Σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει την σαρωτική προέλαση του βορειοκορεατικού στρατού και να διασώσει το εκστρατευτικό σώμα των Ηνωμένων Εθνών, ο στρατηγός Ντάγκλας ΜακΆρθουρ πήρε ένα μεγάλο ρίσκο και αποβίβασε 40.000 άνδρες με 261 πλοία στο μικρό λιμάνι της Ιντσόν και προέλασε προς την πρωτεύουσα Σεούλ απειλώντας να αποκόψει πλήρως τον Βορειοκορεατικό στρατό, που βρισκόταν στα νότια της χερσονήσου.
Η ιστορία της σύγκρουσης στην Κορέα ξεκίνησε την επαύριο του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου. Έχοντας περάσει χρόνια ιαπωνικής κατοχής, η χερσόνησος της Κορέας απελευθερώθηκε από σοβιετικά και αμερικανικά στρατεύματα εξίσου, οπότε σχηματίστηκαν δύο κυβερνήσεις: μια υπό τον Σιγκμάν Ρη στο Νότο και μια σοσιαλιστική υπό τον Κιμ Ιλ Σούνγκ στο Βορρά. Το 1950, με τις ξένες δυνάμεις σημαντικά απομειωμένες και προσηλωμένες στον μεταξύ τους ανταγωνισμό κυρίως στην Ευρώπη, ο Κιμ Ιλ Σουνγκ εξαπέλυσε έναν κεραυνοβόλο πόλεμο που θα ανέτρεπε το καθεστώς του Σίγκμαν Ρη και θα ενοποιούσε την Κορέα υπό τη δική του ηγεσία, ελπίζοντας ότι ο διεθνής παράγοντας δεν θα προλάβει να αντιδράσει. Κατόπιν ο σχεδιασμός του προέβλεπε πως με τη στήριξη και αναγνώριση της ΕΣΣΔ και της Κίνας και έχοντας την ανοχή της Δύσης θα αναδεικνυόταν σε μοναδικό κύριο της Κορέας.
Στις 25 Ιουνίου, οι δυνάμεις των Νοτιοκορεατών σαρώθηκαν κάτω από τη θυελλώδη προέλαση του Βορειοκορεατικού Στρατού. Η Σεούλ έπεσε και οι δυνάμεις της που ενισχύθηκαν από αναιμικά τμήματα συμμαχικών δυνάμεων, περιορίστηκαν γρήγορα σε έναν θύλακα γύρω από την πόλη Πουσάν στα νοτιοανατολικά. Ωστόσο, ο στόχος των Βορειοκορεατών για μια γρήγορη νίκη δεν πραγματοποιήθηκε.
Ο αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων Άπω Ανατολής, Ντάγκλας Μακάρθουρ συνέλαβε ένα σχέδιο για νίκη στην Κορέα, όπου μια δύναμη εισβολής θα αποβιβαζόταν στα νώτα του εχθρού, κυκλώνοντάς τον και καταστρέφοντάς τον. Επέλεξε για το λόγο αυτό το λιμάνι της πόλης Ιντσόν στα δυτικά. Ο Μακάρθουρ, βετεράνος δύο παγκοσμίων πολέμων είχε εφαρμόσει τέτοια σχέδια με μεγάλη επιτυχία στη Μάχη του Ειρηνικού και “πούλησε” το σχέδιο στους δύσπιστους γραφειοκράτες της Ουάσινγκτον αλλά και στους διστακτικούς επιτελείς στο αρχηγείο του.
Με πολύ πίστη στο ένδοξο παρελθόν του και ωθούμενοι από την απελπισία, η επιχείρηση “Blueheart” έλαβε έγκριση και ο Μακάρθουρ ζήτησε τα πάντα: πολεμικά και αποβατικά πλοία βγήκαν από την απόθεση που τελούσαν μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο και ετοιμάστηκαν για την απόβαση. Άρματα και τεθωρακισμένα προωθήθηκαν στην Ιαπωνία που χρησίμευσε σαν σταθμός επιχειρήσεων και άνδρες κλήθηκαν για κατάταξη και εκπαίδευση. Το αμερικανικό Σώμα Πεζοναυτών ήταν το κατεξοχήν αρμόδιο για την επιχείρηση αλλά το 1950, 5 χρόνια μετά το τέλος του πολέμου, είχε απομειωθεί σε κάτι περισσότερο από 70 χιλιάδες άνδρες σκορπισμένους σε μονάδες και υπηρεσίες σε όλον τον κόσμο. Αν και επίσημα παρέτασσε δύο Μεραρχίες, χρειάστηκε να γίνει αναδιανομή αξιωματικών και οπλιτών από υπηρεσίες φρουράς σε πλοία και διπλωματικές αποστολές και μερική κλήση εφέδρων για να συμπληρωθεί η δύναμη της 1ης Μεραρχίας, ακόμα και αν το 3ο Σύνταγμα δεν συμπληρώθηκε πλήρως.
