Η αιφνίδια ανακοίνωση της συγκρότησης στρατηγικής σύμπραξης με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο με την απόκτηση από την Αυστραλία πυρηνοκίνητων υποβρυχίων και αμερικανικών πυραύλων ενισχύει τις σχέσεις της με την Ουάσινγκτον, με κίνδυνο να κλιμακώσει την ένταση με το Πεκίνο, που χαρακτήρισε «ανεύθυνο» το εγχείρημα.
Χωρίς να έχει προηγηθεί δημόσιος διάλογος, ο πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον πέρασε στον πυρηνικό κόσμο, όχι στα πυρηνικά όπλα, αλλά στην ανάπτυξη ενός στόλου τουλάχιστον οκτώ πυρηνοκίνητων υποβρυχίων τεχνολογίας αιχμής σε σύμπραξη με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Μέχρι πολύ πρόσφατα – μέχρι πριν από 12 ώρες ίσως- η ιδέα θα είχε θεωρηθεί “περιθωριακή” », σύμφωνα με τον Sam Roggeveen, του Lowy Institute του Σίδνεϊ.
Εκτός της άμεσης συνέπειας αυτής της στρατηγικής σύμπραξης που ήταν η ακύρωση του συμβολαίου με την Γαλλία για την κατασκευή συμβατικών υποβρυχίων και η οργή του Παρισιού, ο Σκοτ Μόρισον τίναξε στον αέρα σειρά πολιτικών ταμπού της Αυστραλίας: κατά πρώτον, την παραδοσιακή απαγόρευση της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, αλλά επίσης την πολύ προσεκτική προσέγγιση που είχε υιοθετήσει η Καμπέρα απέναντι στην Κίνα για την αποφυγή της έντασης με το Πεκίνο.
«Η συνεργασία αυτή για τα πυρηνικά υποβρύχια βλάπτει σοβαρά την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα, εντείνει την κούρσα των εξοπλισμών και υπονομεύει τις διεθνείς προσπάθειες μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων», δήλωσε ο εκπρόσωπος της κινεζικής διπλωματίας.
Η συμφωνία, που ανακοινώθηκε από κοινού από τον Τζο Μπάιντεν, τον Μπόρις Τζόνσον και τον αυστραλό ομόλογό του, θα επιτρέψει στην αυστραλιανή ήπειρο να αποκτήσει πρόσβαση στην αμερικανική δύναμη πυρός, την οποία ωστόσο η Ουάσινγκτον έχει αρνηθεί σε στενούς της συμμάχους, όπως το Ισραήλ.
Στην οικογένεια των μεγάλων δυνάμεων
Με τον τρόπο αυτόν, οι αυστραλιανές ένοπλες δυνάμεις θα έχουν την ικανότητα να πλήξουν στόχους μακριά από τις ακτές τους.
Τα πυρηνοκίνητα υποβρύχια είναι πιο σιωπηλά, πιο γρήγορα και έχουν μεγαλύτερη αντοχή, πράγμα που θα επιτρέψει στην Αυστραλία να αναπτύσσει τα υποβρύχια αυτά στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού Ωκεανού για μακρύτερες περιόδους, εξηγεί ο Ashley Townshend Κέντρου Μελετών των ΗΠΑ στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.
Η Αυστραλία άρχισε να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο ενίσχυσης των στρατιωτικών της ικανοτήτων το 2020, καθώς οι σχέσεις της με την Κίνα επιδεινώνονταν.
Η στρατηγική σύμπραξη θα ενώνει την Αυστραλία με τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο για δεκαετίες.
«Θα μπορούσε να είναι η πρώτη μίας σειράς εξελίξεων, όπως η ανάπτυξη αμερικανικών στρατηγικών όπλων μεγάλου βεληνεκούς, κυρίως πυραύλων και αόρατων βομβαρδιστικών, στην Αυστραλία», λέει ο Michael Sullivan, ειδικός Διεθνών Σχέσεων στο Flinders University.
«Μακροπρόθεσμα, αυτό θα μπορούσε επίσης να σημάνει την μετακίνηση στην βόρεια Αυστραλία αμερικανικών δυνάμεων από τις βάσεις της Οκινάουα και του Γκουάμ, οι οποίες είναι όλο και περισσότερο ευάλωτες στις κινεζικές στρατιωτικές επιθέσεις», σημειώνει.
Η προσέγγιση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και η ενίσχυση των αυστραλιανών στρατιωτικών ικανοτήτων τοποθετεί μία μεσαίου μεγέθους δύναμη στο επίκεντρο των αυξανόμενων εντάσεων ανάμεσα στην αμερικανική και την κινεζική υπερδύναμη.
Ορισμένοι δεν θεωρούν την κίνηση συνετή.
Ο πρώην πρωθυπουργός Πολ Κίτινγκ θεωρεί ότι η απόφαση αναγκάζει την Αυστραλία να συμμετέχει «σε κάθε στρατιωτική επιχείρηση των ΗΠΑ κατά της Κίνας» και θέτει τέλος στον διάλογο δεκαετιών με τους ασιάτες γείτονές της.
«Κάπου 240 χρόνια αφού εγκαταλείψαμε την Μεγάλη Βρετανία, προσπαθούμε και πάλι να εγγυηθούμε την ασφάλειά μας στην Ασία μέσω του Λονδίνου», λέει.
«Σοβαρή κλιμάκωση»
Πριν από την ανακοίνωση της τριμερούς συμφωνίας, ο πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον προσπάθησε με μυστικά τηλεφωνήματα να καθησυχάσει τους περιφερειακούς συμμάχους της Αυστραλίας, από την Σιγκαπούρη μέχρι το Ουέλινγκτον, δίνοντας την διαβεβαίωση ότι η πρόθεση είναι «η ασφάλεια και η ευημερία της περιοχής του Ινδικού-Ειρηνικού Ωκεανού».
Όμως αυτό δεν ήταν αρκετό για να αμβλύνει τις ανησυχίες των χωρών της περιοχής που φοβούνται για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες αυτής της απόφασης.
«Πρόκειται για σοβαρή κλιμάκωση και είναι σχεδόν απίθανο να εκληφθεί ως κάτι άλλο εκτός από ενέργεια κατά της Κίνας», λέει ο Sam Roggeveen. «Δεν θα εκπλαγώ να δεν το πάρουν καλά».
Η τριμερής συμφωνία εγείρει επίσης θέματα εντός της Αυστραλίας, όπου η χρήση της πυρηνικής ενέργειας ήταν μέχρι σήμερα απαγορευμένη, όπως και στις γειτονικές χώρες.
Η Νέα Ζηλανδία, η οποία απαγορεύει την είσοδο στα χωρικά της ύδατα κάθε πυρηνοκίνητου πλοίου από το 1985, έκανε γνωστό ότι τα πυρηνοκίνητα υποβρύχια της Αυστραλίας δεν θα έχουν την άδεια εισόδου στα χωρικά της ύδατα.
Η πυρηνική ενέργεια είναι επίμαχο θέμα στην Αυστραλία. Η Καμπέρα έχει απαγορεύσει την χρήση της από το 1998, αν και η χώρα διαθέτει πλούσια κοιτάσματα ουρανίου.
Ο Σκοτ Μόρισον επέμεινε ότι η Αυστραλία «δεν επιδιώκει να αποκτήσει πυρηνικά όπλα ή να αναπτύξει την ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας.
«Και θα συνεχίσουμε να τηρούμε όλες τις δεσμεύσεις μας ως προς την μη διάδοση των πυρηνικών όπλων», επέμεινε.