Το πρωτοποριακό καναδικό αεροσκάφος Avro CF-105 “Arrow” ακυρώνεται από την κυβέρνηση Ντήφενμπεηκερ.
Το “Arrow” ήταν το πιο φιλόδοξο πρόγραμμα που είχε αναληφθεί από την Καναδική αεροπορική βιομηχανία στα χρονικά της σύντομης ύπαρξής της, ενώ τεράστια ποσά είχαν επενδυθεί αλλά και αναμένονταν από την εκμετάλλευση του σχεδίου. Η κίνηση τοποθετείται στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, όπου ο Καναδάς βρέθηκε μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ ενώ η οικονομία του προσπαθούσε ακόμα να συνέλθει από τις συνέπεις του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Καναδάς εντάχθηκε αμέσως το ΝΑΤΟ τον Απρίλιο του 1949, όντας ένα από τα ιδρυτικά του μέλη, με σκοπό να επωφεληθεί από τις ευεργεσίες της κοινής άμυνας. Ωστόσο, καθώς η ένταση μεταξύ των δύο συνασπισμών αυξανόταν, οι καναδικές κυβερνήσεις αντιλήφθηκαν πως η επικράτεια της χώρας βρισκόνταν πάνω στην πορεία που θα κάλυπταν οι σχηματισμοί των σοβιετικών βομβαρδιστικών πορευόμενα προς τους στόχους τους στο έδαφος των ΗΠΑ. Έτσι υπήρχε ανάγκη για ένα ικανό αναχαιτιστικό μεγάλου ύψους και μακράς εμβέλειας.
Η αεροπορική βιομηχανία τους, που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται ιδιαίτερα στα χρόνια του πολέμου, αναλαμβάνοντας υποκατασκευαστικό έργο για τις βρετανικές εταιρείες αρχικά και στη συνέχεια κατασκευάζοντας μεγάλα βομβαρδιστικά (Anson, Lincoln και Lancaster) παρουσίασε ένα μαχητικό jet στη μορφή του CF-100 Canuck. Αλλά με τις απαιτήσεις της αεροπορίας να βρίσκονται πολύ υψηλότερα, ξεκίνησε την σχεδίαση και ανάπτυξη ενός πραγματικά προηγμένου μαχητικού που θα ξεπερνούσε σε ταχύτητα, ευελιξία, οροφή πτήσης και εμβέλεια οτιδήποτε υπήρχε εκείνη τη στιγμή στον κόσμο.

Η Avro Canada παρουσίασε δύο διαδοχικά πρωτότυπα, το CF-103, μια πιο προηγμένη σχεδίαση βασισμένη στο CF-100 και το CF-104, μια νέα σχεδίαση με πτέρυγα “δέλτα”. Οι απαιτήσεις της Καναδικής Αεροπορίας όμως ήταν εξαιρετικές και έτσι οι μηχανικοί της Avro ξεκίνησαν τις εργασίες τους από την αρχή. Το αεροσκάφος αυτό ήταν το “Arrow” και το εύρος της προεργασίας ξεπέρασε κάθε φαντασία του τμήματος σχεδίασης της καναδικής εταιρείας. Εξελιγμένα μηχανικά τμήματα, υλικά, κράματα μετάλλων για την άτρακτο και τις πτέρυγες, κινητήρες, συστήματα διεύθυνσης και ηλεκτρονικά αναπτύσσονταν για πρώτη φορά και ταυτόχρονα εκτινάσσοντας τον προϋπολογισμό στα ύψη. Με την εμμονή, όμως, της διαχειριστικής ομάδας και την πίεση προς την καναδική κυβέρνηση το σχέδιο προχωρούσε, αν και με δυσκολία. Στις 4 Οκτωβρίου του 1957 το πρωτότυπο του μαχητικού CF-105 Arrow εμφανίστηκε επίσημα στο κοινό.
Το επόμενο έτος, οι αλματώδεις εξελίξεις στην αεροναυπηγική και μηχανική έκαναν το επιτελείο της Avro να αναζητήσει ήδη βελτιώσεις στο μοντέλο που θα γίνονταν με τους νέους, ισχυρότερους κινητήρες Orenda Iroquois, την ενσωμάτωση τεχνολογίας Fly-by-Wire, συστημάτων ελέγχου πυρός και νέων όπλων αέρος-αέρος. Τα νέα συστήματα ενσωματώθηκαν στο μοντέλο που ονομάστηκε Mark.2 και η φάση χαμηλού ρυθμού παραγωγής ξεκίνησε στα τέλη του έτους. Ωστόσο, η εκλογή νέας κυβέρνησης συντηρητικών του Τζων Ντήφενμπεηκερ άλλαξε την πολιτική επένδυσης σε νέα “εθνικά” προγράμματα και έθεσε εμπόδια στην χρηματοδότηση. Παρόλα αυτά, η ανάπτυξη του “Arrow” και η επέκταση των δραστηριοτήτων της Avro Canada την είχαν κάνει την τρίτη ισχυρότερη εταιρεία στη χώρα με επενδύσεις και μερίδια σε μεγάλο μέρος της καναδικής οικονομίας (μεταλλουργία, σιδηροδρόμους, άνθρακα, ηλεκτρονικά κ.λπ.).
