«Η επιλογή της Belharra από το Πολεμικό Ναυτικό είναι η καλύτερη δυνατή. Το Π.Ν. βρέθηκε πάντα στην πρωτοπορία σε μια σειρά από προγράμματα, το έκανε και τώρα», λέει στην «Κ» ο υποναύαρχος ε.α. Δημήτρης Ανδριτσόπουλος, ένας ζωντανός θρύλος στις τάξεις των ομοίων του κάθε ηλικίας. Ο κ. Ανδριτσόπουλος, μηχανικός του Πολεμικού Ναυτικού, εξειδικεύτηκε στη διαπραγμάτευση συμβάσεων σε τέτοιο βαθμό που σχεδόν όλα τα προγράμματα των τελευταίων 45 ετών έχουν τη σφραγίδα του. Από τις πυραυλακάτους κλάσης «Λάσκος» τη δεκαετία του ’70, τις ολλανδικές φρεγάτες τύπου «S» τη δεκαετία του ’80, αργότερα τις γερμανικές τύπου ΜΕΚΟ, αλλά ακόμα και τα υποβρύχια τύπου 214, είτε εν ενεργεία είτε ως ανακληθείς από εφεδρεία, ο κ. Ανδριτσόπουλος ήταν ένας από εκείνους τους αόρατους αλλά πολύ ουσιαστικούς τεχνοκράτες πάνω στους οποίους στηρίχθηκαν μια σειρά από μικρά «θαύματα» του Π.Ν.
Εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων (ΣΝΔ) τον Οκτώβριο του 1945, στην πρώτη σειρά που λειτούργησε στην Ελλάδα – είχε προϋπάρξει λίγους μήνες νωρίτερα και η σειρά της Μέσης Ανατολής. Γεγονός που, όπως θυμάται, οδήγησε στην πρωτοτυπία η πρώτη σειρά της μεταπολεμικής ΣΝΔ να συγχωνευθεί σε μία τάξη. Σε ηλικία 94 ετών σήμερα, ο υποναύαρχος ε.α. κ. Ανδριτσόπουλος μιλάει για το Πολεμικό Ναυτικό σαν να είναι η οικογένειά του. Εντελώς τυχαία, σε μια από τις συναντήσεις που είχε η «Κ» μαζί του, χτύπησε το σταθερό τηλέφωνό του. Στην άλλη γραμμή ακουγόταν η φωνή του αντιναυάρχου ε.α. Γρηγόρη Δεμέστιχα, ο οποίος τον πληροφορούσε ότι προγραμματιζόταν τελετή εορτασμού για τα 40 χρόνια από την ύψωση της ελληνικής σημαίας στην φρεγάτα «Ελλη», την πρώτη ολλανδικού τύπου «S» (Kortenaer) που εξακολουθεί να επιχειρεί στο Αιγαίο. Εντυπωσιακό για τους μη μυημένους ήταν το γεγονός ότι ο κ. Δεμέστιχας απευθυνόταν στον κ. Ανδριτσόπουλο στον πληθυντικό. «Ετσι είναι, κι εγώ έως πρότινος έτσι απευθυνόμουν στους αρχαιότερους», λέει ο κ. Ανδριτσόπουλος, ο οποίος τονίζει ότι ο κ. Δεμέστιχας ήταν ο πρώτος κυβερνήτης τού «Ελλη».
Η πρώτη σύμβαση που διαπραγματεύθηκε ο κ. Ανδριτσόπουλος προ σχεδόν 60 ετών ήταν εκείνη της βασιλικής θαλαμηγού «Θησεύς». Ακολούθησαν χιλιάδες ώρες διαπραγμάτευσης συμβάσεων για τον έμπειρο μηχανικό, ο οποίος ανάμεσα στο 1952 και στο 1956 μετεκπαιδεύθηκε στη ναυπηγία στο Βασιλικό Ναυτικό Κολέγιο Γκρίνουιτς στην Αγγλία, ενώ στη συνέχεια (1965) απέκτησε και πτυχίο ναυπηγού από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Για τους νεότερους ο κ. Ανδριτσόπουλος είναι ένα πρόσωπο σχεδόν μυθικό στις τάξεις του Πολεμικού Ναυτικού. Το 1966 ήταν και εκ των συμβούλων της Επιθεώρησης Εμπορικών Πλοίων του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, ο οποίος διαφώνησε με την απόφαση να δοθεί πιστοποιητικό αξιοπλοΐας στο επιβατηγό «Ηράκλειον», λίγες ημέρες πριν από το τραγικό ναυάγιο του.
