναβάσεως στα 5.000 μέτρα ήταν 7,2 λεπτά και ανώτατο ύψος τα 9.400 μέτρα. Αναμενόταν πως με την επικείμενη προσθήκη αναδιπλούμενου συστήματος προσγειώσεως, η μεγίστη ταχύτητα θα μπορούσε να φτάσει τα 410-420 χλμ/ώρα.
Μολαταύτα, στην επίσημη κρατική αναφορά γινόταν λόγος για αποτυχία του SB 2IS κατά τις δοκιμές. Ωστόσο, προτάθηκε να εισαχθεί σε μαζική παραγωγή και στο ενδιάμεσο να διορθώνονταν οι ελλείψεις του. Μέχρι τις 15 Μαρτίου του 1935 θα περνούσε από νέα αξιολόγηση με τοποθετημένο και τον οπλισμό του. Ως κύρια προβλήματα σημειώθηκαν η διαμήκης αστάθεια, η δυσκολία χειρισμού, η αδυναμία πτήσεως με έναν κινητήρα, καθώς και κάποια δυσλειτουργία του συστήματος ψύξεως των κινητήρων. Συμπερασματικά, αναφέρθηκε πως το νέο αεροπλάνο ανήκε σε μια νέα κατηγορία βομβαρδιστικών με εξαιρετικά υψηλή οριζόντια ταχύτητα και ικανοποιητικότατο ρυθμό ανόδου.
Στις 3 Μαρτίου του 1935, κατά τη μέτρηση της μεγίστης ταχύτητος σε χαμηλά ύψη, παρουσιάστηκε ισχυρή δόνηση των πτερύγων λόγω ελλιπούς αντισταθμίσεως του βάρους τους. Το συγκεκριμένο φαινόμενο ήταν πρωτόγνωρο για τους σοβιετικούς σχεδιαστές αεροσκαφών. Μια ομάδα ειδικών τους Κεντρικού Ινστιτούτου Αεροϋδροδυναμικής σχηματίσθηκε, ώστε να βρεθεί τρόπος επιλύσεώς του και αποφασίστηκε η αύξηση αντισταθμίσεως έως και 90-93%. Κατόπιν το SB 2IS μεταφέρθηκε πίσω στο εργοστάσιο για επιδιορθώσεις ενός μηνός. Πριν υποβληθεί σε νέα αξιολόγηση, ελέγχθηκε πρώτα αν το πρόβλημα της δονήσεως θα επανεμφανιζόταν, με τη δοκιμαστική πτήση να πραγματοποιείται υπό την εποπτεία του ιδίου του Arkhangelsky. To αεροπλάνο έπιασε την ταχύτητα των 400 χλμ/ώρα χωρίς κανένα πρόβλημα.
Κατά τη διάρκεια των επισκευών, τροποποιήθηκε και η ουρά με την αύξηση της επιφανείας του σταθεροποιητού. Όπως αποδείχτηκε όμως, η διαμήκης αστάθεια βελτιώθηκε απειροελάχιστα. Επιπλέον, προέκυψε και νέο πρόβλημα με τη υπερθέρμανση των κινητήρων σε καλοκαιρινές συνθήκες. Σε θερμοκρασία περιβάλλοντος 20°C, το αεροσκάφος αδυνατούσε να απογειωθεί κανονικά, ενώ οι αλλαγές που έλαβαν χώρα δεν απέδωσαν καρπούς.
Η συνέχεια στο Military History