Το 1958 η κυβέρνηση υπέγραψε τη συμφωνία NORAD εντάσσοντας τον Καναδά στο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου αεράμυνας των ΗΠΑ. Η συμφωνία έκανε τον Καναδά μέρος του συστήματος SAGE και μέτοχο πληροφοριών ενός αυτοματοποιημένου συστήματος προειδοποίησης και ελέγχου που θα έδινε μια πλήρη εικόνα της κατάστασης στον αέρα σε όλο το εύρος της Βόρειας Αμερικής. Το σύστημα ελέγχου ερχόταν “πακέτο” με τον αντιαεροπορικό πύραυλο Bomarc, που δεχόταν πυρηνική κεφαλή και φιλοδοξούσε να αποτελέσει αποτελεσματικό όπλο αναχαίτισης των αργοκίνητων σχηματισμών σοβιετικών βομβαρδιστικών. Η κυβέρνηση Ντήφενμπεηκερ κατηύθυνε τις προσπάθειές της προς τα εκεί πλέον παρά στη χρηματοδότηση ενός “αβέβαιου” και “παρωχημένου” σχεδίου αεράμυνας που απορροφούσε τεράστιες ποσότητες χρημάτων “χωρίς εγγύηση” απόδοσης.
Βέβαια η κυβέρνηση Ντήφενμπεηκερ δεν ήταν και τόσο θετική να χρηματοδοτεί ένα πρόγραμμα που συνέλαβε και προώθησε η προηγούμενη κυβέρνηση. Ο υπουργός αμύνης George Pearkes ζήτησε με επίταση την κατάργηση του προγράμματος “Arrow” τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο του 1958 προκρίνοντας πυραύλους “αντί για παλιά αεροπλάνα” αλλά η επιτροπή αμύνης του Κοινοβουλίου το απέρριψε (αν και δέχτηκε τελικά να αγοραστούν οι Bomarc). Τελικά στις 20 Φεβρουαρίου 1959, η κυβέρνηση ανακοίνωσε την ακύρωση του προγράμματος.
Η κίνηση σόκαρε όχι μόνο την αεροπορία που είχε επενδύσει πολλά στο πρόγραμμα αλλά και την εταιρία κατασκευής Avro Canada, η οποία αποδείχθηκε πως δεν είχε κατορθώσει να συντάξει ένα σχέδιο εναλλακτικής δράσης και δεν κατάφερε να συνέλθει ποτέ. Ως αποτέλεσμα, 15 χιλιάδες ειδικευμένοι εργάτες, τεχνικοί και υπάλληλοι της Avro έμειναν άνεργοι άμεσα και άλλοι τόσοι από το δίκτυο υποστήριξης και συνεργατών της εταιρείας που εμπλέκονταν έμμεσα στο πρόγραμμα “Arrow”. Πολλοί μηχανικοί και αρχιτεχνίτες κατέφυγαν στις ανταγωνιστικές εταιρίες της Βρετανίας και των ΗΠΑ (“brain drain”), ενώ οι υπόλοιποι μετακινήθηκαν σε προγράμματα ανάπτυξης φορτηγών και ναυτικών σκαφών που ανέπτυσσε η εταιρεία.
Δύο μήνες μετά, τα πρωτότυπα και αεροσκάφη προπαραγωγής καταστράφηκαν και ελάχιστα κομμάτια σώζονται σήμερα. Η ίδια η Avro Canada έκλεισε το 1962. Η 20ή Φεβρουαρίου ονομάστηκε “Μαύρη Παρασκευή” από το σοκ και τις τρομερές συνέπειες που είχε η κίνηση της καναδικής κυβέρνησης αλλά κυρίως για τις προοπτικές που θα είχε ενδεχομένως το πρόγραμμα, αν και εφόσον συνεχιζόταν για την καναδική αεροπορική βιομηχανία και όχι μόνον. Η καναδική κυβέρνηση αγόρασε τελικά τους πυραύλους Bomarc και απέκτησε αριθμό των κατωτέρων επιδόσεων μαχητικών F-101 “Voodoo” από την αμερικανική McDonnell αντί των “Arrow”.