Το βάρος του χρόνου δεν φαίνεται να έχει επηρεάσει καθόλου το μυαλό του κ. Ανδριτσόπουλου, ο οποίος θεωρεί τη διαδρομή του Π.Ν., όπου αφιέρωσε τον εαυτό του, ως συνεχή και σταθερή. Η ιστορία, τα γεγονότα, διαδραματίζουν, βέβαια, τον διακριτό ρόλο τους, αλλά στο μυαλό του πολύπειρου πάνω απ’ όλα μηχανικού το πρακτικό σκέλος κάθε απόφασης είναι διαχρονικά το ίδιο. Οι νέες φρεγάτες του Π.Ν., λέει, αποτελούν «άλμα προς το μέλλον που θα είναι επιτυχές» και σημειώνει ότι σε αυτή τη φάση της προετοιμασίας της σύμβασης «απαιτείται πολύ προσεκτική εργασία και από τις δύο πλευρές για να μην υπάρχουν προβλήματα αργότερα». Και προσθέτει ότι «ευτυχώς ο κ. Αλεξόπουλος (σ.σ. ο γενικός διευθυντής Εξοπλισμών, το “χέρι” πίσω από την ολοκλήρωση των υποβρυχίων 214 στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά) είναι αρκετά έμπειρος». Στην ερώτηση αν φοβάται πώς το Π.Ν. θα προσαρμοστεί σε γαλλικά πλοία ενώ έχει μικρή πρόσφατη εμπειρία, ο κ. Ανδριτσόπουλος απαντά με τη χαρακτηριστική, τυφλή εμπιστοσύνη που έχει στα στελέχη. «Εχει αποδείξει το προσωπικό διαχρονικά ότι μπορεί να προσαρμοστεί σε νέες τεχνολογίες», λέει και θυμάται ότι αρκετά μετά την έναρξη παράδοσης των ολλανδικών φρεγατών τύπου «S», στις αρχές δεκαετίας του ’80, ο Ολλανδός ομόλογός του επισκέφθηκε την Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια του γύρου της Πελοποννήσου που έκαναν τότε οι δύο αξιωματικοί, ο Ολλανδός εξομολογήθηκε στον κ. Ανδριτσόπουλο ότι υπήρχε ελάχιστη εμπιστοσύνη. «Ωστόσο τα καταφέραμε», σημείωσε και έκανε αναδρομή ακόμα παλιότερα. Στον Ιούνιο του 1951, όταν το Π.Ν. παρέλαβε το ιταλικό καταδρομικό «Eugenio di Savoia» (το οποίο μετονομάστηκε σε «Ελλη ΙΙ» και παραχωρήθηκε στο πλαίσιο των ιταλικών επανορθώσεων για τη βύθιση του πρώτου «Ελλη» στην Τήνο), ο ίδιος ο Δημήτρης Ανδριτσόπουλος, νέος σημαιοφόρος τότε, αλλά και οι υπόλοιποι συνάδελφοί του, είχαν εμπειρία κυρίως από τα αμερικανικά Hunt.
«Ηταν τέλος του Ιουνίου του ’51. Και 15 Αυγούστου έπρεπε να πάει στην Τήνο για τους εορτασμούς. Το παρέδωσαν οι Ιταλοί στον προλιμένα, έξω από τη Ψυττάλεια, και ήταν αγκυροβολημένο στο Πέραμα. Για ένα διάστημα πηγαίναμε εκεί. Ούτε σχέδια ξέραμε να διαβάσουμε στην αρχή ούτε τίποτα. Και όμως πήγε μια χαρά. Υπήρχε ένας πυρήνας που παρέλαβε το πλοίο στην Ιταλία, αλλά δεν προλάβαιναν να κάνουν πολλά», θυμάται ο κ. Ανδριτσόπουλος, ο οποίος μειδιά και προσθέτει πως στο πλοίο εκείνο «υπήρχε δεξαμενή κρασιού με παροχή στα μαγειρεία των αξιωματικών. Ιταλικής σχεδίασης».
