Το ζήτημα της ευρωπαϊκής άμυνας αναδεικνύει με σειρά σημερινών δημοσιευμάτων ο γαλλικός Τύπος, με αφορμή την επίσκεψη στη Ρουμανία του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, όπου επισκέφθηκε τους 500 Γάλλους στρατιώτες που βρίσκονται εκεί στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
«Είναι πηγή υπερηφάνειας για τη Γαλλία να βρίσκεται σε αυτό το ρουμανικό έδαφος στα ανατολικά φυλάκια της Ευρώπης, όταν ο πόλεμος επιστρέφει στην ήπειρο» δήλωσε σύμφωνα με την εφημερίδα Le Monde ο Μακρόν από τη Ρουμανία, υπογραμμίζοντας ότι «αυτό που οικοδομούμε με το Βέλγιο δεν έχει προηγούμενο. Η αμυντική Ευρώπη χτίζεται εδώ, σε αυτή τη συνεργασία.
«Θα κάνουμε τα πάντα για να σταματήσουμε τη ρωσική πολεμική προσπάθεια, να βοηθήσουμε τους Ουκρανούς και τον στρατό τους και να συνεχίσουμε τη διαπραγμάτευση. Αλλά μακροπρόθεσμα, θα χρειαστεί να προστατεύσουμε, να αποτρέψουμε και να είμαστε παρόντες. Από αυτή την άποψη, ήσασταν πρωτοπόροι σε αυτές τις αναπτύξεις», ανέφερε επίσης ο Γάλλος πρόεδρος.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, η βάση του ΝΑΤΟ στη Ρουμανία συνεχίζει να επεκτείνεται και ετοιμάζεται να φιλοξενήσει χίλιους Γάλλους στρατιώτες για μια περίοδο «τουλάχιστον πέντε ετών». Επίσης, μέχρι το 2023, το Παρίσι σκοπεύει να αναπτύξει «πιο εύρωστες ολοκληρωμένες ικανότητες».
«Ένα από τα μαθήματα που μπορούμε να αντλήσουμε από τον πόλεμο στην Ουκρανία είναι ότι η επίγεια μάχη παραμένει σημαντική» αναφέρει στην εφημερίδα ο συνταγματάρχης Μινγκουέ.
Σημειώνεται ακόμη η συνύπαρξη της ευρωπαϊκής δύναμης, αποτελούμενης πέραν του γαλλο-βελγικού σώματος, από στρατιώτες πολωνικών, ιταλικών και βρετανικών αεροπορικών μονάδων.
Από την πλευρά της, η εφημερίδα Le Figaro υπογραμμίζει ότι η Γαλλία είναι το «έθνος-πλαίσιο» για αυτήν την αποστολή του ΝΑΤΟ, επισημαίνοντας τη δήλωση, μεταξύ άλλων, του Μακρόν προς τους Γάλλους στρατιώτες, ότι αυτό που έδειξαν, εφαρμόζοντας με εξαιρετικό τρόπο τα μέτρα του ΝΑΤΟ, είναι μέρος της αξιοπιστίας της Γαλλίας και της εμπιστοσύνης που έχουν οι σύμμαχοί και οι εταίροι.
«Η Ευρώπη δεν είναι μεγάλη στρατιωτική δύναμη, αλλά τα χρηματοδοτικά της μέσα της επιτρέπουν να είναι υπολογίσιμη στο πεδίο της μάχης. Ωστόσο, πρέπει να ξεκινήσει ένα πραγματικό αμυντικό επενδυτικό πρόγραμμα το συντομότερο δυνατό», υποστηρίζει εξάλλου στη Monde o Πιερ Αρός, ειδικός στην ευρωπαϊκή άμυνα, στο Ινστιτούτο Στρατηγικών Ερευνών της γαλλικής Σχολής Πολέμου.
Υπενθυμίζοντας σχόλιο, πριν 30 χρόνια, του Μαρκ Έισκενς, πρώην υπουργού Εξωτερικών του Βελγίου, ότι «η Ευρώπη είναι ένας οικονομικός γίγαντας, ένας πολιτικός νάνος και ένας στρατιωτικός γεωσκώληκας», εκτιμά ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε στους Ευρωπαίους ότι «μπορεί η Ευρώπη να μην είναι μεγάλη στρατιωτική δύναμη, αλλά τα χρηματοδοτικά της μέσα της επιτρέπουν να είναι υπολογίσιμη στο πεδίο της μάχης».
