Ξεκινούν μεθοδικά από τα στρατόπεδα Πολωνών αιχμαλώτων της δυτικής Ρωσίας και Ουκρανίας οι μαζικές εκτελέσεις 22,000 περίπου Πολωνών αξιωματικών και επιφανών μελών της επιστημονικής κοινότητας και της πολιτικής από το διαβόητο Λαϊκό Κομμισαριάτο Λαϊκής Ασφάλειας (NKVD) της Σοβιετικής Ρωσίας. Οι αιχμάλωτοι Πολωνοί είχαν συλληφθεί κατά την επίθεση και κατοχή σημαντικού μέρους της Πολωνίας κατά το 1939 από τον Κόκκινο Στρατό λίγο μετά την γερμανική εισβολή κατά της Πολωνίας στα δυτικά. Οι συλλήψεις, βέβαια και οι εκτοπισμοί στην ανατολική Σοβιετική Ένωση και Σιβηρία συνεχίστηκαν μέχρι το 1944, με αποτέλεσμα η τύχη εκατοντάδων χιλιάδων Πολωνών διανοουμένων, στρατιωτικών, πολιτών και κρατικών υπαλλήλων να αγνοείται μέχρι το τέλος του πολέμου.
Ήδη, στις 5 Μαρτίου 1940 πέντε ανώτατα μέλη του Πολίτμπυρο και ο Γενικός Γραμματέας Ιωσήφ Στάλιν υπέγραψαν τη διαταγή εξόντωσης 25.000 μελών της Πολωνικής Ιντελλιτζέντιας περιλαμβανομένων και 14,552 αιχμαλώτων αξιωματικών. Η πραξη αυτού του αδιανόητου κυνισμού σκοπό είχε να στερήσει το μελλοντικό Πολωνικό κράτος από την πνευματική του ηγεσία και να το κάνει πιο εύκολα διαχειρίσιμο.
Έτσι, μεταξύ 3 και 28 Απριλίου, σε μια μεγάλη και μυστική επιχείρηση της NKVD άνδρες της υπηρεσίας μετέφεραν τους αιχμαλώτους των στρατοπέδων Kozelsk, Starobelsk, Ostashkov και φυλακών από την Ουκρανία και τη Λευκορωσία σε απομονωμένες περιοχές εντός των δασών όπου είχαν σκαφτεί με μηχανήματα μεγάλοι λάκοι και τους εκτέλεσαν με συνοπτικές διαδικασίες. Η επιχείρηση θα τηρείτο μυστική αλλά το επόμενο έτος η γερμανική επίθεση κατά της Σοβιετικής Ρωσίας θέτοντας την περιοχή των ομαδικών τάφων υπό γερμανική κατοχή.
Με αναφορές να φτάνουν ήδη από το 1942, ανακαλύπτονται στο δάσος του Κατύν, κοντά στο Σμολένσκ, οι πρώτοι μαζικοί τάφοι Πολωνών αιχμαλώτων αξιωματικών του στρατού και της αεροπορίας και πολιτικών και πνευματικών προσωπικοτήτων, η τύχη των οποίων αγνοείτο. Όλα τα πτώματα βρέθηκαν προσεκτικά ενταφιασμένα, με δεμένα χέρια και μία σφαίρα στο πίσω μέρος του κρανίου.
Μετά από μια περίοδο αμηχανίας (γερμανικές σφαίρες βρέθηκαν μέσα στα πτώματα, οι οποίες είχαν δωρηθεί όπως αποδείχθηκε στη μπολσεβικική Ρωσία μετά τη Συνθήκη του Μπρέστ-Λιτόβσκ) οι Γερμανικές αρχές αποφασίζουν να δώσουν διεθνή έκταση στην ανακάλυψή τους αξιοποιώντας την για λόγους προπαγάνδας. Πολυμελής αντιπροσωπεία του Ερυθρού Σταυρού από 12 χώρες θα επισκευθεί τους χώρους ταφής και θα εκτελέσει κινηματογραφούμενες νεκροψίες και νεκροτομές που αποκαλύπτουν την ευθύνη των Σοβιετικών αρχών στην ενορχήστρωση μιας μαζικής δολοφονίας, από την NKVD.
Η αποκάλυψη του Κατύν θα σοκάρει την εξόριστη Πολωνική κυβέρνηση που θα έρθει σε ρήξη με την Βρετανική για τις σχέσεις της με τον Στάλιν. Οι Ρώσοι δεν αποδέχτηκαν την ενοχή τους για την πράξη αυτά παρά το 2010, όταν με πράξη της ρωσικής Σούμας αναγνωρίστηκαν τα εγκλήματα των μαζικών δολοφονιών και επιρίφθηκε η ευθύνη στον Στάλιν, ως ηθικού αυτουργού. Ήδη, από το 1998 ο Ρώσος πρόεδρος Γιέλτσιν δημιούργησε μια σειρά μνημείων για τα θύματα της σφαγής ενώ το 2010 ο πρωθυπουργός Πούτιν κάλεσε για πρώτη φορά τον ομόλογό του της Πολωνίας, Ντόναλντ Τούσκ για να τιμήσουν μαζί δημόσια τα θύματα στο Κατύν. Η πράξη ήταν σημαντική αλλά αμαυρώθηκε από τον θάνατο του Πολωνού προέδρου, Λεχ Καζίνσκυ και 95 άλλων αξιωματούχων δύο μήνες αργότερα, όταν το αεροσκάφος με το οποίο μετέβαιναν στο Κατύν για τις τελετές μνήμης κατέπεσε και συνετρίβη με την απώλεια όλων των επιβαινόντων. Το ατύχημα έριξε τη Ρωσία και την Πολωνία σε έναν νέο κύκλο ψυχρών σχέσεων.
Περισσότερα για το έγκλημα του Κατύν, όπως έχει επικρατήσει να λέγεται παρά το ότι οι εκτελέσεις περιέλαβαν πολλά περισσότερα μέρη, μπορείτε να διαβάσετε στο παλιότερο άρθρο μας στον πιο κάτω σύνδεσμο.
79 χρόνια από τη Σφαγή του Κατύν: Ένα έγκλημα που δεν τιμωρήθηκε ποτέ