Ρίσκα και πειραματισμοί
Το «Ελλη ΙΙ» ήταν ανάγκη, αλλά στο Π.Ν., λέει, άρεσαν πάντα τα ρίσκα και οι πειραματισμοί, «βέβαια όχι στην τύχη», όπως υπογραμμίζει. «Οταν πήραμε τις πρώτες πυραυλακάτους τύπου “Λάσκος” (La Combattante ΙΙa), οι πύραυλοι Exocet ήταν ακόμα σε στάδιο blueprint. Ωστόσο, όπως είδατε, δούλεψαν τέλεια», λέει ο κ. Ανδριτσόπουλος.
Αυτό που μένει από τις συναντήσεις της «Κ» με τον κ. Ανδριτσόπουλο είναι το αίσθημα νοσταλγίας, αδελφοσύνης, σεβασμού και πίστης στο Π.Ν. που χαρακτήριζε την κάθε πρότασή του. Δύσκολα αναφερόταν στον εαυτό του. Πάντα το Πολεμικό Ναυτικό ήταν εκείνο που λάμβανε τις αποφάσεις, προχωρούσε τις συμβάσεις, έπαιρνε τα ρίσκα, κέρδιζε ή έχανε σε δύσκολες περιστάσεις. Ποτέ ο ίδιος. Ποτέ τα πρόσωπα. Μόνο ως ομάδες. «Πώς να το πω και να μην ακουστεί περίεργα;» λέει ο κ. Ανδριτσόπουλος. Και συνεχίζει: «Το Πολεμικό Ναυτικό έχει μια παράδοση ελιτισμού. Από δεκαετίες, τώρα και προπολεμικά. Γι’ αυτό βλέπετε ότι η σύνδεση μεταξύ μας είναι ισχυρή». Ο ναύαρχος ε.α. Δημήτρης Ανδριτσόπουλος, ένας άνδρας με προσφορά που ξεπέρασε τις έξι δεκαετίες, σε τομείς «στρυφνούς» και δύσκολους, όπως είναι η δουλειά πίσω από τα φλας των φωτογραφικών μηχανών και της δημοσιότητας, έχει βάλει την υπογραφή του σχεδόν σε όλα τα πλοία του στόλου που αυτή τη στιγμή διαθέτει το Πολεμικό Ναυτικό και δοκιμάστηκαν σε συνθήκες επιχειρήσεων τον Αύγουστο του 2020 στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και σε πόσες ακόμη περιστάσεις. Ομως ο ίδιος θεωρεί τον εαυτό του έναν ακόμα από τους αποφοίτους της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων της τάξης του 1945.
Τα υποβρύχια που… έγερναν
Ο κ. Ανδριτσόπουλος ήταν πρόεδρος της επιτροπής και για τα υποβρύχια 214. Απομακρύνθηκε από αυτήν μία ημέρα πριν υπογραφεί η σύμβαση των υποβρυχίων. «Εφαρμόσαμε τότε ένα πρωτοποριακό και συστηματικό πρότυπο αξιολόγησης και αποφασίσαμε ότι τα ευρισκόμενα τότε σε πειραματικό στάδιο 214 ήταν η καλύτερη επιλογή. Και τεχνικά και επιχειρησιακά», λέει, σημειώνοντας ότι ανάμεσα στα στοιχεία που εξέτασε η επιτροπή ήταν και το πόσο έχει… αυξηθεί ο μέσος όρος ύψους των ανδρών από τη δεκαετία του ’60, στην οποία ανάγονταν οι προδιαγραφές από τα προηγούμενα υποβρύχια του Π.Ν. Η διάταξη έπρεπε να μεγαλώσει κατά τι, καθώς στη δεκαετία αυτή ο μέσος όρος ύψους είχε αυξηθεί κατά 10 εκατοστά. Στην ερώτηση για την εμπλοκή των πολιτικών εκείνη την εποχή, ο κ. Ανδριτσόπουλος σημειώνει: «Καλύτερα ας μην προχωρήσουμε εκεί. Αυτά ανήκουν στην Ιστορία πλέον. Υπήρχε μια τάση επίσπευσης, αδικαιολόγητη του προγράμματος». Κρατά, όπως λέει, ότι «ευτυχώς οι νέοι συνάδελφοι κατάφεραν να ενεργοποιήσουν το σύστημα και να παραδοθούν τα υποβρύχια έστω και με πολυετή καθυστέρηση».
Βασίλης Νέδος
(Πηγή: “Καθημερινή”)