Τάσσεται υπέρ της αγοράς ίδιου ή παρόμοιου εξοπλισμού από τις χώρες μέλη, καθώς, όπως σημειώνει, αυτό προωθεί τη συνεργασία σε θέματα κατάρτισης, άσκησης και συντήρησης, αλλά και είναι υπέρ της αποφυγής του ανταγωνισμού μεταξύ των ευρωπαϊκών στρατών. Φέροντας δε ως παράδειγμα την από κοινού απόκτηση εμβολίων κατά του Covid-19, εκτιμά ότι παρόμοια ο στρατιωτικός εξοπλισμός θα προστάτευε ιδιαίτερα τις «μικρές» χώρες, οι οποίες διαφορετικά θα κινδύνευαν να δουν τις παραγγελίες τους να ακολουθούν αυτές των «μεγάλων» αγοραστών. Επίσης, υποστηρίζει ότι στόχος είναι η προώθηση της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας με την αγορά όπλων, που κατασκευάζονται στην Ευρώπη αντί να εισάγονται από τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς, κατά τον ίδιον, ακόμα κι αν, σε αντίθεση με τη Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι σύμμαχοι, η προεδρία Tραμπ έδειξε, ότι αυτός ο σύμμαχος δεν είναι απαραίτητα πάντα ευθυγραμμισμένος με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.
Εκτιμά ότι από το σχέδιο της Επιτροπής για τη στήριξη των κοινών συμβάσεων, που εγκρίθηκε κατ’ αρχήν από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων στις 31 Μαΐου, λείπει μια βασική παράμετρος, αυτή της ταχύτητας. Όπως παρατηρεί, ο πόλεμος τώρα μαίνεται και είναι σήμερα που τα κράτη μέλη θέλουν να καλύψουν τα στρατιωτικά τους κενά, ενώ σε δύο χρόνια οι περισσότεροι ευρωπαϊκοί στρατοί θα έχουν επανεξοπλιστεί, σε μεγάλο βαθμό ο καθένας μόνος του, πιθανώς με αμερικανικό εξοπλισμό και η ευκαιρία να προωθηθεί μια γνήσια ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, που υποστηρίζει μια εις βάθος προσέγγιση των ευρωπαϊκών στρατών, θα έχει χαθεί.
«Εάν η Ένωση δεν δείξει τόλμη σήμερα, πότε θα το κάνει;», διερωτάται ο ερευνητής, προσθέτοντας ότι ο πρόεδρος Μακρόν θέλει να μεταβεί στο Κίεβο, αλλά περιμένει να βγει μια ισχυρή ανακοίνωση. «Και τι ισχυρότερη ανακοίνωση θα μπορούσαμε να φανταστούμε για τη Γαλλία, προκειμένου να ανανεώσει την ηγεμονία της σε μια νέα μεγάλη ιδέα για την Ευρώπη. Μια υπέροχη ιδέα, που ο Γάλλος πρόεδρος ανακοίνωσε στην ομιλία του στη Σορβόννη, όταν ανέφερε “έναν κοινό αμυντικό προϋπολογισμό”, αναφέρει καταλήγοντας ο Αρός.
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία κινδυνεύει να ωθήσει περισσότερες χώρες να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα» επισημαίνει τέλος η εφημερίδα Les Échos, επισημαίνοντας τον κίνδυνο ενθάρρυνσης πολλών χωρών να εξετάσουν το ενδεχόμενο απόκτησης πυρηνικών όπλων, επισημαίνει ο δημοσιογράφος, με τον Matt Korda.
Σύμφωνα με τον Ματ Κόρντα, αναλυτή του Sipri (Διεθνές Ινστιτούτο της Στοκχόλμης για την Ειρήνη), «είναι πλέον πολύ δύσκολο το να σημειωθεί πρόοδος στον αφοπλισμό τα επόμενα χρόνια, λόγω αυτού του πολέμου και του τρόπου με τον οποίο ο Πούτιν μιλά για τα πυρηνικά του όπλα»
Όπως σημειώνεται, το Ιράν φαίνεται να μπορεί να αποκτήσει σύντομα τη βόμβα, κάτι που θα μπορούσε να ενθαρρύνει τη Σαουδική Αραβία να κάνει το ίδιο, αλλά και άλλες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής, την Αίγυπτο και την Τουρκία, ενώ στην Ασία, τη Νότια Κορέα, την Ταϊβάν, το Βιετνάμ και την Ιαπωνία, παρά το ταμπού που γεννήθηκε στη Χιροσίμα. Ακόμα και οι Φιλιππίνες και η Μαλαισία μπορούν εύλογα να αισθανθούν ότι απειλούνται από την Κίνα, που τείνει να διεκδικήσει μια εξαιρετικά διευρυμένη θαλάσσια κυριαρχία.