Επειδή τα F-16… επιστρέφουν στην ελληνική επικαιρότητα, εξ ανατολών αυτή τη φορά, ας θυμηθούμε τη γραμμή παραγωγής που αειθαλούς μαχητικού.
Αντιγράφοντας από το τεύχος της «Πτήση» νο 35, του Απριλίου 2023, να θυμίσουμε ότι αυτή βρίσκεται πλέον στο Greenville της Νότιας Καρολίνας, από όπου επαναλήφθηκαν οι παραδόσεις, οι πρώτες από την τελευταία απόδοση ιρακινών F-16IQ, έπειτα από μια πολύ μεγάλη χρονική διακοπή. Που εν μέρει μόνο οφείλεται στη μετακίνηση της γραμμής συναρμολόγησης του μαχητικού από το Fort Worth του Τέξας, όπου εκεί γίνεται πλέον αποκλειστικά η παραγωγή του F-35A στις ΗΠΑ.
Η «τέλεια καταιγίδα»
Οι παραδόσεις Block 70/72 στους νέους πελάτες επηρεάστηκαν σημαντικά από την πανδημία Covid-19 και την αδυναμία των προμηθευτών της γραμμής συναρμολόγησης να παραδώσουν συγκροτήματα και απάρτια. Με έναν μετριοπαθή υπολογισμό, η καθυστέρηση των παραδόσεων υπερέβη τον έναν χρόνο. Αυτό που συνέβη ήταν ότι η μείωση των παραγγελιών νέων αεροσκαφών ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 οδήγησε σε συρρίκνωση της παραγωγής του F-16 μέσα στη δεκαετία του 2010 και συνεπακόλουθα περιόρισε το σύστημα των προμηθευτών σε «single source» («μοναδική πηγή»), γεγονός το οποίο συνέβαλε στο πρόβλημα που δημιουργήθηκε το 2020.
Αν και η κατασκευάστρια Lockheed Martin δεν κατονομάζει μια συγκεκριμένη εταιρεία-συνεργάτη της, επισημαίνει ότι μια από αυτές είναι κυρίως υπεύθυνη για την καθυστέρηση του ενός και πλέον έτους που δημιουργήθηκε στις παραδόσεις, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι ήδη επιδιώκεται αλλαγή πλαισίου και συγκροτούνται εναλλακτικοί/«second source» προμηθευτές, αν και κατόπιν εορτής.
Να θυμίσουμε ότι η ΕΑΒ είναι «single source» προμηθευτής για τα τμήματα της ατράκτου του F-16 που κατασκευάζει, όπως επίσης είναι και η τουρκική TAI/TUSAS (με την Τουρκία να εμπλέκεται επίσης και στην παραγωγή τού κινητήρα F110), ενώ την πτέρυγα κατασκευάζει κατ’ αποκλειστικότητα η ισραηλινή IAI. Πρόσφατα, και σε μια προσπάθεια απόκτησης πλεονεκτήματος στην ινδική αγορά, η Lockheed Martin πιστοποίησε και τον ινδικό όμιλο Tata ως «second source» παραγωγό της πτέρυγας, αλλά αυτή η επιλογή θα ενεργοποιηθεί εάν και όταν το F-21 (μια ειδική εκδοχή του F-16 που προτείνεται στην Ινδία), αρχίσει να παράγεται τοπικά.
Ανεξάρτητοι παρατηρητές σημειώνουν ότι τα προβλήματα στην παραγωγή του F-16 ήταν μια «τέλεια καταιγίδα» («perfect storm»), αποτέλεσμα του συνδυασμού τής απόφασης μεταφοράς της γραμμής συναρμολόγησης από το Τέξας, όπου «γεννήθηκαν» 4.588 Fighting Falcon, στη Νότια Καρολίνα, με τα δεινά που έφερε η πανδημία Covid-19, την οποία βέβαια κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει.
Όταν πάρθηκε η απόφαση μεταφοράς το 2018 και με την παραγγελία του Μπαχρέιν στην τσέπη, η τότε ηγεσία της Lockheed Martin θεωρούσε ότι η μετακίνηση στην εγκατάσταση του Greenville πρόσφερε την καλύτερη λύση. Ώστε αφενός να αποδεσμευτεί και ο υπόλοιπος χώρος στο Fort Worth για το F-35 και αφετέρου η μεταφορά να είναι ανώδυνη σε μια διαθέσιμη και λειτουργούσα εγκατάσταση. Το Greenville ήταν μια «ξεχασμένη» τοποθεσία στο στερέωμα της Lockheed Martin από το 1984, όταν η (τότε) Lockheed ξεκίνησε εκεί ένα εργοστάσιο, με ειδίκευση στη συντήρηση και στις μετασκευές πολλών τύπων αεροσκαφών της, κυρίως όμως C-130 και P-3. Είχε όμως άφθονες εγκαταστάσεις και χώρο, οπότε σήμερα στην τοποθεσία των 69 στρεμμάτων εργάζονται περισσότεροι από 700 άνθρωποι, με το δυναμικό να αυξάνεται συνεχώς. Περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες γύρω από το πρόγραμμα F-16, μαζί με ένα «Κέντρο Αριστείας» (Center of Excellence) που «παντρεύει» την παραγωγή και την υποστήριξη για όλο τον κύκλο ζωής του μαχητικού.
Στην πραγματικότητα η γραμμή παραγωγής του F-16 είχε ήδη μετακινηθεί το 2004, αν και «εσωτερικά», όταν η συναρμολόγησή του στο (κρατικής ιδιοκτησίας) Εργοστάσιο Νο4 του Fort Worth περιορίστηκε στο νότιο άκρο της εγκατάστασης απελευθερώνοντας χώρο για το F-35, όπως η «Π&Δ» είχε διαπιστώσει τότε σε επιτόπια επίσκεψη. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, πραγματοποιήθηκε η μετακίνηση στο Greenville, όπου η γραμμή παραγωγής έχει άλλη μορφή. Δηλαδή δεν είναι γραμμική, καθώς καταλαμβάνει δύο υπόστεγα, το Νο11 και το No16. Στο πρώτο γίνεται η επιμέρους κατασκευή της ατράκτου και στο δεύτερο η τελική συναρμολόγηση του μαχητικού.