Μια ακόμα Μεραρχία Πεζικού απαιτείτο για να υποστηρίξει την απόβαση ως Follow-up Force. Η 1η Μεραρχία Ιππικού ετοιμάστηκε και εκπαιδεύτηκε σε αμφίβιες αποστολές αλλά πριν ανατεθεί στο νεοσύστατο Χ Σώμα Στρατού, οι πιεστικές ανάγκες την έστειλαν στον θύλακα του Πουσάν. Το ίδιο συνέβη και με την 3η ΜΠ που επίσης απορροφήθηκε. Έτσι, ο κλήρος έτυχε στην 7η ΜΠ που αποτελούσε την τρίτη εφεδρεία και υπέφερε από έλλειψη αξιωματικών και οπλιτών. Την τελευταία στιγμή, ο Μακάρθουρ διέταξε την ένταξη 8.000 Νοτιοκορεατών στρατιωτών στη δύναμή της, με ανεπαρκή εκπαίδευση, για να προχωρήσει η επιχείρηση.
Στις 15 Σεπτεμβρίου, το 3/5 τάγμα Πεζοναυτών υποστηριζόμενο από 9 άρματα Μ-46 Pershing αποβιβάστηκε στο νησί Wolmi-do, έξω από την Ιντσόν. Μέσα σε 75 λεπτά το νησί καταλήφθηκε ανοίγοντας την αυλαία της επιχείρησης “Chromite” (το όνομα του σχεδίου άλλαξε από “Blueheart”). H παλίρροια και τα ρεύματα θα καθυστερούσαν την κύρια απόβαση για ώρες, με τα πρώτα τμήματα να αποβιβάζονται στις 4 το απόγευμα ύστερα από έναν κλασσικό ισοπεδωτικό βομβαρδισμό από το ναυτικό πυροβολικό και τα αεροσκάφη F-4U Corsair αλλά ο Μακάρθουρ αποδείχθηκε τελικά πως είχε δίκιο: ελάχιστες δυνάμεις κάλυπταν το μικρό λιμάνι και μικρή αντίσταση εμπόδισε την προέλαση των Πεζοναυτών μέχρι τη Σεούλ, που αντιμετωπίστηκε από τα Corsair και τα πυροβόλα των Pershing.
Το παράτολμο σχέδιο πέτυχε. Οι Βορειοκορεάτες αιφνιδιάστηκαν πλήρως από την ισχυρή επίθεση στις ευαίσθητες γραμμές ανεφοδιασμού τους και με τον φόβο κατάληψης και της δικής τους πρωτεύουσας υποχώρησαν άτακτα και η εξουσία στο νότιο τμήμα της χώρας αποκαταστάθηκε. Ο πόλεμος της Κορέας θα μπορούσε να τελειώσει ακριβώς εκεί με τις δύο πλευρές να επιστρέφουν στο προπολεμικό Status Quo ante Bellum. Αυτό κατάλαβαν οι πολιτικοί στην Ουάσινγκτον και το ίδιο το επιτελείο στο Τόκυο αλλά ο Μακάρθουρ είχε άλλα σχέδια. Θέλοντας να δώσει οριστικά ένα τέρμα στο κορεατικό ζήτημα, θα διέτασσε με την ανανεωμένη 8η Στρατιά την προέλαση και πλήρη καταστροφή του βορειοκορεατικού στρατού και την εξάρθρωση της κυβέρνησής του μέχρι τα κινεζικά σύνορα. Η κίνηση αυτή, θα προκαλέσει την Κίνα που με αφορμή τον κίνδυνο για την δική της ασφάλεια θα προελάσει απωθώντας εκ νέου τις συμμαχικές δυνάμεις μετατρέποντας μια τοπική σύγκρουση σε περιφερειακό επεισόδιο που θα διαρκέσει ως το 1953 παρασύροντας 20 συνολικά έθνη και κρατικές οντότητες απειλώντας τον πρόσφατα ειρηνευμένο κόσμο με μια ακόμα παγκόσμια σύγκρουση, την πρώτη της πυρηνικής εποχής. Ο Μακάρθουρ διέβλεψε μια στρατηγική ευκαιρία αλλά τα περιθώρια ελευθερίας ενός στρατηγού ήταν σαφώς πιο περιορισμένα στα δεδομένα της νέας εποχής. Με αυτό το σκεπτικό ο Τρούμαν θα τον αντικαταστήσει προσπαθώντας να διαχειριστεί έναν πόλεμο “στο λάθος μέρος, στη λάθος στιγμή και με τον λάθος αντίπαλο”.
(Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2020 στην Πτήση)