Του Τάσσου Αναστασιάδη
Η Πτήση UA 811 της United Airlines ήταν μια από τις πολλές πολύ μεγάλων αποστάσεων πάνω από το Ειρηνικό που μονοπωλούσε το «Jumbo jet» την εποχή πριν την έλευση των δικινητήριων αεροσκαφών μεγάλης εμβέλειας. Εκείνη την Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 1988 το Boeing 747-100 απογειώθηκε από το Λος Άντζελες με ενδιάμεσους σταθμούς τη Χονολουλού, το Οκλαντ στη Νέα Ζηλανδία και τελικό προορισμό το Σίδνεϊ στην Αυστραλία. Να θυμίσουμε ότι λόγω της περιορισμένης εμβέλειας των αεροσκαφών και της μικρής ζήτησης, τα δρομολόγια πολλών σκελών σε μεγάλες αποστάσεις ήταν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 24ης Φεβρουαρίου ενώ το αεροσκάφος, έχοντας απογειωθεί από την Χαβάη, ανερχόταν προς το ύψος ταξιδίου, αντιμετώπισε κάποιες ελαφρές αναταράξεις που ανάγκασαν τον κυβερνήτη να διατηρήσει αναμμένες τις φωτεινές επιγραφές για την υποχρεωτική χρήση των ζωνών ασφαλείας. Αυτό μείωσε σημαντικά τον αριθμό των θυμάτων στο περιστατικό που εξελίχθηκε.
Καθώς το 747 περνούσε τις 22.000 πόδια σημειώθηκε εκρηκτική αποσυμπίεση της καμπίνας. Η μπροστινή θύρα φορτίου είχε ανοίξει και αποσπάσθηκε αφαιρώντας επίσης ένα μεγάλο μέρος του τοιχώματος και του πατώματος του πρόσθιου δεξιού τμήματος της ατράκτου, παρασέρνοντας στο κενό εννιά επιβάτες που είχαν θέσεις σε εκείνο το τμήμα της καμπίνας. Τα κομμάτια του αεροσκάφους που αποκολλήθηκαν προκάλεσαν σημαντικές ζημιές στην δεξιά ημιπτέρυγα και στους κινητήρες Νο3 και Νο4. Οι ζημιές ήταν τόσο εκτεταμένες που το πλήρωμα αναγκάστηκε να «αυτοσχεδιάσει» ώστε να εκτελέσει την προσγείωση (επιλέγοντας μια διαμόρφωση που δεν προβλέπονταν από τον κατασκευαστή) και προχώρησε άμεσα σε εκκένωση του αεροσκάφους, όταν αυτό ακινητοποιήθηκε στο διάδρομο προσγείωσης.
Όπως σε πολλά περιστατικά που συνέβησαν και συμβαίνουν πάνω από θάλασσα η έρευνα αντιμετώπισε δυσκολίες καθώς αρχικά το τμήμα της ατράκτου που αποκολλήθηκε δε βρέθηκε. Μόλις το καλοκαίρι του 1990, με μια συντονισμένη επιχείρηση (συγχρηματοδοτούμενη από την υπηρεσία διερεύνησης ατυχημάτων, τον κατασκευαστή και την εταιρία που άνηκε το αεροσκάφος) και τη βοήθεια του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, η θύρα εντοπίστηκε κι ανασύρθηκε σε δυο τμήματα στις αρχές του φθινοπώρου εκείνης της χρονιάς. Ο εντοπισμός και ανάκτηση των τμημάτων που έλλειπαν, άλλαξαν άρδην τις εκτιμήσεις για τις αιτίες του περιστατικού.
Αρχικά το πόρισμα ανέφερε ότι ο μηχανισμός ασφάλισης της πόρτας είχε πάθει ζημιά με αποτέλεσμα η θύρα να κλείσει αλλά να μην ασφαλιστεί. H προσεκτική εξέταση όμως των τμημάτων που ανασύρθηκαν από το βυθό του Ειρηνικού έδειξε ότι αν και η θύρα είχε ασφαλιστεί σωστά, το τμήμα του μηχανισμού που θα κρατούσε την πόρτα ασφαλισμένη δε λειτούργησε σύμφωνα με τις προδιαγραφές. Έτσι τη στιγμή της απογείωσης η πόρτα του χώρου φόρτωσης ήταν σχεδόν ανοικτή. Σύμφωνα με το αναθεωρημένο πόρισμα ως αιτία του δυστυχήματος θεωρήθηκε η ελλαττωματική σχεδίαση τόσο του ηλεκτρικού όσο και του μηχανικού τμήματος του συγκεκριμένου μηχανισμού.
Ένα 747 είχε παρουσιάσει ένα αντίστοιχο πρόβλημα την προηγούμενη χρονιά αλλά η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας-FAA δεν είχε προβεί σε έκδοση οδηγίας για τροποποιήσεις.
Οι θύρες του χώρου αποσκευών και η αστοχία τους ή λάθη στην ασφάλισή τους έχουν προκαλέσει πολλά περιστατικά, ανάμεσά τους και τη συντριβή του DC-10 της Turkish Airlines στο Παρίσι το 1974.
Το αεροσκάφος του περιστατικού πάνω από τον Ειρηνικό πάντως επισκευάστηκε και συνέχισε να πετά μέχρι το 1998, αποσύρθηκε και διαλύθηκε το 2004.